Και τα δύο. Ο ΤΑΖ τρίβει ακόμα τα μάτια του από το πανάκριβο υπερθέαμα και ψάχνει να βρει τι δεν λειτούργησε σε κοινό και κριτικούς.
Δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από την οθόνη. Κυριολεκτικά όμως. Μια στιγμή χρειάστηκε να σηκωθώ για να πάω τουαλέτα και το πήγα τρέχοντας με την όπισθεν φορώντας τα 3D γυαλιά και στουκάροντας σε καρέκλες για να μη χάσω σκηνή. Αν ήμουν παιδί (η ταινία κυκλοφορεί και σε μεταγλωτισμένη έκδοση) πολλαπλασίασε τον ενθουσιασμό μου επί 10. Τέτοιο πολύχρωμο θέαμα, νιώθεις τα χρώματα να γλυστρούν κυριολεκτικά από την οθόνη και να στάζουν μέσα σου, είχα καιρό να απολαύσω. Ιπτάμενα καράβια, χαοτικά ανθρακωρυχεία με πιτσιρίκια να τραγουδάνε Nirvana “Smells Like Teen Spirit”, το δάσος των ιθαγενών, οι γοργόνες, κάτι περίεργα ιπτάμενα πουλιά, η κρυστάλλινη σπηλίά με τη νεραϊδόσκονη που γίνεται η τελευταία μεγάλη μάχη… Μαγεία μαγεία μαγεία και πως να μην είναι μαγικό το θέαμα όταν από τα 150 εκ. δολάρια που κόστισε τα 100 πήγαν μόνο στα σκηνικά. Και ατάλαντος πρωτοεμφανιζόμενος να ήσουν με τέτοια σκηνικά θα τη γλύτωνες. Πόσο μάλλον ο πάντα εφευρετικός Τζο Ράιτ (“Eξιλέωση”, Άννα Καρένινα”).
Πολλοί από τους επικριτές του καινούργιου “Παν” σκέτο όπως ονομάζεται η ταινία, επιτέθηκαν με ένα ακόμα κλισέ που προσωπικά δεν το καταλαβαίνω. Ότι η ταινία είναι φαντασμαγορική αλλά δεν καταφέρνει να επικοινωνήσει μαγεία. Ότι είναι “εργοστασιακή” στο στήσιμό της. Δεν θα το έλεγα. Ο Ράιτ αφήνει τη φαντασία του ανεξέλεγκτη στήνοντας απίστευτους κόσμους. Αλλά για να είμαι ειλικρινής, ίσως την παρά αφήνει κι εκεί υπάρχει ένα πρόβλημα γιατί Τέρι Γκίλιαμ (που ολοφάνερα θα έκανε παπάδες με αυτό το υλικό ειδικά στην καλή εποχή του) δεν είναι, από τον οποίο αντλεί έμπνευση όπως κάνει και με το σινεμά του Μπαζ Λούρμαν. Το πρόβλημα είναι πως ενώ ο Ράιτ έχει όλη την παιχνιδιάρικη διάθεση και το σενάριο έχει τις ανάλογες ιδέες σε μεγάλη ποσότητα, οι μισές από αυτές παραμένουν ιδέες, δεν ολοκληρώνονται και δεν δίνουν στη φαντασμαγορία την παραπάνω ψυχή που θα μπορούσε να έχει. Αυτό όμως δε σημαίνει πως το υπόλοιπο είναι άψυχο. Τα “λεφτά” φαίνονται στην οθόνη, το 3D, μολονότι δεν είναι αυθεντικό αλλά μετατροπής, βγάζει μάτια με την καλή έννοια και το σύνολο οπτικά σε μεθάει. Τα προβλήματά του “Παν‘ είναι καθαρά σεναριακά.
Εκεί χάνει πολλούς πόντους. Κατ’ αρχάς έχεις την αίσθηση του ότι τελευταία στιγμή οι παραγωγοί πήραν το ψαλίδι και άρχισαν να κόβουν άτσαλα. Αποτέλεσμα, αυτό που έγραψα παραπάνω όσον αφορά στις ιδέες. Οι μισές μένουν ξεκάρφωτες. Δεύτερο λάθος, το ότι η ταινία φανερά σχεδιάστηκε σαν να επρόκειτο να αποκτήσει σίκουελ. Το οποίο δεν πρόκειται να το αποκτήσει για τον πολύ απλό λόγο του ότι στο box οffice πάτωσε μεγαλοπρεπώς και οι κριτικοί την έσφαξαν. Δεν τους αδικώ εντελώς, γιατί αν είσαι αυστηρός και όχι χαζοχαρούμενος όπως εγώ που παρασύρομαι από την έκρηξη χρωμάτων, υπάρχουν τεράστιες τρύπες και σφάλματα ως προς τη διαχείριση του ήδη προβληματικού σεναριακού υλικού.
