Όπως και τα μάτια του ΤΑΖ μετά από μια ελληνική ταινία σαν χάδι από θλιμμένο ξωτικό που όμως μπορεί να σου γελάει.
ΑΠΟ ΕΡΩΤΑ
Βαθμολογία: 7 / 10
Μπορεί μια ταινία να είναι ταυτόχρονα σύγχρονη και φευγάτη αλλά με μια παλιομοδίτικη με την καλή έννοια, συνέπεια στον στόχο της και την αφήγηση της; Να αρνειται συνειδητά την ένταξη της στο σινεμά τέχνης ή το εμπορικό σινεμά ή τι άλλο να ‘χαμε να λέμε; Να είναι απλά ταγμένη στο συναίσθημα της και την όσο πιο άμεσα, μπορεί να γίνει η μετάδοση του στο θεατή; Να γκαζώνει ταυτόχρονα στην υπέρβαση έχοντας στέρεα τα πόδια της στη γη, γυμνά, όπως είναι σε όλη σχεδόν την ταινία τα πόδια της Σμαράγδας Καρύδη;
Είχα δει το θεατρικό του Θοδωρή Αθερίδη με πρωταγωνιστές τον ίδιο και τη Σμαράγδα κάποια χρόνια πριν, από επαγγελματική υποχρέωση. Πήγα στα καμαρίνια μετά δακρυσμένος. “Από έρωτα” ή από την απώλεια του, ή από την δειλία μου απέναντι του και την ασυμβατότητα των δηλώσεων μου πάνω στον έρωτα, με τις πράξεις.
Δύο μέρες πριν συναντήθηκα ξανά, κινηματογραφικά αυτή τη φορά με το “Από Έρωτα”. Είχα μεγάλη αγωνία πραγματικά, γιατί από την πρώτη φορά είχα δει τις κινηματογραφικές του ικανότητες. Δεύτερον χωρίς να είμαστε φίλοι τρέφω μια ιδιαίτερη συμπάθεια τόσο για τη Σμαράγδα όσο και για τον Θοδωρή και φοβόμουν μια πιθανή αποτυχία. Σε εκείνη την περίπτωση όσο κι αν δεν είναι αντικειμενικό για έναν κριτικό (και τι είναι στο κάτω κάτω αντικειμενικό;) απλώς θα το βούλωνα και δε θα έγραφα τίποτα.
Τρίτον, επειδή δεν κατάλαβα ποτέ μου με τι κριτήριο στη νεοελληνική μυθοπλασία χαρακτηρίζεται κάτι ως καλό, πολύ καλό, κακό, καινοτόμο ή αριστούργημα. Δεν θα μπω σε αυτήν την παγίδα, θα γράψω απλά ότι το έργο του Αθερίδη ήταν μία από τις ελάχιστες ανεπιτήδευτες ελληνικές θεατρικές εκπλήξεις και εισπρακτικές επιτυχίες, σε αντίθεση με πολλές βαρύγδουπες, κλαψούρες κενότητας κι υπερεγώ που αναγνωρίζονται ως αριστουργήματα.
Ένα αντισυμβατικό αλλά απόλυτα κατανοητό εγκεφαλικά και συναισθηματικά, σχεδόν αναρχικό παιχνίδι χαρμολύπης. Πόνου και απελευθέρωσης. Επιλογών και πρέπει. “Υγειούς” πεζοτητας και παράβασης στο όνομα του έρωτα. Δράματος και κομψής κομεντί, αυτό που οι αγγλόφωνοι λένε δράμεντι. Λαϊκού και σοφιστικέ χωρίς αυταρέσκεια. Απλού αλλά σύνθετου, όπως οι χαρακτήρες του που ναι, θες να τους αγκαλιάσεις, ακόμα και την (ας πούμε) πιο κακιά της υπόθεσης. Ο Θοδωρής τους έκανε ανατομία χωρίς όμως να τους πετάξει τα ζωτικά όργανα, όπως έκανε και στην αντίφαση του έρωτα. Δημιουργώντας μια καθαρή απόλαυση.
