Υπήρξε το λεβεντόπαιδο του ελληνικού σινεμά, ο καθηγητής που όλες οι μαθήτριες ήθελαν να ερωτευτούν, ο περιζήτητος γαμπρός που κάθε θεία ήθελε για τις ανιψιές της, ο σοσιαλιστής που ήταν μπελάς για τον εργοδότη του, ο αλήτης που προστάτευε την αρχόντισσά του, εξυπνάκιας και παραμυθάς, αλλά και παλικάρι που δίπλα του είχε μια νεράιδα…Μόνο που το παλικάρι δεν είναι πια εδώ. 14 χρόνια πριν, σαν σήμερα, ταξίδεψε στη γειτονιά των αγγέλων για να τους μάθει κι εκεί το Έρως ανίκατε μάχαν…
Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ γεννήθηκε Αύγουστο και Αύγουστο έφυγε για πάντα. 29 Αυγούστου 1934 γεννήθηκε στον Πειραιά και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Ξεχώρισε πολύ νωρίς για το ταλέντο του και αξιοποιήθηκε αμέσως από το Εθνικό, στο οποίο και πρωταγωνίστησε από το 1957 έως το 1960.
Σπουδαστής ακόμα, κάνει την πρώτη του θεατρική εμφάνιση με ένα μικρό ρόλο στο έργο του Σπύρου Μελά «Ο Βασιλιάς και ο Σκύλος», σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Ροντήρη, και το καλοκαίρι του 1954 κάνει και την πρώτη του εμφάνιση στην Επίδαυρο, στο χορό του «Ιππόλυτου» του Ευριπίδη με πρωταγωνιστή τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Ο πρώτος μεγάλος ρόλος θα έρθει το 1957, στο Εθνικό, με το «Γλάρο» του Τσέχοφ.
Στο Εθνικό Θέατρο παραμένει μέχρι το 1960, με μια ενδιάμεση συνεργασία με το Θέατρο Τέχνης, στον «Θείο Βάνια» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν. Στη συνέχεια με τη βοήθεια της Δέσπως Διαμαντίδου κάνει το δικό του θίασο, με τον οποίο θα περιοδεύσει στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Το 1964 συνεργάζεται με το ΚΘΒΕ και ένα χρόνο αργότερα γίνεται συνθιασάρχης με την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Είχαν προηγηθεί οι μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες «Μανταλένα» το 1960, «Η Αλίκη στο Ναυτικό» το 1961, τα «Χτυποκάρδια στο θρανίο» το 1963, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, ενώ το 1960 συμμετείχε στο «Ποτέ την Κυριακή» και το 1963 στα «Κόκκινα φανάρια».
Έπαιξε στην πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία το 1955, Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας και αμέσως μετά στη Θεία από το Σικάγο και στην Κυρά μας τη μαμή του Αλέκου Σακελλάριου, αλλά και στο Τελευταίο Ψέμα, δίπλα στην Έλλη Λαμπέτη. Και ήταν ο Αλέκος Σακελλάριος εκείνος που τον ένωσε κινηματογραφικά για πρώτη φορά με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, αλλά και εκείνος που τους έφερε πιο κοντά, αφού σε δική του ταινία ερωτεύτηκαν.
Οι δυο τους ως συνθιασάρχες ανεβάζουν το «Κολόμπ» του Ανούιγ, ενώ παντρεύονται το 1965, και τρία χρόνια αργότερα αποκτούν το γιο τους, τον Γιάννη. Το 1970 εγκαινιάζουν το θέατρο «Αλίκη», όπου συνεργάζονται μέχρι το χωρισμό τους.
Μεγάλες δόξες γνώρισε η Αλίκη και ο Δημήτρης. Ήταν και είναι, το απόλυτο καλλιτεχνικό ζευγάρι που αγαπήθηκε όσο κανένα άλλο από τον κόσμο. Ακόμα και μετά το χωρισμό τους, στη συνείδηση του κοινού, έμεινε για πάντα μαζί. Αυτό οφείλεται και στις ταινίες τους που έχουν αγαπηθεί πολύ αλλά και στους ίδιους, που κατάφεραν με το ταλέντο τους και τις προσωπικότητές τους να γίνουν τα πιο λαμπρά αστέρια της Ελλάδας.
