Ο Μάικλ Μαν του θρυλικού “The Heat” επιστρέφει με το “Blackhat”. Δυστυχώς. Aναρωτιέμαι αν ήρθε ο καιρός να αποχαιρετίσω ακόμα έναν αγαπημένο μου σκηνοθέτη, παρακολουθώντας ένα χάι τεκ θρίλερ, υψηλής αισθητικής, αλλά χαμηλής νοημοσύνης κι έμπνευσης. Κάποια στιγμή άρχισα να ανησυχώ σοβαρά, σε σημείο να σκέφτομαι ότι χρειάζομαι γιατρό. Έμπαινα στην αίθουσα του κινηματογράφου (πληρώνοντας, για να το απολαύσω και να μη το δω σε δημοσιογραφική 10 το πρωί με την τσίμπλα στο μάτι) σε ταινίες που περίμενα πως και πως, από αγαπημένους μου ή λιγότερο αγαπημένους μου σκηνοθέτες, και είτε με έπαιρνε ο ύπνος, είτε έβγαινα έξω και δεν θυμόμουν σχεδόν τίποτα. Όπως με το “Exodus” του Ρίντλεϊ Σκοτ. Κι έρχεται το αποκορύφωμα. Βράδυ Πέμπτης, με φρέσκο Μάικλ Μαν. Ναι, αυτόν τον υπέροχο στιλίστα σκηνοθέτη που δημιούργησε το τηλεοπτικό “Miami Vice” και μετά έκανε αριστουργήματα σαν το “Heat”, τον “Tελευταίο των Μοϊκανών”, το “Insider”.
“Βlackhat” λέγεται η τελευταία ταινία του, και είναι ένα κυβερνοθρίλερ δράσης με τον Κρις Χέμσγουορθ και τη Βαϊόλα Ντέιβις. Έπρεπε από την αρχή να ψυλλιαστώ ότι κάτι περίεργο συμβαίνει αλλά πότε ψυλλιάζεσαι εγκαίρως τη στραβή όταν είσαι καψούρης; Το περίεργο εν προκειμένω είναι ότι παραδοσιακά, τα αμερικάνικα στούντιο, τον Ιανουάριο κυκλοφορούν στις αίθουσες ότι είναι κατιμάς και τους περίσσεψε. Διαφορετικά αν το πίστευαν και με τέτοιο όνομα σκηνοθέτη από πίσω, θα το είχαν τρέξει ή πριν το τέλος του χρόνου να προλάβουν και την οσκαρική περίοδο, ή θα το κρατούσαν για μετά. Αλλά το έβγαλαν Ιανουάριο.
Οπτικά, το στιλ του Μαν είναι παντού (αν και πολλοί έγραψαν ότι κι αυτό δεν λειτουργεί). Προσωπικά γουστάρω τρελά το πως ο τύπος αξιοποίησε από τους πρώτους, τη ψηφιακή κάμερα, δίνοντας της νουάρ βάθος κι ατμοσφαιρικές αντανακλάσεις φωτός. Κατορθώνει να εγκλωβίζει μέσα στην επίπεδη λογική της, ολόκληρες πόλεις και να αναδεικνύει λεπτομέρειες που απογειώνουν την κινηματογραφική αίσθηση. Να είναι επιδειξιομανής και ταυτόχρονα μετρημένος, ευρηματικός στις λήψεις του και την ίδια ώρα γειωμένος. Με αίσθηση ρυθμού, σκηνές συμπλοκών που ακόμα και εδώ, είναι “χορογραφίες” πολύ πιο πάνω από το μέσο χολιγουντιανό όρο και διάφορα άλλα τρικάκια που σε ευχαριστούν και δείχνουν την αγάπη του για την εικόνα. Όχι τυχαία θεωρείται ένας από τους πλέον “αρχιτεκτονικούς” σκηνοθέτες στη δόμηση των πλάνων του και την τοποθέτηση των ηρώων του σε αυτά. Και στη συγκεκριμένη ταινία, το πετυχαίνει ξανά, μαζί με μερικές φαντεζί ψηφιακές λήψεις του κόσμου των pc. Των καλωδίων που μας συνδέουν, το μέσα μέρος ενός πληκτρολογίου κλπ.
Έχει δηλαδή όλα τα φόντα για τη δημιουργία μιας συναρπαστικής ταινίας. Δεν έχει τα βασικότερα. Πρωταγωνιστή και ιστορία. Ή μάλλον μια ιστορία που να βγάζει νόημα και να σε παρασύρει. Καταδικασμένος ευφυής χάκερ (ο Χέμσγουορθ σε ρόλο που δεν του ταιριάζει με καμία δύναμη) συνεργάζεται με τις αρχές για την εξάρθρωση ενός δικτύου ηλεκτρονικού εγκλήματος με αφορμή την έκρηξη ενός πυρηνικού αντιδραστήρα στην Κίνα. Με το δίκτυο να έχει σχέση στην επιφάνεια του με μεταφορές χρημάτων από εμπόριο σόγιας, κάποιες άλλες εκρήξεις κι ένα βαθύ μυστικό με το βασικό κακό που μέχρι να φτάσουμε ως εκεί, νοσταλγούμε την εποχή που ανοίγαμε το pc μας απλώς για να παίξουμε πασιέντζα. Από το Λος Άντζελες στο Χονγκ Κονγκ και την Τζακάρτα, ο Μάικλ Μαν κάνει ένα απολαυστικό optika ταξίδι που κι αυτό όμως θυμίζει στο πιο ξεπεταγμένο του, παλιότερες δουλειές του. Ενώ το σενάριο, βουλιάζει σε άκυρες “εκπλήξεις”, ατάκες του πουθενά, ενίοτε χοντρές “λύσεις”, αδιάφορο φινάλε κι ένα love story που είναι τόσο καυτά ερωτικό και έχει τόσο βάθος όσο μια διαφήμιση τηλεμάρκετινγκ για οικονομικές σόμπες.
Kι είναι πραγματικά κρίμα ειδικά από έναν σκηνοθέτη που ξέρεις και βλέπεις ακόμα κι εδώ τις δυνατότητές του, να τον βλέπεις 6 χρόνια μετά το μέτριο -αν και υπερφιλόδοξο- “Public Enemies” να υποφέρει από κάτι πολύ σημαντικό. Την επιλεκτική έλλειψη πάθους. Γιατί αν μπορούσε να μεταφέρει το μισό από το πάθος του για την εικόνα, στο στόρι και τους χαρακτήρες του, τα πράγματα θα ήταν αλλιώς. Δυστυχώς, όσον αφορά στην αφήγηση της ιστορίας του, απλώς διεκπαιρεώνει ένα δυνητικά συναρπαστικό χάι τεκ θρίλερ της σημερινής εποχής, δημιουργώντας μια σειρά από σκηνές και επεξηγήσεις που συνδέονται μεταξύ τους με συνδετήρες.
Με αποτέλεσμα, βγαίνοντας από την αίθουσα να έχεις το χαμόγελο του ηλίθιου. Χαμόγελο γιατί είδες κάτι με με αισθητική άποψη και στιλ που σου προκάλεσε τέρψη, ηλίθιου γιατί δεν θυμάσαι τι ακριβώς ήταν η υπόθεση και γιατί έγινε όλος αυτός ο χαμός.
BLACKHAT
Βαθμολογία: 5 – 10
Σχόλια για αυτό το άρθρο