O TAZ ανακαλύπτει με την πιο συγκλονιστική χαρμολύπη, ότι το «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τα’ αγόρι μου» δεν είναι μύθος απελευθέρωσης, αλλά εγκλωβισμού
Πώς και γιατί ανεβάζεις στο θέατρο ένα παμπάλαιο, ξεπερασμένο, βρετανικά κρυόκωλο, χιουμοριστικό, φεμινιστικό, μικροαστικό μονόλογο 30 ετών; Η απάντηση απλή (η εκτέλεση δύσκολη): Αποδεικνύοντας πως δεν ισχύει τίποτα από τα παραπάνω στο μικρό πανέμορφο χάρο χαρμολύπης που έγραψε το 1986 ο Γουίλι Ράσελ, δημιουργός μεταξύ άλλων ενός από τα πιο συγκινητικά και μακροβιότερα μιούζικαλ του Λονδίνου, του «Βlood Brothers». Ή μάλλον αποδεικνύοντας, κι εκεί είναι η τέχνη του Ράσελ ότι όλα τα παραπάνω στοιχεία ισχύουν, αλλά συνειδητά ενταγμένα από το ίδιο και πολυεπίπεδα ύπουλα όσον αφορά τη μετάβαση από την εργατική κωμωδία στο δράμα, στο προλεταριακό Άρλεκιν και την απελευθέρωση και αυτογνωσία.
Κάτι στο οποίο έχει δώσει ιδιαίτερη προσοχή τόσο ο Αλέξανδρος Ρήγας στην «επίσκεψη» του στο πρωτότυπο υλικό και μαζί με τη σκηνοθεσία της Πέμυς Ζούνη, κάνουν αυτές τις μεταβάσεις να αποκτούν συναισθηματικό αντίκτυπο, που μεταδίδεται σωματικά κι εκφραστικά με απίστευτη ένταση από την Ελένη Καστάνη. Μια κατ’ ουσίαν κορυφαία δραματική ηθοποιό, εδώ σε μια από τις καλύτερες εμφανίσεις της μετά τον 15Αύγουστο του Γιάνναρη. Το έργο είναι τόσο άρρηκτα δεμένο με την πρωταγωνίστρια του που δεν γνωρίζεις αν η Πέμυ σκηνοθετεί την Ελένη, η Ελένη την Πέμυ ή τελικά εμείς οι ίδιοι οι θεατές ορίζουμε την πορεία προς την κωμωδία ή τα δράμα της παράσταση, βάση της ενέργειας που εκλύουμε.
Το θέμα είναι πως η «Σίρλεϊ Βαλεντάιν» είναι όσον αφορά τις «προσεγγίσεις» της, ένα από τα πιο κακοποιημένα και παρεξηγημένα έργα. Χρειάζεται εμβάθυνση σε μια πολύ κοινή από τη μία αλλά και πολύ ιδιαίτερη από την άλλη γυναικεία ψυχοσύνθεση, που να συνδυάζει μέσα της τη βρετανική ομίχλη με το Ελληνικό καλοκαίρι. Δεν θέλω να θυμάμαι πως η Αλίκη Βουγιουκλάκη κατέστρεψε το έργο, μετατρέποντας το σε ναρκισσιστικό οργασμό συν δυο τρία τραγουδάκια, ούτε την απερίγραπτη κινηματογραφική μεταφορά του. Μου έχουν πει πολύ καλά λόγια για την παράσταση της Μίρκας Παπακωνσταντίνου που δεν έχω παρακολουθήσει αλλά η Καστάνη, είναι η Σίρλεϊ Βαλεντάιν. Βαφτίζεται Σίρλεϊ Βαλεντάιν πάνω στη σκηνή, όχι από τα καμαρίνια. Αλλιώς πατάει το θεατρικό σανίδι στην είσοδο της κι αλλιώς το αφήνει, διανύοντας κυριολεκτικά όλο το ταξίδι της ηρωίδας της μέσα της σε ένα απόλυτο one woman show σουρεαλιστικής αυτοσυγκράτησης και ρεαλιστικού παραλογισμού.
Ένα show που ξεκινά με μια ταλαιπωρημένη 50άρα νοικοκυρά να ψιλομεθάει ετοιμάζοντας το φαγητό του άντρα της συνομιλώντας ταυτόχρονα με το τοίχο του σπιτιού για να σπάσει η μοναξιά της (ο άντρας της μιλάει με το ψυγείο μας ενημερώνει η ίδια). Μια γυναίκα που από τύχη, βρίσκεται με ένα εισιτήριο για διακοπές 15 ημερών στην Ελλάδα. Σαστισμένη απέναντι στο πολλά υποσχόμενο ειδυλλιακό φολκλόρ και τον εγκλωβισμό της στο διαμέρισμα της. Η μαγεία στο έργο του Ράσελ, είναι πως όταν η Σίρλεϊ μαγευτεί από το φολκλόρ, θα δει πως κι αυτό είναι τελικά ένα ψέμα, με τον συγγραφέα να ειρωνεύεται τα κλισέ της ξαναμμένης για σεξ βρετανίδας τουρίστριας.
Η Σίρλεϊ θα ανακαλύψει κάτι άλλο, πολύ πιο σημαντικό ακόμα κι από τη διαφορά μεταξύ της λέξης «κλειτορίδα» και «κληρωτίδα». Θα ανακαλύψει τον οργασμό της ζωής της ίδιας, με έναν τελευταίο μονόλογο, απόλυτης λύτρωσης, που ξεσηκώνει το κοινό σε γελαστά δάκρυα (4 φορές μπιζάρισμα για χειροκρότημα μέτρησα) και δίνει στην Καστάνη που επίσης ξεσπάει σε κλάματα από αυτήν την υποδοχή, δέκα χιλιάδες στρας, τουαλέτες, ρετούς και φωτογραφικά φίλτρα που θα χρειαζόταν οποιαδήποτε άλλη για να λάμψει.
ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΜΑ: Αγίου Κωνσταντίνου και Ακομινάτου 15 – 17 , Αθήνα.
Μετρό : στάση Μεταξουργείου, 2105220100, www.theatroalma.gr
Σχόλια για αυτό το άρθρο