Δεν είναι πρωτόγνωρο σε περιόδους κρίσεων – όπως αυτή που ζούμε – οι άνθρωποι να καταφεύγουν σε συνωμοσιολογικά αφηγήματα. Σε τέτοιες εποχές ο κόσμος φαντάζει ακατανόητος, τρομακτικός και απειλητικός. Οι άνθρωποι χάνουν την αυτοπεποίθηση τους καθώς παρατηρούν να διαρρηγνύεται η κανονικότητα και η συνέχεια της κοινωνικής ζωής. Αυτή η απουσία ελέγχου δημιουργεί τη βαθιά ανάγκη για ευταξία, έστω και φανταστική. Οι θεωρίες συνωμοσίας εξυπηρετούν την ψυχολογική ανάγκη των ανθρώπων να κατανοήσουν, να εκλογικεύσουν και να προσδώσουν νόημα στα γεγονότα και με αυτόν τον τρόπο να αισθανθούν καλύτερα. Τα απλοϊκά αφηγήματα των θεωριών συνωμοσίας έχουν το πλεονέκτημα πως καθιστούν τα γεγονότα ευανάγνωστα. Έτσι οι άνθρωποι αποφεύγουν το τρομακτικό θέαμα ενός χαοτικού και απρόβλεπτου κόσμου στον οποίο και οι χειρότεροι εφιάλτες μπορούν να πραγματοποιηθούν.
Αν και η θεματολογία των θεωριών συνωμοσίας ποικίλει, μπορεί κανείς να εντοπίσει σε αυτές κάποια κοινά γνωρίσματα. Ένα πρώτο χαρακτηριστικό που διακρίνει τους υποστηρικτές των θεωριών συνωμοσίας είναι η καχυποψία και η αποστροφή προς τα «επίσημα» αφηγήματα – επιστημονικά, δημοσιογραφικά, πολιτικά – και η αναζήτηση μιας «εναλλακτικής» ερμηνείας για τα γεγονότα. Οι οπαδοί των θεωριών συνομωσίας βλέπουν γύρω τους πλεκτάνες καθώς «τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται», «μας λένε ψέματα», «κάτι μας κρύβουν». Έτσι, στρέφονται για την ενημέρωση τους σε περιθωριακές – κατά κανόνα – ιστοσελίδες και αμφίβολης εγκυρότητας πηγές.
Ένα δεύτερο γνώρισμα που χαρακτηρίζει όσους εμφορούνται από συνωμοσιολογικές αντιλήψεις είναι η αδυναμία τους να συλλάβουν πως κάποια γεγονότα απλώς συμβαίνουν κατά τύχη. Ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι απρόβλεπτος και συχνά χαοτικός. Καλά και κακά πράγματα συμβαίνουν σε καλούς και κακούς ανθρώπους, κατά πως φαίνεται τυχαία. Για τη συνωμοσιολογική σκέψη όμως «τίποτα δεν είναι τυχαίο». Ό,τι συμβαίνει εξυπηρετεί απαραιτήτως κάποιο σκοπό ή είναι αποτέλεσμα κρυφών προθέσεων, συνήθως αυτών που «ωφελούνται» από τα γεγονότα. Την ψυχολογική διάσταση αυτού του φαινομένου περιέγραψε ο Ουμπέρτο Έκο: η φρίκη που νιώθουν οι άνθρωποι μπροστά στην τύχη δημιουργεί διαρκώς την ανάγκη να επινοούν ιστορίες που ερμηνεύουν τα γεγονότα. Ιδωμένες υπ’ αυτό το πρίσμα, οι θεωρίες συνωμοσίας αποτελούν μυθολογική εκδοχή μιας αιτιώδους ερμηνείας της τύχης.
