Ο ΤΑΖ σε προειδοποιεί: αν δεν έχεις δει ακόμα την ταινία – μάγεμα, τότε δεν έχεις κάνει Χριστούγεννα και δεν έχεις λόγο να παρακολουθήσεις τα φετινά Όσκαρ. Γιατί πολύ απλά μετά από χρόνια πλήξης θα γίνει ολοκαύτωμα, εφόσον το «La La Land» αντιμετωπίζει έναν «αγριεμένο» outsider.
Ακόμα κι ο Έλληνας ο οποίος για λόγους που δεν θέλω να αναπτύξω για να μη γίνω υβριστικός (ας πούμε τσομπανοβλαχιάς κι αμορφωσιάς κι ανικανότητας να αφεθεί στο παραμύθι μολονότι κατάγεται από τη χώρα που γέννησε το παραμύθι και το μιούζικαλ αν υπολογίσεις τα χορικά της αρχαίας τραγωδίας) του έχει δώσει χοντρικά μια συμπαθέστατη (αλλά τσίπικη για τα διεθνή δεδομένα της ταινίας) 70άρα χιλιάδες εισιτήρια (το επίπεδο του μέσου θεατή πάντα θα προτιμά την «Ρόζα της Σμύρνης» επειδή του θυμίζει τηλεόραση κι αισθάνεται ασφαλής). Όλος ο πλανήτης, κυριολεκτικά και χωρίς καμία υπερβολή συζητάει για την ταινία απόλυτο φαβορί των Όσκαρ. Όμως σε πιο περιορισμένο κύκλωμα μιλώντας αριθμητικά, αλλά πολύ πιο έντονο μιλώντας καλλιτεχνικά, παθαίνουν κοκομπλόκο με μια άλλη ταινία που μπορεί για λόγους που εξηγώ παρακάτω, να πάρει το στέμμα του θρόνου. Το πρόβλημα και για τις δύο ταινίες όσον αφορά τα Ελληνικά δεδομένα είναι αυτό που έχω ακούσει πολλές φορές από «φιλότεχνους» διανομείς: «Οι ταινίες που τραγουδάνε και χορεύουν (δηλαδή το “La La Land”) ενδιαφέρουν μόνο τις αδελφές και οι ταινίες με αράπηδες (παρακάτω θα μάθεις ποια) κλείνουν σινεμάδες». Αθήνα πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης τώρα παρακαλώ.
ΓΙΑ ΤΟ «LA LA LAND»:
+1. Είναι ένα αριστούργημα χαρμολύπης, χρωμάτων, και ειρωνικού αλλά σεβαστικού φόρου τιμής στο τεχνικολόρ χολιγουντιανό μιούζικαλ αναβιώνοντας με έναν περίεργο συνδυασμό κλασσικού και μεταμοντέρνου, ένα πολύπαθο και αδικημένο κινηματογραφικό είδος. Το μυστικό του; Ότι το απολαμβάνεις σκέτο με ζάχαρη ή γλυκόπικρο με δεύτερο επίπεδο.
+2. Τεχνικά άψογο, συναισθηματικά πλούσιο κι αισθητικά αιθέριο σαν ψευδαίσθηση μια πτήσης την ώρα που δεν ξεχνά να σου υπενθυμίσει ότι βρίσκεσαι στο έδαφος σε ένα τζαζ αυτοσχεδιαστικό κρυφτούλι με τον αφελή ρομαντισμό σου και τη γείωση του. Ποτέ στη ζωή σου τα τελευταία χρόνια δεν ένιωσες τέτοια επιθυμία να γίνεις αεροσυνοδός.
+3. Δύο χρόνια πριν, ο σκηνοθέτης Ντανιέλ Σαζέλ με τη δεύτερη ταινία του («Whiplash» – «Χωρίς Μέτρο») είχε αφήσει άφωνους κοινό και κριτικούς, κέρδισε 3 Όσκαρ ενώ ήταν υποψήφιος και για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Όλοι τον περίμεναν στην γωνία αν πρόκειται για παιδί θαύμα ή τζούφιο πυροτέχνημα και παρέμειναν στη γωνία τους άφωνοι.
+4. Οι διακρίσεις που κέρδισε το «Whiplash» δεν είναι τίποτα μπροστά στο προοσκαρικό σάρωμα βραβείων κάθε θεσμού, ένωσης κριτικών, Χρυσών Σφαιρών, πιτσαδόρων (πίστεψέ με, είναι πιο αξιόπιστοι από τις Σφαίρες), λίστες περιοδικών με τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς και τη θέση 23 στη λίστα των καλύτερων ταινιών όλων των εποχών του imdb.
