Η Ariane Labed υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας της, September
Says, μιας κινηματογραφικής διασκευής του γοτθικού μυθιστορήματος Sisters της
Daisy Johnson (της νεότερης υποψήφιας για βραβείο Διεθνές Βραβείο Μπούκερ-Man
Booker International Prize).
Με μία μυστηριώδη ατμόσφαιρα που στοιχειώνει τον θεατή, η ταινία αφηγείται την ιστορία
δύο πολύ δεμένων αδελφών που έχουν δημιουργήσει τον δικό τους κόσμο, ένα
συναρπαστικό και σκοτεινό σύμπαν. Η συγκινητική και καθηλωτική εξερεύνηση της εφηβείας
ζωντανεύει με τις ερμηνείες των Mia Tharia, Pascale Kann και Rakhee Thakrar.

Οι δύο αδελφές Τζουλάι (Mia Tharia) και Σεπτέμπερ (Pascale Kann ) είναι αχώριστες, παρόλο που είναι πολύ διαφορετικές. Η Σεπτέμπερ είναι προστατευτική και επιφυλακτική απέναντι στους άλλους, ενώ η Τζουλάι είναι ανοιχτή και διακατέχεται από περιέργεια για τον κόσμο. Η δυναμική μεταξύ τους είναι πηγή ανησυχίας για τη μητέρα τους (Rakhee Thakrar) που τις μεγαλώνει μόνη της και δεν ξέρει πώς να τις χειριστεί. Όταν η Σεπτέμπερ παίρνει αποβολή από το σχολείο, η Τζουλάι πρέπει να τα βγάλει πέρα μόνη της και αρχίζει να διεκδικεί την ανεξαρτησία της – κάτι που δεν περνά απαρατήρητο από τη Σεπτέμπερ. Η ένταση μεταξύ των τριών γυναικών κλιμακώνεται όταν βρίσκουν καταφύγιο σε ένα παλιό εξοχικό σπίτι στην Ιρλανδία. Εκεί, η Τζουλάι αντιλαμβάνεται ότι η σχέση της με την αδελφή της αλλάζει με τρόπους που δεν μπορεί να κατανοήσει ή να ελέγξει πλήρως. Μία σειρά από σουρεαλιστικές συναντήσεις δοκιμάζουν τα όρια της οικογένειας.

Το εφαλτήριο για την ταινία ήταν το μυθιστόρημα της Daisy Johnson, Sisters.
Η συγγραφέας επεξεργάστηκε πανανθρώπινα θέματα που με άγγιξαν βαθιά:
αδελφικότητα, οικογενειακοί δεσμοί, κληρονομικότητα, εφηβεία, επιθυμία, εξουσία-όλα
μέσα από τα μάτια της Τζουλάι, μιας 15χρονης κοπέλας.
Όταν άρχισα να μελετώ το έργο της, ένιωσα τρομερό άγχος. Ήταν σαν να κρατούσα στο
ένα χέρι κάτι πολύτιμο και στο άλλο ένα νυστέρι για να εκτελέσω μία τομή πάνω του.
Μία δύσκολη διαδικασία λεπτών χειρισμών. Αλλά μου έδωσε την ευλογία της να το
οικειοποιηθώ και ήταν πολύ ενθουσιασμένη με την ιδέα να ανακαλύψει τη δική μου
προσέγγιση στην ιστορία της.
Το μυθιστόρημα θεωρείται “γοτθικό” και χρησιμοποιεί κώδικες τρόμου. Για αυτή την
κινηματογραφική μεταφορά, χειρίστηκα το ζήτημα του είδους με τον μοναδικό τρόπο
που μου φαινόταν αυθεντικός και οικείος· έτσι, τα στοιχεία του τρόμου και της αγωνίας
ενσωματώθηκαν στην τρομακτική εμπειρία των τοξικών σχέσεων. Είναι η λεπτή γραμμή
ανάμεσα στη φροντίδα και την καταστροφή.

Η ταινία September Says είναι μια ταινία για δύο νεαρά κορίτσια που έρχονται αντιμέτωπα
με τον κόσμο, τη μεταμόρφωση που βιώνουν στην εφηβεία καθώς προσπαθούν να
μεγαλώσουν. Μέσα από τα μάτια, τις αισθήσεις και τις εμπειρίες της Τζουλάι εισερχόμαστε
στον κόσμο της, τον οποίο ενορχηστρώνει η Σεπτέμπερ, η κατά δέκα μήνες μεγαλύτερη
αδελφή της. Τα ερωτήματα σχετικά με την προέλευση της εμφανούς ανασφάλειας της
Τζουλάι και της συχνά σαδιστικής εξουσίας που ασκεί η Σεπτέμπερ παραμένουν ανοιχτά,
αν και η ταινία εγείρει το θέμα της φύσης έναντι της ανατροφής.
Θέλω να ακολουθήσουμε τους χαρακτήρες με οδηγό την εσωτερική τους λογική έτσι όπως
αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια μας. Από έναν κόσμο που μας είναι οικείος (σχολείο,
πόλη, σπίτι) σε έναν κόσμο που δίνει χώρο για προβολές και ενδοσκόπηση (το παλιό
εξοχικό, η φύση, η θάλασσα). Προσπαθώ να εξερευνήσω την ένταση που δημιουργεί η
οικειότητα όταν την κοιτάζουμε μέσα από ένα άλλο πρίσμα. Αυτό που μου φαίνεται
ενδιαφέρον είναι η γραμμή ανάμεσα σε αυτό που μοιάζει φυσιολογικό και σε αυτό που
μοιάζει υπερφυσικό. Το ενδιαφέρον μου πηγάζει επίσης από την επιθυμία να δείξω ό,τι
συνήθως κρύβουμε στον κινηματογράφο — μια σερβιέτα, το καθάρισμα της τουαλέτας, το
να πληρώνεις για ένα ποτό σε ένα μπαρ, να αμφιβάλλεις αν ονειρεύεσαι, να κάνεις σεξ
ενώ σκέφτεσαι άλλα πράγματα…