Λόγου χάρη, ο συνωμοσιολογικός νους δεν μπορεί να αποδεχτεί πως ο νέος κορονοϊός είναι αποτέλεσμα τυχαίας φυσικής εξέλιξης. Ο συνωμοσιολόγος αναζητά παντού προθέσεις και δόλο. Αποφαίνεται πως ο ιός είναι δημιούργημα κάποιου νοσηρού νου που απεργάζεται το κακό της ανθρωπότητας και που θα βγει ωφελημένος από αυτή την ιστορία. Τα συνωμοσιολογικά αφηγήματα είναι όμως διάτρητα σε κάθε λογικό έλεγχο. Οι γενετικά παρασκευασμένοι ιοί φέρουν συγκεκριμένα «ίχνη» στο γονιδίωμά τους, κάτι που δεν έχει διαπιστωθεί για τον νέο κορονοϊό. Ο συνωμοσιολόγος όμως κωφεύει στις αντιρρήσεις των επιστημόνων, γιατί ποσώς τον ενδιαφέρει η προσέγγιση της αλήθειας. Το συνωμοσιολογικό αφήγημα εξυπηρετεί άλλο σκοπό: την ψυχολογική ανάγκη για τάξη και νόημα.
Θα πρέπει ίσως να αναγνωρίσουμε πως όσοι καταφεύγουν σε συνωμοσιολογικά αφηγήματα διακατέχονται από διάθεση για ανεξάρτητη σκέψη. Αποτελεί όμως η συνωμοσιολογία υγιή μορφή κριτικής σκέψης; Είναι γεγονός πως οι απαντήσεις που προσφέρουν οι θεωρίες συνωμοσίας προσδίδουν λογικότητα και νόημα στα γεγονότα. Αυτή όμως η λογικότητα δεν είναι ορθολογισμός· τα συνωμοσιολογικά σενάρια δε στέκουν σε κανένα λογικό έλεγχο και είναι αδύνατο να επαληθευθούν. Πρόκειται για απλοϊκά αφηγήματα που απογυμνώνουν τον κόσμο από την πολυπλοκότητα και αποδίδουν μοναδική αιτία σε ένα σύνολο φαινομένων. «Το να αμφιβάλλουμε για τα πάντα ή να πιστεύουμε στα πάντα» – αναφέρει ο Ανρί Πουανκαρέ – «είναι δυο εξίσου βολικές λύσεις που μας απαλλάσσουν από το να σκεφτόμαστε». Στα δύο αυτά άκρα συναντώνται οι συνωμοσιολόγοι: είναι ταυτόχρονα εύπιστοι και καχύποπτοι, αφελείς και δύσπιστοι.
Γεννάται όμως το ακόλουθο ερώτημα: γιατί η εύκολη πρόσβαση στην πληροφορία και την επιστημονική γνώση που προσφέρει το διαδίκτυο δεν περιορίζει την απήχηση τέτοιων ανορθολογικών και συνωμοσιολογικών αφηγημάτων αλλά αντίθετα τη μεγεθύνει; Πολλές φορές, όταν οι άνθρωποι αναζητούν πληροφορίες – γράφει το μακρινό 1922 ο Γουόλτερ Λίπμαν – δεν το κάνουν με στόχο την αναζήτηση της αλήθειας. Απεναντίας, εστιάζουν σε πληροφορίες που ενισχύουν τα στερεότυπα και τις ήδη εδραιωμένες πεποιθήσεις τους.
Υπάρχει άραγε τρόπος να καταστούν οι άνθρωποι λιγότερο επιρρεπείς σε ανορθολογικά αφηγήματα; Η απάντηση σε τέτοια ερωτήματα καταλήγει να είναι συχνά η ίδια: είναι εφικτό μέσω μιας εκπαίδευσης προσανατολισμένης στην καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και του ορθολογισμού, που προσφέρει εξοικείωση με την επιστημονική γνώση και μέθοδο. Η κατανόηση της επιστημονικής μεθόδου είναι, ίσως, σημαντικότερη στην εποχή μας, όπου τα δεδομένα συνεχώς μεταβάλλονται και η γνώση συνεχώς συμπληρώνεται. Πολίτες που κατανοούν, ή που είναι διατεθειμένοι να καταβάλλουν την απαραίτητη προσπάθεια για να κατανοήσουν τον κόσμο, είναι λιγότερο φοβικοί και συνεπώς λιγότερο επιρρεπείς στην παραμυθία που προσφέρουν τα συνωμοσιολογικά παραμύθια.
Σχόλια για αυτό το άρθρο