Κι ευτυχώς το ίδιο έγινε και με την ταινία. Που εκ των πραγμάτων αλλάζει μερικά στοιχεία από το θεατρικό, αποκτώντας τη δική της υπόσταση, αλλά κερδίζει το στοίχημα. Ο Αντώνης (Θοδωρής Αθερίδης) είναι ένας πυροσβέστης, που σε μια επείγουσα κατάσταση δείχνει ότι έχει αρχίσει να χάνει τον ψυχολογικό του έλεγχο. Συζεί με τη Ρωσίδα νοσηλεύτρια Νατάσα (Παναγιώτα Βλαντή) με την οποία πρόκειται να παντρευτεί σε λίγες μέρες. Επιστρέφοντας σπίτι του, βρίσκει να τον περιμένει ο μεγάλος έρωτάς του, η Άννα με την οποία έχουν χωρίσει. Ο έρωτας μεταξύ τους δεν έχει τελειώσει και μετατρέπεται σε ένα λεκτικό παιχνίδι ανταλλαγής φράσεων θυμού, απορίας, άρνησης και αποδοχής.
Όταν η Νατάσα μαθαίνει για τη συνάντηση του με την Άννα αρχίζει να ανησυχεί και επικοινωνεί αμέσως με τον συνάδελφο και κολλητό φίλο του Αντώνη, που τον υποδύεται με ντόμπρα φυσικότηα ο Γιώργος Χρυσοστόμου. Από τα πρώτα πλάνα της συνάντησης του Αντώνη με την Άννα καταλαβαίνουμε ότι κάτι μυστήριο συμβαίνει. Άκουσα αρκετούς να παραπονιούνται για το πόσο προφανές είναι αυτό. Σόρι κι όλας αλλά είστε βλάκες. Το μυστήριο αποκαλύπτεται στα 20 λεπτά της ταινίας κι αυτό αποδεικνύει πως δεν ήταν αυτός ο στόχος του Αθερίδη. Να παίξει δηλαδή με το μυαλό σου. Θα ήταν πολύ εύκολο.
Ο στόχος του είναι να παίξει με το μυαλό σου σε άλλο επίπεδο. Σε αυτό που παίζει με το μυαλό του Αντώνη. Όσον αφορά το “λογικό” και το “παράλογο”. Την επιλογή ανάμεσα στην πρέπουσα συμπεριφορά και την ευτυχία που μπορεί να σου προσφέρει η τρέλα, όταν έρχεται “Από Έρωτα”. Φαντάζομαι πως πολλοί ψυχίατροι θα αφρίσουν με τον χειρισμο του Αθερίδη αλλά αυτό με κάνει ακόμα πιο ευτυχισμένο με το έργο.
Ο Αντώνης και η Νατάσα θα παντρευτούν. Όμως η Άννα θα συνεχίσει να εμφανίζεται συνεχώς, ακόμα και όταν κοιμούνται, ταράζοντας τις ισορροπίες που μας επιβάλλονται. Η ψυχιατρική με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη σε έναν μικρό guest αλλά ερμηνευμένο σαν διακριτικό κλείσιμο ματιού ρόλο θα προσπαθήσει να επέμβει. Την ώρα που κάποιοι από τους ήρωες έχουν κρυμμένα και μερικά πολύ καλοστημένα στο μοντάζ flash back συν τη Μάρθα Καραγιάννη σαν μητέρα της Αννα, σε ένα επίσης πανέμορφο guest, θα δώσουν απαντήσεις.
Στην οθόνη (όπως και στη ζωή όπως λένε οι φήμες) το ταίριασμα των δύο πρωταγωνιστών είναι το πιο όμορφο που έχω δει μεταξύ τους από ποτέ. Η Σμαράγδα είναι μια αέρινη απόλαυση παιδήλικου, με μια γκάμα εκφράσεων, από το διάπλατο γέλιο της ως το κλάμα και τον παιδικό θυμό της, που αντλεί αναφορές από μια ντουζίνα διαφορετικών θεατρικών ειδών τα οποία φτάνουν ως το κουκλοθέατρο. Ο Θοδωρής έχει μια αφοπλιστικά βασανισμένη αθωότητα, μπλεγμένος σε μια δύσκολη απόφαση ζωής, σαν ένας 40άρης Πίτερ Παν, που θες να του φτιάξεις μαγεμένα γεμιστά και να του τα πας για να φάει σαν άνθρωπος.
Η Παναγιώτα Βλαντή κάνει κάτι πολύ λάθος και κάτι πολύ σωστά. Η προφορά της σαν ρωσσίδα, είναι για τα μπάζα. Εντελώς. Πετάει κάτι κουλές φράσεις τύπου “πάω στη σπίτι” αλλά χωρίς κανένα αξάν. Κάτι που την κάνει περισσότερο να μοιάζει με κάποια που έχει πάθει εγκεφαλικό επεισόδιο. Ευτυχώς, τόσο η εμπειρία της όσο και η κατεύθυνση που της δίνει σαν χαρακτήρα ο Αθερίδης, τη σώζουν από την καταστροφή. Επιτρέποντας της να εκφράσει την αντιφατικότητα των συναισθημάτων της με το βλέμμα της. Την ώρα που η υποπλοκή στο σενάριο στην οποία συμμετέχει, μάλλον θα ήθελε περισσότερη προσοχή, γιατί εδώ μοιάζει λίγο με ένθετο.