Ούτε ο Ράιτ ούτε ο σεναριογράφος του ήθελαν να κάνουν έναν κλασικό Πίτερ Παν. Από τη μυθολογία του συγγραφέα Τζ. Μ. Μπάρι παίρνουν μόνο τα ονόματα. Και στήνουν ένα πρίκουελ, έναν πρόλογο του μύθου του Πίτερ Παν που μας δείχνει πως “γεννήθηκε” o ήρωας όπως τον ξέρουμε. Πάντα οι ιστορίες “καταγωγής” όπως ονομάζονται, φλερτάρουν με το να στερήσουν το μύθο από τη μαγεία του, ορθολογίζοντας ή φέρνοντας στο φως πράγματα σχετικά με αυτόν που θα ήταν καλύτερο να μείνουν στο σκοτάδι. Εν προκειμένω ο Πίτερ μεγαλώνει σε ένα ορφανοτροφείο στη βομβαρδισμένη Βρετανία του Β Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο διευθύνει μια κακιασμένη καλόγρια. Κάθε βράδυ από το ορφανοτροφείο εξαφανίζονται μυστηριωδώς παιδιά. Προφανώς η καλόγρια έχει έρθει σε συμφωνία με τον πειρατή Μαυρογένη που αναζητά σκλάβους για τη χώρα του Ποτέ Ποτέ ούτως ώστε να τους χρησιμοποιήσει ως εργάτες στα ανθρακωρυχεία, για να βρει κρυστάλλους νεραϊδόσκονης. Όλο αυτό όμως όπως και πολλά άλλα δεν εξηγούνται, τα υποθέτεις. Κάπως έτσι ο Πίτερ θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον Μαυρογένη, ανακαλύπτοντας πως έχει το χάρισμα να πετάει. Κάτι που θα τον βάλει στο στόχο του πειρατή, εφ’ όσον η προφητεία λέει πως η νέμεσή του θα είναι ένα ιπτάμενο αγόρι.
Που πήγε η Τίνκερμπελ; Που πήγε ο Κάπτεν Χουκ; Στην επόμενη ταινία που δε θα γυριστεί ποτέ. Ο Χουκ υπάρχει, όμως για έναν περίεργο λόγο που σε ξενίζει, σχεδόν τίποτα πάνω του δεν προμηνύει το ότι θα εξελιχθεί σε κακό πειρατή. Εδώ είναι ένας τυχοδιώκτης και λίγο παρτάκιας, σκλάβος κι αυτός του Μαυρογένη, που θα βοηθήσει τον Πίτερ να αποδράσουν και να πετάξουν στη χώρα των ιθαγενών και των ξωτικών, με τη Ρούνι Μάρα να υποδύεται την Τάιγκερ Λίλι. Ο ανερχόμενος Γκάρετ Χέντλαντ σαν Χουκ παραδίδει τυποποιημενο ρόλο τεκνού περιπέτειας και η Ρούνι Μάρα πάει άκλαφτη. Ο πιτσιρικάς Λέβι Μίλερ σαν Παν είναι συμπαθέστατος και τσαχπίνης αλλά φυσικά την παράσταση κλέβει ο Χιου Τζάκμαν στο ρόλο του Μαυρογένη. Το διασκεδάζει ολοφάνερα, ντυμένος σαν παρασάνδαλος ντίβα τενόρος σεξπιρικής όπερα σε καρτούν και το μεταδίδει απλόχερα και στους θεατές.
Οπότε τι πήγε τελικά στραβά; Μήπως ο Πίτερ Παν έχει μια κατάρα, ειδικά όταν τον προσεγγίζεις από μια άλλη οπτική γωνία, όπως την πάτησε και ο Σπίλμπεργκ με το “Xoυκ”; Μήπως το κοινό δεν θέλει να παίζεις με τον αγαπημένο του ήρωα αλλά να τον αφήσεις όπως είναι και οι κριτικοί δεν γουστάρουν τις υπερβολές και τις εξτραβαγκάντσες, που εν προκειμένω είναι αυτό που εμένα με θάμπωσε; Μπορεί να είμαι επιφανειακός, αλλά δε νομίζω ότι σε ένα παραμύθι χρειάζεσαι τη δεύτερη ανάγνωση ούτε τη γνώμη των κριτικών. Ειδικά όταν ο σκηνοθέτης υποννοεί πως όλα όσα βλέπουμε μπορεί να είναι και δημιούργημα της φαντασίας του ήρωα, επομένως ακολουθούν τη λογική του ονείρου στο οποίο όλα επιτρέπονται, εξ’ ου και οι όποιες ορθολογιστικές τρύπες. Μα ορθολογισμό στο παραμύθι ρε παιδιά; Ισιώστε λιγάκι. Εγώ αυτά είδα, αυτά έγραψα όσον αφορά στα σφάλματα της ταινίας. Από κει και πέρα, το μόνο που μου μένει είναι πως ευχαρίστως θα την ξαναέβλεπα, να χαθώ στο σύμπαν της. Βάλσαμο κόντρα στην κούραση και στην πεζότητα και πραγματικό ταξίδι για δύο ώρες στην σκοτεινή αίθουσα, που σε κάνει να πετάς σαν τον ήρωα. Αυτό μου αρκεί.
***Ακολουθείστε τον ΤΑΖ στο https://www.facebook.com/tazthebuzz
Σχόλια για αυτό το άρθρο