Προσπαθώντας να ακακαλύψω πηγές θετικής ενέργειας πήγα σε δυο θεατρικές παραστάσεις οι οποίες χωρίς να μοιάζουν μεταξύ τους έχουν κοινό παρανομαστή τις ανθρώπινες σχέσεις. Τις ερωτικές, οικογενειακές, φιλικές σχέσεις που υπάρχουν στη ζωή μας. Τις σχέσεις με τον ή την σύντροφό μας, με τους γονείς μας, με τον συνάνθρωπο μας, με τον πολιτικά αντίθετο από εμάς κολλητό μας, με τον ταξικά ανώτερο επαγγελματία ακαδημαικού background γείτονα μας ή με τον αδιάφορο χαμηλού προφίλ μαγαζάτορα της γωνίας, τον αλτρουιστή πολιτικοποιημένο φιλότεχνο και την τεχνοκράτισσα έτοιμη να καταρρεύσει από την ένταση της executive ζωής. Και οι δύο αυτές παραστάσεις αντανακλούν την σύγχρονη Ελληνική πραγματικότητα έστω και αν διαδραματίζονται στο Παρίσι – και είναι σκηνοθετημένες από τον Κωσταντίνο Μαρκουλάκη.
Στο Θέατρο Αλίκη το θεατρικό έργο «Για Όνομα..» των Matthieu Delaporte και Alexandre de la Patelliere (La Prenom) είναι μια κωμωδία ηθών που διαδραματίζεται στο Παρίσι μεταξύ πέντε φίλων τριών αντρών και δύο γυναικών κατά τη διάρκεια ενός δείπνου. Αν αλλάξουμε το Παρίσι με την Αθήνα τότε αυτό το οικογενειακό δείπνο θα μπορούσε να συνέβαινε σε κάποιο Αθηναικό προάστειο ανάμεσα σε φίλους που εκπροσωπούν τη μεσαία τάξη. Και οι πέντε συγγενείς και φίλοι κολλημένοι με τα ιδεολογικά τους πιστεύω, με έναυσμα μια ατυχή φάρσα για το επιλεγμένο όνομα του μωρού που έρχεται στην οικογένεια, αρχίζουν να βγάζουν στην επιφάνεια καταπιεσμένες απόψεις, στερεότυπα, απωθημένα, κατηγόριες και ένοχα μυστικά θέτοντας σε δοκιμασία την εμπιστοσύνη και τη φιλία τους. Με αφορμή ένα όνομα που παραπέμπει στον μεγαλύτερο τύρρανο της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας, το υπέροχο «μαροκινό ντινέ» μετατρέπεται σε σουρεαλιστικό πεδίο μάχης. Σε πόσα τραπέζια δεν έχετε γίνει μάρτυρες μιας παρεξήγησης η οποία οδηγεί σε άβολες καταστάσεις και ενίοτε σε δυσπεψία;
Προσοχή spoiler alert..
Αντίθετα στην περίπτωση της παράστασης στο θέατρο Αλίκη, το γέλιο βγαίνει αβίαστα. Πολύ καλοδουλεμένη η επεξεργασία του πρωτότυπου κείμενου από τον ταλαντούχο και με πολλά χιλιόμετρα στο είδος Θοδωρή Πετρόπουλο. Εξαιρετική, μαθηματικά γρήγορη και ισορροπημένη η σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη – φέτος είναι η χρονιά του.. Με το που τελειώσει πιθανό να θέλετε να μείνετε για να την ξαναδείτε. Οι ερμηνείες των πέντε εξαιρετικών ηθοποιών συνθέτουν τον καθρέφτη μιας κοινωνίας στον οποίο εικονίζεται η μετριοπάθεια ντυμένη με την κουλτούρα της πολιτικής ορθότητας που πασχίζουμε να κρατάμε ανεπιτυχώς τις περισσότερες φορές, καθώς επίσης και ο συντηρητισμός μας, οι εγωισμοί μας, το κοινωνικό status μας και η παιδεία μας. Συγκλονιστικός και ωραίος ο Φάνης Μουρατίδης ως