Ο ΤΑΖ προσπαθεί να ιχνηλατήσει τα όρια μεταξύ της ομορφιάς και της ασχήμιας, σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον.
Εγώ κάτι είχα χαμπαριάσει αλλά με ξεστράβωσε η μάνα μου σήμερα το απόγευμα καθώς γυρνούσαμε από το σούπερ μάρκετ. Την έβλεπα να περιεργάζεται περίεργα τις πλάκες του πεζοδρομίου. «Έλα να δεις τι είναι ομορφιά» μου λέει. Μέσα στο τσιμέντο ή σε ότι χρησιμοποιούν τέλος πάντων για τα πεζοδρόμια, ανάμεσα σε δύο πλάκες είχε βρει χώρο, είχε διεκδικήσει μάλλον χώρο ένα φυτό με πορφυρά, λουλουδάκια, που όλοι θα το προσπερνάγαμε. Η επανάσταση της φύσης στην ασχήμια που της επιβάλλουμε, Η αντίθεση ενός άχρωμου μικροαστικού τσιμεντωμένου τοπίου με την ίδια τη ζωή. Άραγε πόσα άλλα όμορφα πράγματα προσπερνάμε έτσι αδιάφορα; Πόσοι έχουν σταθεί στο Α νεκροταφείο να δούνε την Κοιμωμένη του Χαλεπά να μετατρέπει το θάνατο σε ονειρικό ύπνο; Πόσοι κοιτάζουν τον ήλιο όπως πέφτει μέσα από τα φύλα των δέντρων; Πόσοι μπορούν να προσέξουν μια σταγόνα της βροχής να στάζει από το βλέφαρο ενός αγαπημένου; Πόσοι περιεργάζονται τα μαυρόασπρα σχήματα που έχουν τα περιστέρια; Τις ραβδώσεις των γατιών; Το λευκό και την κόρη του ματιού αυτού που έχουνε απέναντι τους; Τις φλεβίτσες που ξεπετάγονται στα χέρια και τα πόδια των μεγαλύτερων; Πόσοι χαμογελούν γλυκά όταν κοιτάζουν μια γιαγιά να τρώει το παγωτό της σαν να είναι η μεγαλύτερη ηδονή; Πόσοι στηλώνουν τα μάτια τους στο απέραντο γαλάζιο για να πιάσουν εκείνη ακριβώς τη στιγμή που η μέρα γίνεται νύχτα και η νύχτα μέρα; Η ομορφιά είναι παντού. Ακόμα και στα πιο άσχημα μέρη. Απλά δεν μπορεί να τυποποιηθεί. Μπορεί βέβαια να γίνει μόδα.
Μια εποχή ήταν πολύ της μόδας οι φωτογραφήσεις του περιθωρίου της ζωής, με τις πουτάνες στην Αθηνάς σε αρτιστίκ ασπρόμαυρο για εξωραϊσμο. Όμως όντως κι εκεί υπάρχει μια περίεργη, παράδοξη ομορφιά. Αρκεί να μην την αντιλαμβάνεσαι με τα μάτια του από πάνω. Με την κρυφή σκέψη του «κοίτα τι όμορφοι που είναι οι διαλυμένοι άνθρωποι, ας κάνουμε χάζι». Εκεί είναι κάτι σαν την ομορφιά του λουλουδιού που προσπαθεί να επιβιώσει στο πεζοδρόμιο. Το κυνήγι της άγριας ομορφιάς δε θέλει ούτε μαγκιά, ούτε έπαρση. Θέλει βλέμμα καθαρό και αισθήσεις σε εγρήγορση. Θέλει αποδοχή του κινδύνου του εξοστρακισμού από την υπόλοιπη κοινωνία. Θέλει διαφορετικότητα. Όποτε περνάω από τα προσφυγικά της Αλεξάνδρας κάθομαι και χαζεύω με τις ώρες τις ανταύγειες της τηλεόρασης ή τα φώτα που φαίνονται από τα μισάνοιχτα ετοιμόρροπα μπαλκόνια και ονειρεύομαι ότι μένω σε ένα από αυτά τα διαμερίσματα. Άλλο όμως το