+5. Mιλώντας καθαρά Οσκαρικά, πάνω στην ψυχολογία των μελών της Ακαδημίας, είναι το απόλυτο στανταράκι – σιγουράκι για ψήφο εφόσον ενώνει το μεγάλο μέσο όρο ηλικίας των περισσοτέρων με τους νεότερους κι έχει ταυτόχρονα το άλλοθι μιας ανεξάρτητης μεν, αλλά εντελώς Χολιγουντιανής παραγωγής δε. Δηλαδή εμ σαμπού, εμ κοντίσιονερ.
+6. Το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται κι ο παπάς. Που σημαίνει ότι μέσα σε μια ακραία ζοφερή εποχή, οι «καλλιτεχνικοί» (τι σημαίνει αυτό;) σκηνοθέτες το ξεχείλωσαν με τη μιζέρια και τον κοινωνικοπολιτικό προβληματισμό για διανομή μόνο σε φεστιβάλ κουράζοντας αφάνταστα το κοινό. Απ’ το «La La Land» βγαίνεις τραγουδώντας.
+7. Ο Ράιαν Γκόσλινγκ και η Έμα Στόουν είναι το απόλυτο κινηματογραφικό ζευγάρι της χρονιάς. Σε ένα επιτηδευμένα απλοϊκό σενάριο – κορίτσι με όνειρα σταρ γνωρίζει τζαζίστα με όνειρα σταρ στο Χόλιγουντ, δίνουν στους χαρακτήρες τους αβίαστη κομψότητα και βάθος προκαλώντας σου άμεση ταύτιση με το συναισθηματικό τους ασανσέρ.
+8. «Με ρούφηξε κυριολεκτικά ο συνδυασμός απλότητας και αφηγηματικού οίστρου μαζί με το απίστευτο πρωταγωνιστικό δίδυμο» – The Guardian. «Πέρα από την μεταμοντέρνα της σπιρτάδα η ταινία έχει μια ανοιχτή καρδιά όπως το σινεμασκόπ» – CineVue. «Συναρπαστικό παράδειγμα πάθους και ταυτόχρονα απόλυτου σκηνοθετικού ελέγχου» – Variety.
+9. Μόνο ένας μαυρόψυχος δεν θα το απολαύσει, ένας από αυτούς που ενώ κλαίγονται για την κρίση στην ουσία χαίρονται γιατί έχουν κάτι να δικαιολογήσουν τη μιζέρια τους. Η σκληρή πραγματικότητα δεν σου στερεί το δικαίωμα στο όνειρο, το στερείς εσύ από τον εαυτό σου. Ευκαιρία να ανακαλύψεις ξανά το αδικημένο «One from the heart» του Κόπολα.
ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΔΕΟΣ
-10. Το αντίπαλο δέος λέγεται «Moonlight» και έχει όλα τα φόντα για το μεγάλο μπαμ. Σαν ταινία είναι ένα δραματικό αριστούργημα που σε σφάζει αμείλικτα και σε γλυκαίνει ταυτόχρονα πάνω στην περιπετειώδη ενηλικίωση ενός αφροαμερικάνου gay. Ιδεολογικά, συναισθηματικά, τεχνικά, η σκηνοθεσία του Μπάρι Τζένκινς, η ατμόσφαιρα και οι ερμηνείες είναι συναρπαστικές. Όπου έχει προβληθεί «κλάψανε μανούλες» και το χειροκρότημα έπεσε Αστραπόγιαννος και κουβαλάει επίσης ένα μπαούλο διακρίσεις. Μεγαλύτερο του όμως ατού, το γεγονός της εξιλέωσης των μελών της Ακαδημίας που πέρσι κατηγορήθηκαν για συντηρητισμό και αποκλεισμό των μειονοτήτων. Το “Μoonlight” που έχει συγκεντρώσει το σκορ ρεκόρ 9,9 / 10 στο metascore (δηλαδή παρά ένα εκατοστό αριστούργημα) είναι η απόλυτη ευκαιρία τους να προκύψουν πολιτικά ορθοί, προχώ και υπερασπιστές της ανεξάρτητης κινηματογραφίας με μια ταινία σίγουρο χαρτί όσον αφορά την περαιτέρω αποδοχή – λατρεία της.
Σχόλια για αυτό το άρθρο