επιχειρηματίας (Βικτώρ) που τον χαρακτηρίζει η επιφανειακή επιπολαιότητα και το παρεξηγμένο χιούμορ, το οποίο είναι και η αφορμή της παρεξήγησης αφού δεν κρατά κανένα πρόσχημα πολιτικής ορθότητας. Υπέροχος ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, ο ακαδημαϊκός της παρέας (Πιέρ), πιστά προσηλωμένος στη πολιτική ορθότητα σε όλους τους τομείς του κοινωνικού γίγνεσθαι αλλά όχι στη πατρότητα που οφείλει να δείχνει στα δύο μικρά παιδιά του κάτι που κάνει έξαλλη την σύζυγό του, την σαρωτική Βίκυ Σταυροπούλου (Ελιζαμπέτ). Η Ελιζαμπέτ πασχίζει να είναι η «μητέρα– λάστιχο» ικανοποιώντας τους πάντες μέχρι που «σκάει» και η έκρηξη της παίρνει σβάρνα όλη σχεδόν την παρέα. Ευαίσθητος και συναισθηματικά ισχυρός υπερασπιζόμενος την αληθινή σεξουαλική του ταυτότητα αλλά και τον πολυετή απαγορευμένο έρωτά του, ο Αντώνης Λουδάρος (Κλοντ). Σε ρόλο κλειδί και απολαυστική η «εγκυμονούσα» της παρέας Μαρία Κωνσταντάκη (Άννα) φέρνει και τη λύση στην «παραξήγηση» αφού το νεογέννητο μωρό της, θα γίνει η αφορμή για χαμόγελα και ευχές γεμάτες αγάπη από όλους. Η αγάπη κερδίζει πάντα και το φινάλε είναι συγκινητικό.. Όλοι οι καλοί χωράνε στο ζεστά φιλόξενο σαλόνι του διαμερίσματος του ζεύγους Πιέρ και Ελιζαμπέτ. Ένα σαλόνι που δημιούργησε η σκηνογράφος Αθανασία Σμαραγδή γεμάτο χιλιάδες διαφορετικά βιβλία, όσες και οι χιλιάδες διαφορετικές απόψεις από τις δικές μας, τις οποίες όμως στα πλαίσια της δημοκρατίας και πολιτικής ορθότητας οφείλουμε να σεβόμαστε…
Ακριβώς πίσω από το Θέατρο Αλίκη στο Θέατρο Αθηνών καταφέρνει να μας δείξει τι συμβαίνει όταν «Ο Θεός της Σφαγής» επισκέπτεται τα δύο πρωταγωνιστικά ζευγάρια γονιών κοντινής ηλικίας και πώς πέφτουν οι μάσκες της μικροαστικής ευγένειας αποκαλύπτοντας τη βαρβαρότητα την οποία πασχίζουν να εξισορροπίσουν μέσα τους, οδηγώντας τους σώμα με σώμα σε μία μάχη δωματίου άνευ προηγουμένου. Γιατί; Γιατί ο γιος του Αλέν και της Ρενέ Ρέιγ, ο Φερδινάνδος χτύπησε και έσπασε τα δόντια του Μπρούνο, του συνομήλικου γιου του Μισέλ και της Βερονίκης Ουλιέ. Μια απλή «comme il faut» επίσκεψη για μια δήλωση στην ασφαλιστική εταιρία καταλήγει στο ξεγύμνωμα του καθωσπρεπισμού φέρνοντας στο φως όλα τα βάρβαρα ένστικτα των τεσσάρων χαρακτήρων. Ένας μεγαλοδικηγόρος ο Αλέν (Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης) με την τετράγωνα κομψή σύζυγο του Ρενέ (Στεφανία Γουλιώτη) και ένας έμπορος ειδών κιγκαλερίας ο Μισέλ (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος) με την αριστερίζουσα ακτιβίστρια και φιλότεχνη σύζυγό του Βερονίκη (Λουκία Μιχαλοπούλου) συναντώνται στο γεμάτο βιβλία τέχνης αστικό σαλόνι των δεύτερων για να λύσουν πολιτισμένα τον παιδικό καυγά. Και στην προκειμένη περίπτωση γίνεται το αντίθετο.
