Το Μάιο του 2015, στην Πύλο, αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τον τάφο ενός άνδρα, τον οπoίο ονόμασαν «Γρύπα πολεμιστή». Ο τάφος, γεμάτο με κτερίσματα, προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για τις απαρχές του Μυκηναϊκού πολιτισμού του οποίου οι ήρωες πολέμησαν στην Τροία. Η περιοχή έχει ανασκαφεί ενδελεχώς τον 20ο αιώνα, γι’ αυτό και πολλοί δεν περίμεναν ιδιαίτερα ευρήματα από τη συγκεκριμένη έρευνα. Απέδωσε όμως αυτόν τον άθικτο τάφο και οι αρχαιολόγοι εξεπλάγησαν ευχάριστα.
Η Πελοπόννησος, με τα βουνά και τις άγριες ακτές της, είναι ένα μέρος όπου ο θρύλος και η ιστορία μπερδεύονται. Τα ονόματα των πόλεων και των περιοχών της αντηχούν μύθους, έπη και τραγωδίες: Αρκαδία, Ολυμπία, Αργολίδα, Κόρινθος. Εκεί βρίσκεται και η Σπάρτη βασικός σύμμαχος στην ήττα της Περσικής αυτοκρατορίας από τους Έλληνες, που κατόπιν πολέμησε με την πρώην σύμμαχο της, την Αθήνα που η συντριβή της έληξε τον Χρυσό Αιώνα και διαμόρφωσε τη σκέψη των τραγωδών και των διανοητών της.
Μία χιλιετία πριν, η Πελοπόννησος ήταν η καρδιά του Μυκηναϊκού πολιτισμού, από τους αρχαιότερους που άνθισαν στην Ελλάδα. Ονομάστηκε έτσι από την πόλη της Εποχής του Χαλκού που βρίσκεται στη βόρειο-ανατολική πλευρά της . Στην ακμή του, γύρω στο 1300 πΧ, στις Μυκήνες χρησιμοποιούνταν ένα αλφάβητο που θεωρείται ο πρόδρομος του αρχαίου ελληνικού. Είναι σχεδόν αδύνατο να μελετήσει κάποιος τα αρχαία ερείπια της περιοχής χωρίς να του περάσει από το μυαλό η Ιλιάδα και η Οδύσσεια. Ο γεωγράφος του 2ου αιώνα Παυσανίας πίστευε ότι οι Μυκήνες ήταν η πατρίδα του Αγαμέμνονα, του ηγέτη των Ελλήνων στην Τροία και αυτή η πεποίθηση παραμένει, αν και οι σύγχρονοι ιστορικοί το αμφισβητούν.
Οι αναφορές στο αρχαίο έπος είναι δεδομένες και όσον αφορά την Πύλο, που βρίσκεται στη δυτική ακτή της Πελοποννήσου. Στην Ιλιάδα η «αμμώδης Πύλος» ήταν το σπίτι του Νέστορα, βασιλιά και πολεμιστή. Ήταν ήδη ηλικιωμένος όταν συμμετείχε στην εκστρατεία και από τους τυχερούς που επιβίωσαν. Στην Πύλο υποδέχεται και τον Τηλέμαχο, που έψαχνε για τον πατέρα του Οδυσσέα, αγνοούμενο από τη νίκη στην Τροία.
Το 1939 μία αρχαιολογική ομάδα υπό τον Καρλ Μπλέγκεν του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι ανακάλυψε τα ερείπια ενός παλατιού βορειο-ανατολικά της σημερινής Πύλου. Αμέσως αναγνωρίστηκαν ως Μυκηναϊκά και ως φόρο τιμής, ονομάστηκαν «παλάτι του Νέστορα». Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ανέκοψε τις εργασίες που ξανάρχισαν το 1952 και συνεχίστηκαν για 15 χρόνια, φέρνοντας στο φως το καλύτερα διατηρημένο ανάκτορο από την Εποχή του Χαλκού στην περιοχή του Αιγαίου. Αποκαλύφθηκε μία αίθουσα του θρόνου, λουτρά και αποθήκες που υπογράμμισαν την πολύ-χρηστικότητα των Μυκηναϊκών παλατιών: μία βασιλική κατοικία σε συνδυασμό με λατρευτικό κέντρο και αποθήκες συγκέντρωσης και διανομής της σοδειάς ολόκληρης της περιοχής, που οι αρχαιολόγοι χρονολογούν στην εποχή της ακμής της Μυκηναϊκής Εποχής, γύρω στο 1300 πΧ.
Στους λόφους κοντά στο παλάτι, άλλες ανακαλύψεις υποδείκνυαν μία παλαιότερη φάση. Βορειο-ανατολικά του παλατιού, ένας τάφος σε σχήμα κυψέλης, γνωστός ως Θόλος, ανακαλύφθηκε τη δεκαετία του 1930 και πιστεύεται ότι προηγήθηκε του παλατιού κατά 200 χρόνια, αν και για δεκαετίες δεν έδωσε σημαντικά ευρήματα για την πρώιμη Μυκηναϊκή Εποχή.
