Όταν ο Χριστός νήστευε στην έρημο 40 μέρες, εμφανίστηκε ο Σατανάς και του είπε: “Αν είσαι ο υιός του Θεού, πες να γίνουν αυτές εδώ οι πέτρες καρβέλια ψωμί να χορτάσουν οι ανθρώποι.” Ο Χριστός του απάντησε ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει και χωρίς ψωμί, εάν το θέλει ο Θεός, δίνοντας έτσι μεγαλύτερη σημασία στο πνεύμα παρά στο σώμα και, σαν μύστης που ήταν, είναι πολύ πιθανό να νήστευε κατά τη διάρκεια της γήινης ζωής του.
Στους μαθητές του όμως είχε δώσει οδηγία: “Όταν επισκέπτεστε κάποια πόλη και σας φιλοξενούν, τρώτε ότι σας προσφέρουν” πράγμα που δείχνει ότι δεν ήταν σχολαστικός σχετικά με το φαγητό. Κάποια στιγμή μάλιστα, όταν οι Φαρισαίοι κατηγορούν τους μαθητές του ότι δεν νηστεύουν, αυτός απαντά: “Ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος.” Πάντως, στα δείπνα που παρέθεταν οι φίλοι και οι κρυφοί οπαδοί του, φαίνεται πως έτρωγε κυρίως ψωμί, φυσικές τροφές, όπως λαχανικά, φασόλια και φακές, του άρεσαν τα φρούτα, ιδίως τα σύκα, και έπινε νερό αλλά και κόκκινο κρασί.
Την περίοδο του Πάσχα, χιλιάδες Ιουδαίοι έρχονταν στην Ιερουσαλήμ για να εορτάσουν παραδοσιακά. Πάσχα στα εβραϊκά σημαίνει πέρασμα και η γιορτή γινόταν εις ανάμνησιν της Εξόδου από τη σκλαβιά της Αιγύπτου στη γη της Επαγγελίας. Εκείνη την ημέρα οι Εβραίοι, όσο φτωχοί και να ήταν, έπρεπε να θυσιάσουν έναν αμνό στο ναό του Σολομώντος. Από τις 12 το μεσημέρι της Πέμπτης μέχρι τις 5 το απόγευμα, χιλιάδες αμνοί, που ήταν αρσενικοί, ενός έτους και άμωμοι (χωρίς κουσούρια), σφάζονταν πάνω στο θυσιαστήριο.
Ο ιερέας ράντιζε τους πιστούς με το αίμα, κρατούσε ένα καλό κοψίδι για το Ναό και το υπόλοιπο το έδινε πίσω. Οι πιστοί έπρεπε να ψήσουν τον αμνό σουβλιστό, προσέχοντας να μη σπάσει κανένα από τα οστά του. Το πασχάλινο δείπνο γινόταν την Παρασκευή από τις 7 το βράδυ μέχρι τα μεσάνυχτα και ο αμνός έπρεπε να καταναλωθεί ολόκληρος το ίδιο βράδυ και τυχόν υπολείμματα να καούν μέχρι το πρωί. Το δείπνο περιελάμβανε επίσης κόκκινο γλυκό κρασί, πικρά χόρτα και ένα χυλό από φρούτα, κρασί και καρυκεύματα.
Ο ιερέας ράντιζε τους πιστούς με το αίμα, κρατούσε ένα καλό κοψίδι για το Ναό και το υπόλοιπο το έδινε πίσω. Οι πιστοί έπρεπε να ψήσουν τον αμνό σουβλιστό, προσέχοντας να μη σπάσει κανένα από τα οστά του. Το πασχάλινο δείπνο γινόταν την Παρασκευή από τις 7 το βράδυ μέχρι τα μεσάνυχτα και ο αμνός έπρεπε να καταναλωθεί ολόκληρος το ίδιο βράδυ και τυχόν υπολείμματα να καούν μέχρι το πρωί. Το δείπνο περιελάμβανε επίσης κόκκινο γλυκό κρασί, πικρά χόρτα και ένα χυλό από φρούτα, κρασί και καρυκεύματα.
Ας έρθουμε τώρα στο Μυστικό δείπνο. Τον είπαν Μυστικό, γιατί οι μαθητές τον ετοίμασαν με άκρα μυστικότητα, σύμφωνα με τις οδηγίες του Χριστού: “Θα πάτε στην πόλη και θα συναντήσετε έναν άνθρωπο που θα κρατάει μια στάμνα με νερό. Θα τον ακολουθήσετε και σε όποιο σπίτι μπει, θα μπείτε και εσείς και θα ρωτήσετε τον σπιτονοικοκύρη: O διδάσκαλος ρωτάει, που θα φάει για το Πάσχα;” Εκείνος θα σας δείξει ένα μεγάλο δώμα, στρωμένο. Εκεί να ετοιμάσετε.” Πήγε λοιπόν ο Πέτρος με τον Ιωάννη και όταν όλα ήταν έτοιμα, ειδοποίησαν τον Χριστό και τους μαθητές να έρθουν.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι δεν κάθισαν όπως τους αναπαριστούν οι πίνακες ζωγραφικής, με τον Ιησού στη μέση ενός μακρόστενου τραπεζιού και τους μαθητές να τον πλαισιώνουν. Αυτό έγινε για λόγους καλλιτεχνικούς, για να μπορούμε να δούμε τα πρόσωπα και τις αντιδράσεις τους στην τελευταία αυτή συνάντηση. Την εποχή εκείνη έτρωγαν σταυροπόδι στο έδαφος, πάνω σε χαλιά και μαξιλάρια ή στην καλύτερη περίπτωση πάνω σε ντιβάνια και ανάκλιντρα. Καρέκλες δεν είχαν, ίσως όμως να υπήρχε ένα χαμηλό τραπέζι για να ακουμπούν τα υπόλοιπα φαγητά. Έτρωγαν με τα χέρια, τα οποία έπλεναν πριν το φαγητό. Όλα τα σκεύη, γαβάθες, πιάτα και ποτήρια, ήταν από πηλό.
