Πόσους αγαπημένους σου σκηνοθέτες να κηδέψεις σε μια χρονιά; Και τον Κρόνεμπεργκ; Και να πεις πως δεν το προσπαθεί ο κακομοίρης; Εκεί όμως είναι το πρόβλημα. Ότι το παραπροσπαθεί. Και το κάνει πάνω κάτω με τον ίδιο τρόπο, μετά την τελευταία του αποτυχία, το “Cosmopolis”. Στοιβάζοντας μια χούφτα σταρ σε σουρεάλ σάτιρα της ματαιοδοξίας, του χρήματος και εν προκειμένω του Χόλιγουντ, που όσο πιο πολύ προσπαθεί να δείξει μοντέρνα, τόσο πιο παλιακή και γερασμένη προκύπτει. Όπως μάλλον και ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Που προσπαθώντας με το ζόρι να μας πείσει για το εύρος της δημιουργικής γκάμας του τα τελευταία χρόνια, απαξιώνει αυτό που ήξερε να κάνει καλύτερα και γι ‘αυτό τον αγαπήσαμε. Ή μάλλον λάθος. Δεν το απαξιώνει. Προσπαθεί να το μεταλλάξει τύπου “κοιτάχτε με, εξελίσσομαι”. Aν το νομίζεις και το χαίρεσαι, κουβέντα δεν μου πέφτει. Αλλά αισθάνομαι ότι τα γηρατειά σου πέφτουν βαριά. Και φέτος ειδικά, μετά τον Φίντσερ, τον Ρίντλεϊ Σκοτ και τον Μάικλ Μαν, έλεος κι από σένα.
Όταν το είδα στις Κάνες έγραψα στο facebook ότι μάλλον ήρθε η ώρα να τον κηδέψουμε κι αυτόν. Εντάξει, υπερέβαλα λίγο αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι το φιλμ είναι σαν σύνολο μια αποτυχία παρά τις επί μέρους μαγκιές του. Δραματική και ψιλοσουρεάλ σάτιρα του χολιγουντιανού μικρόκοσμου και της ματαιοδοξίας που δεν ξέρει που να το πάει και που να το φέρει και πως να εστιάσει σε ένα πράγμα από την ιστορία του ή να το εξηγήσει σε επίπεδο πέρα από την επιθεώρηση. Όπως έγραψε κι ένα ξένο έντυπο, είναι λίγο απ’ όλα. “Sunset Boulevard”, “O Παίχτης”, “Mulholland Drive”. Με αρχικά κωμική διάθεση που μετά πάει σε πιο δράμα, μια δόση αιμομιξίας, συν την Τζούλιαν Μουρ σε ρόλο ξεπεσμένης σταρ. Ναι και;
Η Τζούλιαν κέρδισε το βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο φεστιβάλ, κέρδισε όμως και κάτι παραπάνω σε μια τεράστια καριέρα εξαιρετικών εμφανίσεων από το να κάνει τον εκτός ελέγχου κλόουν σε μια εκτός ελέγχου ταινία που η βασική της υπερηφάνεια είναι το πόσο εκτός ελέγχου είναι; Ειδικά από ένα σκηνοθέτη που φημίζεται για την ικανότητα του, όσο εξωφρενικές κι αν είναι οι καταστάσεις που περιγράφει, να καταφέρνει με έναν μοναδικό τρόπο να τις κρατάει μετρημένες σε κλινική πτέρυγα αποστείρωσης κι ελέγχου; Εδώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Και η διείσδυση του στην χολιγουντιανή σχιζοφρένεια μοιάζει τόσο ενημερωμένη όσο με κάποιον που νομίζει ότι στην Πλάκα βρίσκεται η γνήσια Αθήνα και ο καλύτερος μουσακάς.
Το να σε βάλω μέσα στην υπόθεση, είναι περιττή ιστορία γιατί το παιχνιδάκι παίζεται σαν μια σαρκαστική μετασαπουνόπερα με διάφορους χαρακτήρες στερεότυπα του Χόλιγουντ, αποκαλύψεις, διαπλεκόμενες ιστορίες, μια δόση μεταφυσικού και μερικές πραγματικά κακογυρισμένες κορυφαίες σκηνές. Όλο αυτό έχει σε αρκετά σημεία την πλάκα του, όπως θα είχε και το ανέκδοτο ενός τρελού. Λογικά αυτό είναι το point. Πως όλο αυτό που παρακολουθείς είναι το ανέκδοτο ενός τρελού με παραισθήσεις.
Όμως δεν μπορείς να γελάσεις με τον πόνο του τρελού επομένως όταν η ταινία σε αναγκάζει να το κάνεις κάτι περίεργο υπάρχει όσον αφορά την ηθικότητα της σάτιράς της. Η οποία παράγεται με την έγκριση αυτών ακριβώς που σατιρίζει, επομένως, ούτε δήλωση με κοχόνες απέναντι σε αυτό που καταγγέλει το λες. Το λες απλώς, επιφανειακό, επιδεικτικά διαννουμενίστικο κι ενίοτε κακόγουστο εντυπωσιασμό. Που ενώ ονομάζεται “Oδηγός Επιτυχίας” δεν έχει προνοήσει να διαθέτει έστω και έναν στοιχειώδη χάρτη πορείας.
ΟΔΗΓΟΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ – MAPS TO THE STARS
BAΘΜΟΛΟΓΙΑ: 5 – 10
Σχόλια για αυτό το άρθρο