Tην άνοιξη του 2015, το Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι ξανάρχισε το πρόγραμμα του στην Πύλο, υπό τη διεύθυνση των καθηγητών Σάρον Στόκερ και Τζακ Ντέιβις. Επικεντρώθηκαν σε ένα ελαιώνα βορειο-ανατολικά του Παλατιού του Νέστορα και επικράτησε ενθουσιασμός όταν ελάχιστα κάτω από την επιφάνεια, ανακαλύφθηκαν ίχνη τοιχοποιϊας. Ήταν τμήματα ενός οκταγωνικού κτίσματος, περίπου 2,5 μέτρων που αναγνωρίστηκε ως τάφος κατασκευασμένος με τη μέθοδο που χρησιμοποιούνταν στην πρώιμη Μυκηναϊκή Εποχή.
Προς μεγάλη έκπληξη της ομάδας, ο τάφος ήταν άθικτος, καλυμμένος από μία σπασμένη πλάκα που πιθανότατα κατέρρευσε λόγω σεισμού και περιείχε ανθρώπινα λείψανα και κτερίσματα όπως όπλα, αγγεία και κοσμήματα. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ήταν ένα δισκίο από ελεφαντοστό διακοσμημένο με ένα γρύπα, που έδωσε και το όνομα στον ένοικό του. Η είσοδος είχε κλείσει σταδιακά από χώμα και αυτό προστάτευσε τον τάφο για χιλιετίες.
Αφού αφαιρέθηκε η πλάκα που είχε γκρεμιστεί, η ομάδα βρήκε κτερίσματα πέρα πάσης προσδοκίας. Πολυάριθμα χάλκινα όπλα ήταν στο πλάι του πολεμιστή: ένα μαχαίρι, ένα ξίφος, τα απομεινάρια μιας πανοπλίας, ένα κράνος από χαυλιόδοντες αγριογούρουνου και μία σπάθα ενός μέτρου με επιχρυσωμένη λαβή.
Αν και η διερεύνηση του τάφου και των ευρημάτων έχει μέλλον, οι αρχικές αναλύσεις έδειξαν ότι ο «Γρύπας πολεμιστής» ήταν ένας άντρας περίπου 30 ετών με ύψος από 1,5 ως 1,8 μέτρα. Δεν ήταν δυνατό να διευκρινιστεί η αιτία του θανάτου. Το σώμα, τυλιγμένο σ’ ένα σάβανο ήταν τοποθετημένο σε μία ξύλινη σαρκοφάγο. Η ταφή αποδεικνύει ότι, αντίθετα με τις περιγραφές στα ομηρικά έπη, η συνήθης πρακτική δεν ήταν η αποτέφρωση σε πυρά.
Στην προσπάθεια να χρονολογηθούν τα ευρήματα δεν μπορούσαν να βασιστούν σε κεραμικά που συνήθως βοηθούν. Όμως, η ανάλυση του χώματος γύρω από τον τάφο επιβεβαίωσε την αρχική εκτίμηση, αρχές της ύστερης Μυκηναϊκής περιόδου και παλαιότερο από το Παλάτι του Νέστορα., γύρω στο 1500 με 1450 πΧ. Συλλέχθηκαν περίπου 1400 αντικείμενα και πολλά συντηρήθηκαν και εκτίθενται στο κοντινό Αρχαιολογικό Μουσείο Χώρας Τριφυλίας. Εκατοντάδες ημιπολύτιμοι λίθοι όπως αμέθυστος, ίασπις, ήλεκτρο, σάρδιος λίθος και αχάτης συλλέχθηκαν. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον ήταν ένα διακοσμημένο περιδέραιο που έχει σημάδια φθοράς και επισκευής της εποχής του. Επίσης, μία χάντρα από φαγεντιανή σε περιδέραιο Αιγυπτιακής κατασκευής που σύμφωνα με τους αρχαιολόγους απέσπασε με βία ο πολεμιστής-γρύπας από το λαιμό του αρχικού της ιδιοκτήτη και επιδιορθώθηκε πριν ταφεί με τον νεκρό Μυκηναίο. 6 ασημένιες κούπες και αρκετά χάλκινα αγγεία φαγητού, όπως και χτένες από ελεφαντοστό και ένας καθρέφτης.
Αυτά τα εξαιρετικά ευρήματα δεν είναι απλά όμορφα αλλά αποδεικνύουν και τις επαφές με ένα άλλο αρχαίο πολιτισμό του Αιγαίου, τους Μινωίτες. Πολλά απ’ αυτά προέρχονται από την Κρήτη, 160 χλμ νοτίως, η οποία άκμασε 5 αιώνες νωρίτερα και αποδεδειγμένα επηρέασε τους Μυκηναίους, ακόμη και στη γραφή. Στην Κρήτη χρησιμοποιούσαν τη Γραμμική Α που υπήρξε ο πρόγονος της Γραμμικής Β των Μυκηνών.
Ίσως το πιο εντυπωσιακό εύρημα είναι ένας σκαλισμένος λίθος, όχι μεγαλύτερος από 2,5 εκατοστά που απεικονίζει τη μάχη δύο πολεμιστών και χρειάστηκε ένα χρόνο να καθαριστεί και να συντηρηθεί. Toν ονόμασαν «αχάτη της μάχης» και είναι εξαιρετικής λεπτομέρειας, πιθανότατα κατασκευασμένος στην Κρήτη με επιρροές και από τους δύο πολιτισμούς.
Από το History Magazine του National Geographic 4 Αυγούστου 2022
Σχόλια για αυτό το άρθρο