Ο Τάκης Μόσχος, εμβληματικός ηθοποιός των ’80s που συνεργάστηκε με πλήθος σημαντικών Ελλήνων σκηνοθετών, πέθανε σε ηλικία 68 ετών μετά από ραγδαία επιδείνωση της υγείας του τους τελευταίους μήνες.
Ταυτισμένος με το ρόλο του Αργύρη στην ταινία – σταθμό «Γλυκιά Συμμορία» (1983) του Νίκου Νικολαΐδη, ο Μόσχος άφησε στο ελληνικό σινεμά ανεξίτηλο αποτύπωμα, μετά από χρόνια αναζήτησης του εαυτού του και της καλλιτεχνικής του ταυτότητας. Από τη Χαλκίδα όπου μεγάλωσε πήγε στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσει Νομική. Σχολή την οποία δεν ολοκλήρωσε, αφού ταξίδεψε στη Γερμανία για να ασχοληθεί στιγμιαίως με την Κοινωνιολογία, προτού την αφήσει κι εκείνη για χάρη της υποκριτικής.
Η επιστροφή στην Ελλάδα συνοδεύεται από ανύπαρκτα χρήματα και φίλους, ενώ χάρη στη γνωριμία του με τον κριτικό κινηματογράφου Παναγιώτη Τιμογιαννάκη σταδιακά δικτυώνεται και ξεκινούν οι πρώτες του δουλειές είτε ως κομπάρσος είτε σε μικρούς ρόλους. Κάπως έτσι βρέθηκε στον πολυσυζητημένο «Άγγελο» (1982) του Γιώργου Κατακουζηνού για τον πρώτο επίσημο ρόλο του, προτού τον ανακαλύψει ο Νικολαΐδης για τη «Γλυκιά Συμμορία» που θα στιγμάτιζε τη ζωή του. Η επιτυχία της ακομπλεξάριστα κουλ ερμηνείας του και ο αντισυμβατικός τρόπος ζωής του χαρακτήρα αλλά και του ίδιου έως ένα βαθμό, ανήγαγαν το Μόσχο σε μορφή του ελληνικού σινεμά.
Οι ρόλοι που επέλεξε σε μια περίοδο μόλις 4 ετών, μετά την «αλητήρια» «Κόντρα» (1983, Βαγγέλης Σερδάρης), επαλήθευσαν το εύρος του ταλέντου του ηθοποιού: στο ρόλο του Πεταλούδα στο «Η Πόλη Ποτέ δεν Κοιμάται» (1984, Ανδρέας Τσιλιφώνης), ως ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης στο «Μετέωρο και Σκιά» (1985, Τάκης Σπετσιώτης), ύστερα συμμετείχε στον τολμηρά πειραματικό «Τόπο» (1985, Αντουανέτα Αγγελίδη), πρωταγωνίστησε στο ρομαντικό φιλμ «Τα Παιδιά του Κρόνου» (1985, Γιώργος Κόρρας), ενώ συνεργάστηκε επίσης με τους Φρίντα Λιάππα («Ήταν Ένας Ήσυχος Θάνατος», 1986) και Νίκο Περάκη («Βίος και Πολιτεία», 1987).
Στα ’90s χαρακτηριστικές είναι οι εμφανίσεις του στα «Οι Αθηναίοι» (1990, Βασίλης Αλεξάκης), «Οι Εραστές στη Μηχανή του Χρόνου» (1990, Νίκος Παναγιωτάτος) και «Ο Χαμένος Θησαυρός του Χουρσίτ Πασά» (1996, Σταύρος Τσιώλης), με το Μόσχο να κρατά παράλληλα συμμετοχές και στην τηλεόραση.
Η σχέση του με τα ναρκωτικά τον οδήγησε σε μια αλλαγή καθημερινότητας, και τα τελευταία 20 χρόνια αποφάσισε να ζήσει στη Σκόπελο, όπου και αφιερώθηκε στο θέατρο, χωρίς όμως να λείπουν οι περιστασιακές κινηματογραφικές δουλειές. Ανάμεσά τους, οι μελαγχολικοί «Αισθηματίες» του Νίκου Τριανταφυλλίδη.
Ο Τάκης Μόσχος υπήρξε ένας από τους πιο αυθεντικούς, ειλικρινής και πιστούς ανθρώπους του σινεμά, αγαπήθηκε όσοι λίγοι από σινεφίλ και μη, και κρατά μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Σχόλια για αυτό το άρθρο