Ο ΤΑΖ βαρέθηκε να διαβάζει ηλιθιότητες με πρώτες και καλύτερες τις δικές του.
Το κακό υπήρχε πάντα από την εποχή που ο τσομπάνης από τον Τύρναβο σου δηλώνει ότι μεγάλωσε με τα Cahier du Cinema. Nαι, κι εγώ με το Ρομάντζο. Τα Cahier είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του σινεμά με απίστευτες υπογραφές και αναλύσεις που όμως ταυτόχρονα, σε αυτήν την εποχή που το σινεμά αλλάζει φαίνονται δυσκοίλια. Τα Cahier μπορούσαν να ανεβάσουν ή να κρεμάσουν μια ταινία και οι ουκ ολίγοι Έλληνες αντιγραφείς τους κάνουν το ίδιο. Υπάρχει μια σκηνή στην ταινία Dobermann που ένας πρωταγωνιστής της μετά την ανάγκη του σκουπίζεται με σελίδες των Cahier. Έξαλλοι οι κριτική με τη χυδαιότητα.
Aναρωτιέμαι στην εποχή του Ίντερνετ με τον κάθε σινεφίλ να έχει πρόσβαση σε 100 κριτικές ξένων εντύπων, για ποιο λόγο να διαβάσει τι έγραψε ο Τάσος, ο Δημήτρης, ο Γιώργος. Με ένα περίεργο φαινόμενο. Η νέα γενιά κριτικών να προκύπτει πιο σκληροπυρηνική επειδή διαβάζει τα αποστάγματα σοφίας των παλιότερων και θέλει να αποκτήσει κύρος. Όχι φιλαράκι μου, κύρος αποκτάς όταν λες ότι προτιμάς να δεις το Die Hard από έναν Μπέργκμαν. Aυτό που δεν έχουν καταλάβει οι περισσότεροι κριτικοί είναι πως ο κόσμος βαριέται πλέον τα ασπόνδυλα γραπτά τους, το χουχούνι της Αντέλ και τις βαρυσήμαντες αναλύσεις. Μια ομάδα χουντικών της τέχνης που ο μόνος τους λόγος ύπαρξης είναι να αισθάνεσαι βλάκας όταν διαβάσεις τα γραπτά τους που έχουν τις πηγές τους στην εποχή του Νεάντερταλ. Ενοχές, έλλειψη παιδείας και αισθητικής, μισαλλοδοξία, κατινιές, χτυπήματα κάτω από τη μέση, γλείψιμο στις εταιρείες διανομής προκειμένου να τους εξασφαλίσουν μια συνέντευξη με τον Τσακ Νόρις (για αυτό κι εγώ θα έγλειφα). Κανένας καινούργιος λόγος, κανένα παράθυρο κι αυτό φαίνεται από τα πόσα εισιτήρια κόβουν οι ταινίες που εξυμνούν. Τρία χιλιάρικα, το πολύ.
Ποια είναι λοιπόν αυτή η κάστα που δεν μπορείς να την καταγγείλεις; Πληρωμένες ή δημοσιοσχετίστικες κριτικές, απoκλεισμός από την εταιρεία διανομής ως ανεπιθύμητος αν δεν γράψεις ότι τους συμφέρει ή τους ξεμπροστιάσεις. Αυτό είναι το σκηνικό σήμερα και αναρωτιέμαι ποιος κρίνει αυτόν που κρίνει; Αν φωνάξεις την αντίθετη με το σύνολο άποψή σου γίνεσαι κατευθείαν γραφικός και απαξιωμένος. Πολλοί θεωρούν αντιεπαγγελματικό όταν κρίνω κριτικούς. Μα αυτό κάνει και όλη η Ελλάδα. Δεν μπορείς να βγαίνεις και να λες κροκόδειλους σύμφωνα με τα συμφέροντα σου. Ούτε να αφιερώνεις δισέλιδο στο απαυτό της Αντέλ αδιαφορώντας για την ταινία και μετά να είσαι διαδρομίστας σε διάφορα γραφεία, να σνομπάρεις και να κλέβεις δουλειές άλλων. Με τι ηθική ρε θα κρίνεις ένα έργο τέχνης όταν είσαι ανήθικος. Οι κριτικοί αισθάνονται ότι κάθονται κάπου στον Όλυμπο και παρακολουθούν με το ζόρι ταινίες. Και λέω με το ζόρι γιατί τις μισές προβολές τις βλέπουν μιλώντας στο κινητό τους. Ήρθε λοιπόν η ώρα να κριθούν κι αυτοί και η σπάνια αξιοπρέπεια τους. Όχι μόνο στο σινεμά, αλλά και στο θέατρο που δεν σε καλούν όταν ξέρουν ότι ξέρεις πως το έργο είναι φόλα μέχρι την γευσιγνωσία της μίας φράουλας πάνω σε ταρτάρ μέχρι τη μουσική.
Τυχαία τώρα που έγραφα, έπαιζε η τηλεόραση το «Κι αν ξυπόλητη χορεύω» με την Καιτούλα και βλέπω μουσική Κώστας Τουρνάς. Αυτό δηλαδή που το βάζεις, στα έντεχνα ή στα άτεχνα; Το τι ακούω και βλέπω στα φεστιβάλ δεν περιγράφεται. 8 το πρωί ο διπλανός μου άπλυτος να τον πιάνει ροχαλητό και μισή ώρα αφού έχει τελειώσει το έργο και να έχει και άποψη. Ειμαστε η μοναδική Ευρωπαϊκή χώρα που έχει μπλέξει τις έννοιες «κριτικός» με «κινηματογραφικός και κοσμικός ρεπόρτερ». Άντε να γράψεις πως μια ταινία είναι σκουπίδι την ώρα που η εταιρεία σου έχει πληρώσει εισιτήρια και διαμονή στο Λος Άντζελες. Από εκεί και πέρα, όλοι εμείς, μαζί, ας ιδρύσουμε μια αστυνομία κριτικής με όπλο την απαξίωση (κι ας είμαι κι εγώ μέσα στους απαξιωμένους). Γιατί πολλά έχουν δει τα μάτια μου όμως η υπερανάλυση σε έντυπα των 10.000 είναι κάτι που πλέον το διαβάζεις μόνο την ώρα του καμπινέ. Δεν σου λέω να μη διαβάζεις κριτικές, σου λέω πως δεν είναι θέσφατο και πρέπει να πάρεις θέση απέναντι τους.
Σχόλια για αυτό το άρθρο