Το δείπνο ξεκίνησε με τον Χριστό να πλένει τα πόδια των μαθητών σαν μια ένδειξη μεγάλης ταπείνωσης. Μετά άρχισαν να τρώνε τον άζυμο άρτο και τα πικρά χόρτα. Η παράδοση επέβαλε να πιει κάθε ενήλικος άντρας τέσσερα ποτήρια κόκκινο γλυκό κρασί και ενδιάμεσα ο μικρότερος της παρέας να ρωτάει για τη γιορτή και ο μεγαλύτερος να απαντάει. Στο Μυστικό Δείπνο ο μικρότερος ήταν ο Ιωάννης και ο μεγαλύτερος ο Πέτρος.
Μπορούμε να φανταστούμε τη σκηνή, με τους πεινασμένους μαθητές να τρώνε τον αμνό και τον Χριστό σιωπηλό να τους παρακολουθεί. Ο ίδιος, αυτός που έλεγε συνέχεια ότι είναι ο αμνός του Θεού, στην ψυχολογική κατάσταση που βρισκόταν, δεν έφαγε όχι μόνο κρέας αλλά ούτε άγγιξε κάποιο από τα φαγητά. Το είχε πει εξ΄άλλου από την αρχή: “Λέγω γαρ υμίν ότι ουκέτι ου μη φάγω εξ΄αυτού έως ότου πληρωθεί εν τη βασιλεία του Θεού.” Κάποια στιγμή, στο τέταρτο ποτήρι, ενώ οι μαθητές θα είχαν έρθει πια σε κατάσταση ευθυμίας, “δεξάμενος ποτήριον ευχαριστήσας είπε: διαμερίσατε εαυτοίς, λέγω γαρ ότι ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως όταν η βασιλεία του Θεού έλθη” Βλέπουμε δηλαδή να έχει κάνει “τάμα” ότι δεν θα φάει και δεν θα πιει μέχρι να έρθει η βασιλεία του Θεού.
Μετά, “εταράχθη εν τη καρδία αυτού” και είπε:”Κάποιος από εσάς θα με προδώσει!” ‘Έγινε μεγάλη αναστάτωση και για να δείξει τον προδότη πήρε και βούτηξε μια μπουκιά ψωμί, μέσα στο χυλό και το έδωσε στον Ιούδα. Όταν ο Ιούδας το πήρε και έφυγε, ο Χριστός έκοψε κομμάτια ψωμί και τα έδωσε στους μαθητές του λέγοντας: “Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου!” και μετά πήρε ένα ποτήρι κρασί και είπε: “Πίετε εξ΄αυτού πάντες, τούτο εστί το αιμα μου, το της Καινής Διαθήκης, υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.” Και τέλειωσε με την εντολή: “Tούτο ποιείτε εις εμήν ανάμνησιν…” Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια που είπε στο Μυστικό Δείπνο. Ταραγμένος, απελπισμένος, πεινασμένος, διψασμένος, γνωρίζοντας ποιο μαρτυρικό τέλος τον περιμένει βγήκε να προσευχηθεί στον κήπο της Γεσθημανή…
Μετά, “εταράχθη εν τη καρδία αυτού” και είπε:”Κάποιος από εσάς θα με προδώσει!” ‘Έγινε μεγάλη αναστάτωση και για να δείξει τον προδότη πήρε και βούτηξε μια μπουκιά ψωμί, μέσα στο χυλό και το έδωσε στον Ιούδα. Όταν ο Ιούδας το πήρε και έφυγε, ο Χριστός έκοψε κομμάτια ψωμί και τα έδωσε στους μαθητές του λέγοντας: “Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου!” και μετά πήρε ένα ποτήρι κρασί και είπε: “Πίετε εξ΄αυτού πάντες, τούτο εστί το αιμα μου, το της Καινής Διαθήκης, υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.” Και τέλειωσε με την εντολή: “Tούτο ποιείτε εις εμήν ανάμνησιν…” Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια που είπε στο Μυστικό Δείπνο. Ταραγμένος, απελπισμένος, πεινασμένος, διψασμένος, γνωρίζοντας ποιο μαρτυρικό τέλος τον περιμένει βγήκε να προσευχηθεί στον κήπο της Γεσθημανή…
Σχόλια για αυτό το άρθρο