Σίγουρα μια αντίστοιχη ιστορία θα μπορούσε να έχει πρωταγωνιστές τέσσερις Αθηναίους γονείς οι οποίοι πίσω από ψευτοκαλούς τρόπους είναι έτοιμοι να ξεσκίσουν ο ένας τον άλλον σβήνοντας οποιαδήποτε απόχρωση ευπρέπειας και αυτοσεβασμού. Το έργο της Γιασμίνα Ρεζά είναι ένα σκληρό σατιρικό σχόλιο πάνω στις συμβατικές αξίες που ζούμε στην καθημερινότητα μας. Και στο “Θεό της Σφαγής”, όπως και στο «Για Όνομα» ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης δούλεψε με μαθηματική ακρίβεια χρησιμοποιώντας κάθε λέξη από την μετάφραση του Γιάννη Βούρου προσθέτοντας λεπτές δόσεις κωμωδίας και σαν μαέστρος ενορχήστρωσε ένα κουαρτέτο εγχόρδων, αφού ο ήχος των «καλοκουρδισμένων οργάνων» δημιουργεί μουσική, η οποία ευχάριστα ξεκινάει από μια σερενάτα του Mozart και με έκπληξη μοιάζει να καταλήγει στη θορυβώδη μελωδική αταξία της «Εναντιοδρομίας» του Γιάννη Χρήστου περί αρμονίας των αντιθέτων. Σε διπλό ρόλο σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή ο Μαρκουλάκης κατάφερε να επιβάλει τη σκηνοθετική του άποψη και ταυτόχρονα να χτίσει υπέροχα τον ανεπαρκή συναισθηματικά κυνικό χιουμορίστα μεγαλοδικηγόρο Ρενέ, ο οποίος έχοντας σχέση εξάρτησης με το κινητό του δεν έχει επαφή με την ενοχική πραγματικότητα της νευρωτικά υστερικής συζύγου του, μιας business woman την οποία ερμηνεύει η απρόβλεπτα απολαυστική Στεφανία Γουλιώτη ξεδιπλώνοντας μια ακόμη πτυχή του πολυεπίπεδου ταλέντου της -και ξυπόλητη αλλά και φορώντας τις ψηλοτάκουνες γόβες της.Όλα αυτά τρώγοντας κλαφουτί – από το γειτονικό Zonars. Σε ρόλο έκπληξη η σπουδαία Λουκία Μιχαλοπούλου έφτιαξε μια παθιασμένη ιδεολογικά διανοούμενη υστερική μητέρα, αριστερών καταβολών ψυχαναγκαστική και οριακά αλκοολική. Εξαιρετικός ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στον ρόλο του Μισέλ χειρίστηκε τόσο άμεσα τα εκφραστικά του μέσα αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά τη μεγάλη υποκριτική του δεινότητα δημιουργώντας τον σύζυγο – αρσενικό – γιο της «μαμάς του» που δεν τόλμησε ποτέ να κόψει τον ομφάλιο λώρο και ας είναι ο ίδιος πατέρας. Και όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα σαλόνι, ξανά όπως και στο «Για Όνομα…», το οποίο δημιούργησε η ίδια σκηνογράφος η Αθανασία Σμαραγδή μα που δεν μοιάζει καθόλου σε ατμόσφαιρα με το προηγούμενο «τοπίο» της σκηνής στο θέατρο Αλίκη, αφού κάλλιστα θα μπορούσε να είναι το living room τοποθετημένο σε μία σπηλιά μέσα στην οποία στεγάζονται πραγματικά θηρία που ονομάζονται Άνθρωποι έτοιμοι να σφαγιαστούν μεταξύ τους είτε με «το γάντι» είτε στην κυριολεξία με νύχια και με δόντια.. Ένα ευρύχωρο σαλόνι χωρίς πολλά πράγματα, ίσως για να είναι περισσότερο εύκολο να εστιάσουν στην ειρηνική συνύπαρξη και στην ανάγκη του επαναπροσδιορισμού της ηθικής αντίληψης.
Οι καλύτερες φωτογραφήσεις γίνονται στα καμαρίνια του Αλίκη…Ο Μάκης και οι μαμάδες μας.. Υακίνθη Πολίτη, Ειρήνη Μαρκουλάκη και η φίλη τους η Άλεξ.
Σχόλια για αυτό το άρθρο