Σκηνοθετικά η κάμερα του Αθερίδη δείχνει έναν άνθρωπο με αίσθηση του κάδρου, της ομορφιάς αλλά και της υπόγειας αναίρεσης της. Του ρεαλισμού και του στιλιζαρίματος του. Του συναισθήματος και της απομυθοποίησης του. Όπως και σεναριακά, με τους ήρωες του αποσυμπιέζουν την κατάσταση ατακάροντας σε φορτισμένες σκηνές, που έκαναν όλη την αίθουσα να γελάσει.
Ιδεολογικά, όσον αφορά εμένα προσωπικά, το βέλος προς το στόχο του, βρήκε κέντρο. Ο έρωτας είναι τρέλα, είναι χορός, είναι ζωή και θάνατος, είναι κάτι που μπορεί να υπάρχει μόνο στο μυαλό μας αλλά αυτό αρκεί για να υπάρξει. Η ελευθερία έρχεται μόνο όταν η επιλογή σου αντιμετωπίζει το όποιο κοινωνικό κόστος της, και γίνεται εισιτήριο για ένα ταξίδι που δεν έχει σημασία και δεν σε νοιάζει ποιο θα είναι το τέλος του. Πώς ήταν το χαμόγελο των “Θέλμα και Λουίζ” πριν πέσουν στον γκρεμό; Κάπως έτσι. (Όχι, μην μπερδευτείτε, οι ήρωες της ταινίας δεν αυτοκτονούν εδώ).
Φίλοι μετά την προβολή με ρώτησαν πως μου φάνηκε. Τους είπα με πιο απλά λόγια αυτά που σας γράφω. Μα μου λένε, “δε στενοχωρήθηκες;”. Απάντησα “ αισθάνθηκα σαν ένα παιδί που βλέπει κάτι όμορφο χωρίς να ξέρει αν φέρνει καταστροφή ή ζωή. Σαν ενήλικας που βλέπει τον εαυτό του σαν θεατής να γίνεται παιδί, με την γνώση του χρόνου που περνάει και αυτών που δεν μπορούν λογικά να επιδιορθωθούν αλλά μέσα σου μπορούν να ανθίσουν”.
Έγραψα την παραπάνω ας πούμε κριτική ακούγοντας ηλεκτρονική μελαγχολική dance μουσική από τα 90’ς. Αυτά τα τραγούδια που συνυπάρχει η αγάπη, το μελό, και το σινθεσάιζερ για να στα μετατρέψει σε χορό, γιορτή. Σημείωση εδώ, για ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια που έχει γράψει ο Κραουνάκης εδώ και πολύ καιρό, ερμηνευμένο από την Ελεονώρα Ζουγανέλη και την guest τραγουδιστική εμφάνιση έκπληξη της Λένας Κιτσοπούλου.
Γυρνώντας σπίτι έστειλα μήνυμα σε έναν φίλο: “Τι ελευθερία ομορφιάς με την τρέλα σαν αναρχικό ελιξίριο χαράς κι επαναστάσης απέναντι στη σύμβαση. Πόσο έλαμπαν η Σμαράγδα και ο Θοδωρής να παίζουν ένα παιχνίδι χαρμολύπης και αθωότητας σαν να μην υπάρχει κάμερα. Απλά σαν να ζούνε έναν μοιρασμένο ύπνο με αλληλοσυμπηρωματικό όνειρο. Σαν υδάτινο παιχνίδι εξαγνισμού από την μικροαστική ισοπέδωση του συναισθήματος. Είμαι γεμάτος ηρεμία και γελαστή μελαγχολία.”
Εκείνο το βράδυ, δεν έκανα αυτό που συνηθίζω τα βράδια. Να μπαίνω σε τσοντοsite ή site γνωριμιών που όλοι μας έχουμε τους πισινούς μας φωτογραφία. Γιατί δεν ήθελα να κοιμηθώ με φαντασιώσεις από μηχανικό σεξ. Αλλά “Από Έρωτα”.
Σχόλια για αυτό το άρθρο