Έχουν περάσει πάνω από εκατό χρόνια από τότε που εμφανίστηκαν τα πρώτα περίπτερα στην Ελλάδα. Στην αρχή πουλούσαν κυρίως τσιγάρα και εφημερίδες. Σιγά σιγά, με τον καιρό, προσθέσανε κι άλλα προϊόντα όπως τσίχλες, σοκολάτες κ.λπ. Μετά ήρθανε τα χαρτομάντηλα, οι ασπιρίνες και τα προφυλακτικά. Γενικά προσφέρανε χρήσιμα και άχρηστα πράγματα σε σημεία κομβικά και με ωράρια μακρινά.
Μερικά, που βρίσκονται σε πολύ κεντρικά μέρη, δεν κλείνουν ποτέ. Πάντα θα υπάρχει κάποιος ξενύχτης, κάποιος νυχτοκαματιάρης που θα χρειαστεί κάτι από τα είδη τους. Υπάρχουν περίπτερα τοπικά που εξυπηρετούν συγκεκριμμένη περιοχή ή δρόμο και υπάρχουν και περίπτερα international που εξυπηρετούν πολύ ιδιαίτερα σημεία της Αθήνας.
Όπως αυτά της πλατείας Κολωνακίου και μάλιστα όχι όλα, αλλά τα μισά, δηλαδή δύο. Αυτά έχουν ξεπεράσει εδώ και χρόνια την έννοια του περιπτέρου. Έχουν εξελιχτεί σε άλλο είδος σημείου λιανικής πώλησης. Κάτι σαν την Amazon που ξεκίνησε πριν 15 περίπου χρόνια πουλώντας βιβλία από το διαδίκτυο και σήμερα έχει γίνει ίσως η μεγαλύτερη επιχείρηση λιανικής πώλησης στον κόσμο.
Ότι θελήσει η ψυχή σου και ψάξεις στο διαδίκτυο, πρώτη και καλύτερη θα εμφανιστεί αυτή. Έτσι και στα δικά μας περίπτερα της πλατείας θα βρείτε, από πούρα μέχρι παραφαρμακευτικά, από αναψυκτικά και παγωτά μέχρι σοκολατάκια, οδοντόπαστες και πολλά παιδικά παιχνίδια.
Από περιοδικά δε, είναι λίγα τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά καταστήματα που προσφέρουν περισσότερους τίτλους. Κάποτε που υπήρχαν και τα ελληνικά, μαζί με τις προσφορές τους, γέμιζαν ολόκληρους τοίχους, τώρα τη θέση τους πιάνουν τα εισαγόμενα. Ο υπερκαταναλωτισμός που μας είχε κυριεύσει, είχε οδηγήσει τους έξυπνους επιχειρηματίες που τα διαχειρίζονται να τα εφοδιάσουν με του «πουλιού το γάλα». Όμως όλα αυτά τα προϊόντα πιάνουν χώρο και μάλιστα στην πιο ακριβή εμπορική πιάτσα της Αθήνας. Φαντάζομαι θα έχετε ακούσει τα τρελλά νούμερα των εκατομμυρίων ευρώ για τον «αέρα»που χρειαζόταν για να αποκτήσει κάποιος ένα τέτοιο κατάστημα.
Οι αξίες αυτές βέβαια αντανακλούσαν και αντανακλούν την τεράστια εμπορικότητα της πλατείας. Άρα και για τα περίπτερά μας το ζητούμενο ήταν πως θα αποκτήσουν περισσότερο χώρο για να προσφέρουν όλα αυτά τα άπειρα προιόντα που εμπορεύονται.
Η λύση ήταν φυσικά η επέκταση προς κάθε κατεύθυνση. Και τι πιο απλό και αποτελεσματικό από την καταπάτηση του δημοσίου χώρου των πεζοδρομίων. Εδώ γίνεται σαν σπόρ τόσα χρόνια σε τόσα ακίνητα του δημοσίου, για λίγα τετραγωνικά θα ιδρώσουμε; Και μη μου πείτε ότι πληρώνεται ο Δήμος γι΄αυτά. Διότι γνωρίζουμε ότι ο Δήμος για κάθε κατάστημα που πληρώνει για να χρησιμοποιεί χώρο του πεζοδρομίου για καθίσματα, τραπέζια κ.λπ. τον οριοθετεί με λευκές γραμμές συνήθως και επίσης, αστυνομεύει αυστηρά την τήρηση των ορίων αυτών. Επιπλέον, πάντα αφήνει αρκετό χώρο για την άνετη κυκλοφορία των πεζών.
Εδώ, όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες, η κατάληψη αφορά επέκταση τύπου «συνεχώς επεκτεινόμενης τσόντας» με προκλητική άγνοια-αδιαφορία για οποιαδήποτε αισθητική κακοποίηση του περιβάλοντος χώρου.
Το αποκορύφωμα μάλιστα της αυθαιρεσίας αυτής πραγματοποιείται τις Κυριακές όταν απλώνονται οι Κυριακάτικες εφημερίδες πάνω σε αναποδογυρισμένα πλαστικά καφάσια για να μην κάθονται στις πλάκες του πεζοδρομίου.
Δεν μπορεί να γίνονται όλα αυτά σε συμφωνία με τον Δήμο. Δεν γίνεται να εμποδίζεται η κυκλοφορία των πεζών σε δύο κεντρικά σημεία της πόλης για να δουλεύουν ασταμάτητα αυτά τα δύο περίπτερα.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Πως μπορούν και συνεχίζουν ανενόχλητοι και συνεχώς επεκτείνονται οι κύριοι αυτοί τη στιγμή που λίγο να βγεί έξω από τα όρια ένα τραπεζάκι ή μία καρέκλα στα διπλανά καφέ, θα επέμβει η Δημοτική Αστυνομία με τσουχτερά πρόστιμα;
Σχόλια για αυτό το άρθρο