Οι μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες ανήκουν στην Αλίκη και στο Δημήτρη. Υπολοχαγός Νατάσα, Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά, Η αρχόντισσα κι ο αλήτης, Η νεράιδα και το παλικάρι, Διπλοπεννιές, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Αστέρω, Η κόρη μου η σοσιαλίστρια, Η Αλίκη στο ναυτικό, Η αγάπη μας, Το πιο λαμπρό αστέρι, Αχ αυτή η γυναίκα μου…θέλετε κι άλλες; Και χωρίς την Αλίκη δίπλα του, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ ήταν αναμφισβήτητα ένας σούπερ σταρ της μεγάλης οθόνης. Κόκκινα φανάρια, Δημήτρη μου Δημήτρη μου, Χαμένα Όνειρα, Ο εξυπνάκιας, Το λεβεντόπαιδο, Παπαφλέσσας και άλλες, όλες μεγάλες επιτυχίες.
Η Δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά
Χαμένα όνειρα
Δημήτρη μου Δημήτρη μου
Η αρχόντισσα κι ο αλήτης
Κόκκινα Φανάρια
Παπαφλέσσας
Η Αλίκη στο ναυτικό
Μετά το χωρισμό του με την Αλίκη, χαράσσει την προσωπική του πορεία στο θέατρο, με σπουδαίους ρόλους και συνεργασίες με την Ελλη Λαμπέτη, την Ελένη Χατζηαργύρη, την Κάτια Δανδουλάκη, τον Σπύρο Ευαγγελάτο και το «Αμφι-Θέατρο», κ.ά. Το 1984 ξανασυναντά θεατρικά την Αλίκη για το «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» του Ράσελ και τη «Φιλουμένα Μαρτουράνο» του Ντε Φιλίπο. Το 1994 βραβεύτηκε από το «Κέντρο Μελέτης και Ερευνας του Ελληνικού Θεάτρου» για την ερμηνεία του στο «Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ». Η τελευταία σπουδαία θεατρική εμφάνισή του ήταν το 1998 στην Επίδαυρο, στην τραγωδία του Σοφοκλή «Οιδίπους επί Κολωνώ». Η τελευταία θεατρική δουλειά του ήταν στο θέατρο «Μπροντγουέι», τη θεατρική σεζόν 2000-2001, με το έργο της Γιασμίν Ρεζά «Τρεις φορές ζωή». Διετέλεσε πρόεδρος του Συλλόγου Ηθοποιών Βορείου Ελλάδος, καθώς και καλλιτεχνικός διευθυντής της σχολής Ίασμος. Δίδαξε υποκριτική στη σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη και σε σεμινάρια του ΚΘΒΕ. Ασχολήθηκε και με τα κοινά ως δημοτικός σύμβουλος στον Πειραιά, κατέχοντας μάλιστα τη θέση του Αντιδημάρχου το 1986.
Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ θεωρείται ένας από τους πιο ταλαντούχους Έλληνες ηθοποιούς με επιβλητική παρουσία είτε πάνω στο σανίδι, είτε στον κινηματογράφο. Ένα σημαντικό στοιχείο του, που τον έκανε να ξεχωρίζει στον κινηματογράφο, ήταν η ικανότητα του να ερμηνεύει με την ίδια άνεση εντελώς διαφορετικούς ρόλους. Η μεγάλη του όμως αγάπη ήταν το θέατρο, όπου ερμήνευσε περισσότερους από 100 ρόλους, μερικοί εκ των οποίων καθήλωσαν το κοινό σε έργα σταθμούς του παγκόσμιου θεάτρου («Ωραία μου Κυρία», «Βυσσινόκηπος», «Μήδεια», «Οιδίπους επί Κολωνώ» κ.α.). Πέρα από το αστείρευτο ταλέντο του στην υποκριτική, είχε μεγάλη έφεση στο λαϊκό τραγούδι και το ζεϊμπέκικο, με συνέπεια να λατρευτεί και για αυτές τις αποδόσεις του από το κοινό.
Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ θα μείνει για πάντα στις καρδιές μας, είτε σαν Πάνος Φλωράς, είτε σαν Κώστας Δέγκλερης, είτε σαν Δημήτρης Ραζέλος, είτε απλά σαν ο Δημήτρης μας…
Σχόλια για αυτό το άρθρο