Η ένταση προέρχεται επίσης από αυτά που καταλαβαίνουμε ότι είναι ικανή να κάνει η
Σεπτέμπερ. Η Τζουλάι φαίνεται να κινδυνεύει στο σχολείο και μπορεί να βασιστεί μόνο
στη Σεπτέμπερ για να τη σώσει. Αυτή είναι η καρδιά της συνεξάρτησης μεταξύ των
αδελφών. Η Τζουλάι παίρνει ρίσκα – αλλά όταν αποδέχεται την προστασία της
μεγαλύτερης αδελφής της, πρέπει επίσης να αποδεχτεί τους κανόνες των παιχνιδιών
της. Η Mia Tharia (Τζουλάι) και η Pascale Kann (Σεπτέμπερ) προσέγγισαν τους ρόλους
τους χωρίς να κρίνουν ούτε τους εαυτούς τους ούτε τους άλλους. Ήταν πρόθυμες να
εξερευνήσουν και να είναι αστείες, ενώ βρήκαν ευχαρίστηση στο να χτίσουν αυτούς
τους χαρακτήρες από κοινού.
Η απόλυτη επιθυμία μου να εστιάσω την ιστορία στις αδελφές και τη μητέρα τους, τη
Σίλα, θέτει τους άντρες στο περιθώριο. Ο πατέρας παραμένει οικειοθελώς ένα μυστήριο
και η απουσία του δεν κατέχει κεντρική θέση στην ιστορία. Ο τεχνικός του ίντερνετ είναι
εκεί για να εγκαταστήσει τη σύνδεση και γίνεται το αντικείμενο των σκληρών παιχνιδιών
της Σεπτέμπερ . Ο άντρας στο μπαρ αποδέχεται τη σεξουαλική συναλλαγή που υποκινεί
η Σίλα. Τέλος, ο Τζον είναι εκεί για την πρώτη σεξουαλική εμπειρία και την «αποκάλυψη»
της Τζουλάι. Λειτουργούν σαν βασικοί ρόλοι που εξυπηρετούν τους γυναικείους
χαρακτήρες

Η ταινία γυρίστηκε σε φιλμ· το πρώτο μέρος γυρίστηκε σε 16mm και το δεύτερο σε
35mm. Αυτή η αλλαγή φορμά είναι ένας ακόμα διακριτικός τρόπος να υποδηλωθεί πώς
αλλάζει η αντίληψη της Τζουλάι για την πραγματικότητα. Το φιλμ είναι ένα μέσο που
αγαπώ – όχι μόνο για την αισθητική του, αλλά και για την αίσθηση ότι αυτό που γυρίζεις
είναι πολύτιμο. Ανάμεσα στο «action» και το «cut», ο χρόνος μεταμορφώνεται. Νιώθεις
σαν να μπορείς να ακούσεις το φιλμ να εκτυπώνεται· υπάρχει κάτι τόσο συγκεκριμένο και
απτό σε αυτό. Η υφή του φιλμ προσθέτει μία ακόμη στρώση μυθοπλασίας, νιώθεις ότι
δημιουργείς έναν πίνακα. Υπάρχει η αίσθηση ότι ξεναγώ τον θεατή σε ένα ταξίδι σε έναν
επινοημένο κόσμο. Δεν προσπαθούμε να αναπαραστήσουμε την πραγματικότητα·
δημιουργούμε έναν άλλο κόσμο.
Όπως και στην πρώτη μου μικρού μήκους ταινία (Olla), ήθελα να εστιάσω την προσοχή
μου στα σώματα μέσα στον χώρο και τις αλληλεπιδράσεις τους. Ήθελα να
κινηματογραφήσω σώματα σε αυτούς τους κλειστούς χώρους αλλά και στην
ανοιχτοσύνη που προσφέρει η φύση. Εστίασα σε ευρείες λήψεις που άφηναν χώρο για
την εμφάνιση και την εξαφάνιση των σωμάτων στο κάδρο. Οι αδελφές έχουν μια κοινή
γλώσσα σώματος, που συγχωνεύεται με εκείνη της Σίλα. Μοιράζονται μια μουσικότητα,
σαν έναν ήχο που τις ενώνει, έναν ύμνο. Μέσα από τις στιγμές παιχνιδιού και
αλληλεπίδρασης προσπάθησα να δώσω μια αίσθηση ελαφρότητας στο ύφος της ταινίας.
Η οικειότητα είναι ένα μέρος όπου το ασυνήθιστο συνυπάρχει με το διασκεδαστικό, μία
περιοχή που εξερεύνησα χωρίς πάθος ή μελοδραματισμό.






Σενάριο/Σκηνοθεσία: Ariane Labed
Παίζουν: Mia Tharia, Pascale Kann, Rakhee Thakrar
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Balthazar Lab
Σκηνογραφία: Lauren Kelly
Κοστούμια: Saileóg O’Halloran
Μοντάζ: Bettina Böhler
Μουσική: Johnnie Burn
Με την υποστήριξη του προγράμματος Creative Europe Media της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
20 ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΟΥΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗ FEELGOOD











































Σχόλια για αυτό το άρθρο