Ήταν ωραία ιδέα, να παρουσιαστεί στο Μέγαρο Μουσικής, η “Αυλή των θαυμάτων” του Ιάκωβου Καμπανέλλη, για να τιμηθούν τα 100 χρόνια από την γέννηση του συγγραφέα. Το έργο παρουσιάστηκε με τη μορφή μιούζικαλ και εδώ ο Στέφανος Κορκολής με το μεγάλο του ταλέντο έγραψε υπέροχη μουσική πάνω στους ευαίσθητους και ευρηματικούς στίχους του Γεράσιμου Ευαγγελάτου. Το ωραιότερο τραγούδι για μένα ήταν τα “Αστεράκια” που τραγούδησε τόσο τρυφερά ο Μάνος Βακούσης. Αλλά και στα άλλα τραγούδια των πρωταγωνιστών, ο συνθέτης και ο στιχουργός δημιούργησαν μικρά διαμαντάκια και έδωσαν στο έργο μια νέα, πιο σύγχρονη εκδοχή. Η μουσική εκτελείται από ζωντανή ορχήστρα, υπό την διεύθυνση του μαέστρου Αναστάσιου Συμεωνίδη.
Δυστυχώς το “φρεσκάρισμα” του έργου, που έκανε η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, με μια πιο σύγχρονη γλώσσα και με σημερινές καταστάσεις, δεν πέτυχε. Ήταν σαν να είχε πάρει μια κλασσική ντοματοσαλάτα με φέτα και κρεμμύδι και την παρουσίασε σαν σαλάτα με ντοματίνια, αφρό από κατσικίσιο τυρί και καραμελωμένα κρεμμύδια! Έτσι όμως και το κλασσικό έχασε την αξία του και το μοντέρνο δεν μπόρεσε να το αναπληρώσει. Πάντα σκέφτομαι σε τέτοιες απόπειρες, τι θα έλεγε ο συγγραφέας αν ζούσε σήμερα. Δεν νομίζω ότι θα του άρεσαν του Καμπανέλλη σκηνές σαν εκείνη που η Αννετώ λέει προστυχόλογα, ούτε η σκηνή με το παιχνίδι “Αν ήσουν αυτοκίνητο, τι αυτοκίνητο θα ήσουν;” ούτε οι γκέι αναφορές. Θα έπρεπε να βρεθεί κάποια άλλη λύση, φιλική προς το κείμενο.
Το σκηνικό και τα κοστούμια της παράστασης που έφτιαξε η Ελένη Μανωλοπούλου, ο φωτισμός του Αλέκου Αναστασίου και οι κομμώσεις του Daniel Αθανασίου ήταν σημαντικοί παράγοντες της παράστασης. Κατόρθωσαν να σχολιάσουν το κείμενο και να ενώσουν ενδυματολογικά, το παρελθόν με το παρόν. Το ίδιο και οι χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού. Με μέτρο και φαντασία, βοήθησε ένα μεγάλο θίασο να κινηθεί έτσι ώστε η ροή της μιας σκηνής να διαδέχεται απρόσκοπτα την άλλη. Μπράβο στον Χρήστο Σουγάρη που σκηνοθέτησε ένα λαϊκό θέαμα με μέτρο, ταλέντο και αγάπη. Μετά από τις επιτυχημένες “Βάκχες” εδώ δείχνει για άλλη μια φορά την ικανότητά του να χειρίζεται ένα πολυπρόσωπο θίασο, αναδεικνύοντας τις δυνατότητες του κάθε ηθοποιού ξεχωριστά.
Και μιας και μιλάμε για ηθοποιούς, η Ρούλα Πατεράκη ήταν εξαιρετική, η Αννετώ που έπαιξε ήταν του “τότε” και του “τώρα”. Κάθε φορά και καλύτερες, η ευαίσθητη Κατερίνα Παπουτσάκη και η δυναμική Κόρα Καρβούνη, με εντυπωσιακές φωνητικές δυνατότητες. Πάντα γοητευτική η Φιλαρέτη Κομνηνού μαζί με τον γλυκύτατο Δημήτρη Πιατά, δημιούργησαν ένα συγκινητικό ντουέτο. Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης σωστός, στο πλαίσιο του ρόλου του. Ο Αλέξανδρος Βάρθης είναι ένα ταλεντάκι που θα λάμψει περισσότερο στο μέλλον. Το σόλο του ήταν από τα highlights της παράστασης όπως και κάθε εμφάνιση της ταλαντούχας Μαρίας Διακοπαναγιώτου. Δυστυχώς, ο Γιώργος Γάλλος, με εξαίρετη φωνή και παρουσία, δεν ήταν τόσο πειστικός στο ρόλο του Στέλιου. Από την αρχή ήταν τόσο ηττοπαθής, που μας “μαρτύρησε” την εξέλιξη του χαρακτήρα του. Ξέραμε από πριν πώς θα καταλήξει ο Στέλιος. Όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί, ήταν επαρκείς στους ρόλους τους και φωνητικά σωστοί, κάτι που ήταν σπάνιο παλιά. Σε γενικές γραμμές ήταν μια έντιμη παράσταση, που λειτούργησε σαν κιβωτός μνήμης και σαν αφορμή για τα εξαιρετικά τραγούδια του Γεράσιμου Ευαγγελάτου και του Στέφανου Κορκολή.
Σχόλια για αυτό το άρθρο