ονειρεύομαι κι άλλο το μπορώ και θέλω. Για αυτό και ίσως με τα χρόνια απομακρύνθηκα από την σκληρή ομορφιά του περιθωρίου. Τα αγέλαστα αγόρια που σου κάνουν τη βραδιά πιο όμορφη για 30 ευρώ. Απομακρύνθηκα ή ξεγελάω τον εαυτό μου και ηθικολογώ; Γιατί και τα λουλούδια στο πεζοδρόμιο, περιθωριακά είναι και μπερδεμένα απλά δε χρειάζεται να τους δώσεις 30 ευρώ για να σου πιάσουν τον κώλο. Τη νύχτα η πόλη με τις αντιθέσεις της κρύβει την ασχήμια της ημέρας και γίνεται μια μαγικόπολη, πραγματικά. Με όποιο είδος ομορφιάς εσύ επιλέξεις. Και τη μέρα μπορείς να ανακαλύψεις ομορφιά αν θες και δε σε καπελώνει το κοστούμι σου για να πας στη δουλειά. Την ομορφιά των ανθρώπων. Τόσο διαφορετικοί και τόσο ίδιοι. Δε λέω πως δεν υπάρχει ασχήμια. Υπάρχει και σε τόνους. Αλλά εκεί είναι το στοίχημα. Να την ξεπεράσεις και να σταθείς στο ένα, κάτι όμορφο που μπορεί να δεις ή να το βαφτίσεις όμορφο. Εγώ για παράδειγμα, μια εποχή είχα πάθει ταύτιση με τα τσαλακωμένα ασημόχαρτα στο δρόμο, από τα πακέτα τσιγάρων σε κασετίνα. Ένιωθα ακριβώς έτσι, περήφανος μέσα στο παραπεταμένο μου, το τσαλακωμένο μου και την αντανάκλαση του φωτός στο ασημόχαρτο.
Όλη η ζωή είναι μια πάλη για να διαλέξεις, ασχήμια ή ομορφιά. Μπορείς να τα βάλεις και σε ένα μίξερ αν θες και τα δύο και να προκύψει κάτι καινούργιο, ασχημόμορφο ή ομορφοάσχημο. Σαν μια κολλημένη τσίχλα κάτω από ένα θρανίο του σχολείου που λίγο πριν μπει η δασκάλα στην τάξη την μασούσε ένα νεραϊδένιο κορίτσι με κατακόκκινα χείλη και μετά αμέσως την έκρυψε. Πριν καταλήξεις στο όμορφο και το άσχημο πρέπει να προσπαθήσεις να αισθανθείς την προϊστορία τους. Το πώς κατέληξαν εκεί. Πρέπει να μάθεις να σκληραίνεις και να μαλακώνεις. Μια πουτάνα που εξαναγκάζεται να είναι στο δρόμο δεν είναι κάτι όμορφο. Μια πουτάνα που είναι στο πεζοδρόμιο, επειδή το γουστάρει, είναι. Στην πολυκατοικία μας απ’ έξω έχουμε μερικά δεντράκια, νερατζιές, όμορφες και λεπτές. Έχουμε όμως και πάρκινγκ. Και κάπως έτσι, επειδή εμπόδιζε την είσοδο του πάρκινγκ, αποφασίστηκε όχι μόνο να κόψουν τη μια νερατζιά, αλλά να την τσιμεντώσουν κι όλας για να μην υπάρχει γούβα. Στέκομαι πάνω από το «κοιμητήριο» της κι ακούω τις κραυγές της ζωντανής ρίζας της, λυπημένος και ανήμπορος για τη θανατωμένη ομορφιά. Που ακόμα κι ο θάνατος μπορεί να είναι κάτι όμορφο σαν αποδεικτικό της ζωής. Όχι όμως όταν στον επιβάλλουν ή σε ψέλνουν παπάδες. Εξ’ άλλου όλοι μας σε μια πορεία προς το θάνατο ζούμε. Αυτό και μόνο αρκεί για να μας κάνει να ανακαλύψουμε την ομορφιά που μας αναλογεί.
Σχόλια για αυτό το άρθρο