«Το καινούργιο κρίνεται κι απ’ αυτόν που το διαβάζει»
Δέκα διηγήματα με κοινό τόπο τις επαγγελματικές δραστηριότητες των ηρώων, έχει στήσει ο Κώστας Περούλης, που έχει κάνει δραματουργική επεξεργασία σε θεατρικές παραστάσεις και συμμετείχε και στη συγγραφή του σεναρίου της βραβευμένης ταινίας Miss Violence, στο πρώτο του βιβλίο με τίτλο Αυτόματα (εκδ. Αντίποδες). Αυτόματες συμπεριφορές, αυτόματες αντιδράσεις, αυτόματες ζωές. Μέχρι να συμβεί το ράγισμα. Και να φανεί η καλά κρυμμένη ιδιαιτερότητα του κάθε ήρωα.
Στα δέκα διηγήματα αυτούς του βιβλίου, οι ήρωες είναι αφομοιωμένοι από έναν αυτοματισμό και την επανάληπτικότητα της εργασίας. Ένας εντατικός εσωτερικός ρυθμός διέπει την κίνηση του σώματος και του νου, και αποτυπώνεται στη γλώσσα των αφηγητώ. Όμως η μηχανική ροή και η μοναχικότητα της εργασίας, οδηγούν τους ήρωες σε μία στιγμή συνειδητοποίησης, καθώς ένα εξωτερικό ερέθισμα τους ωθεί σε μία φευγαλέα κατανόηση του ρόλου, της θέσης και του εαυτού τους. Μέσα από μια ακριβή καταγραφή της πραγματικότητας, που υιοθετεί το ρυθμό και την ιδιόλεκτο του κάθε επαγγέλματος, τα Αυτόματα προσφέρουν μια πιστή εικόνα της κοινωνικής ζωής, αλλά και ένα σημείο φυγής.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Η αλήθεια είναι δεν ξέρω. Ελπίζω οι αναγνώστες να τζογάρουν λίγο – και να ποντάρουν βέβαια πάνω εκεί που προσπαθώ να στήσω το παιχνίδι. Άλλωστε το καινούργιο δεν κρίνεται μόνο απ’ αυτόν που το γράφει αλλά κι απ’ αυτόν που το διαβάζει. Δεδομένου ότι κάθε συγγραφέας κατάγεται από τα διαβάσματα και τις εμπειρίες του, ελπίζω η μίξη των δικών μου να κάνει κάποια διαφορά για κάποιους αναγνώστες. Εν κατακλείδι, αν πρέπει να ξεχωρίσω κάτι, είναι η προσπάθεια για ένα είδος υβριδικού κοινωνικού διηγήματος που δεν ασχολείται με κοινωνικά προβλήματα αλλά με φέτες της σύγχρονης προσωπικής ζωής, όπως διαμορφώνεται μέσα από τους ασθματικούς όρους της σύγχρονης εργασίας.
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Είναι ένα βιβλίο που με αυστηρά τεχνικό όχημα κάποια επαγγέλματα, θέλει να μιλήσει για την κοινωνική ζωή μέσα από την προσπάθεια κατάπαυσης του εαυτού μας τις στιγμές που εργαζόμαστε. Η δουλειά μας είναι ο χώρος και χρόνος που ερχόμαστε σε επαφή με τον έξω κόσμο αλλά όπου αντίθετα από την ελεύθερη κοινωνική επαφή πρέπει να αποβάλουμε ή να εργαλειοποιήσουμε τα συναισθήματα, τις ιδέες, τον ίδιο τον υλικό κόσμο όπου δρούμε. Όμως συγχρόνως είναι αυτή η επαφή, οι σχέσεις και ο υλικός κόσμος της δουλειάς μας που μας επιβεβαιώνουν ότι είμαστε ακόμα εν ζωή. Η δουλειά είναι μια γκρίζα ζώνη προσωπικού και κοινωνικού. Γι’ αυτό και δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει απολύτως η αλλοτρίωση, αργά ή γρήγορα βγαίνει κάτι από τον εαυτό μας – και εκεί ίσως νιώθουμε μέσα μας τις απώλειες. Οι ιστορίες του βιβλίου επιδιώκουν λοιπόν να παρακολουθήσουν από πολύ κοντά τους ήρωες να δίνουν όλον τους τον εαυτό την ίδια στιγμή που αναγκάζονται να τον σβήνουν, και αυτό τελικά τους κάνει ανθρώπινους. Και επειδή κάθε δουλειά ακουμπάει στην πραγματικότητά μας, προσπάθησα να δώσω και μια κάποια εικόνα της ελληνικής κοινωνίας.
Η δουλειά είναι μια γκρίζα ζώνη προσωπικού και κοινωνικού. Γι’ αυτό και δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει απολύτως η αλλοτρίωση, αργά ή γρήγορα βγαίνει κάτι από τον εαυτό μας – και εκεί ίσως νιώθουμε μέσα μας τις απώλειες. Οι ιστορίες του βιβλίου επιδιώκουν λοιπόν να παρακολουθήσουν από πολύ κοντά τους ήρωες να δίνουν όλον τους τον εαυτό την ίδια στιγμή που αναγκάζονται να τον σβήνουν, και αυτό τελικά τους κάνει ανθρώπινους.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Το βιβλίο γράφτηκε σε σχετικό βάθος χρόνου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την σταδιακή διαμόρφωση και συνειδητοποίηση των ενοποιητικών στοιχείων των ιστοριών – πέρα από την κεντρική ιδέα. Υπάρχουν προφανώς λίγοι κοντινοί μου άνθρωποι που με επηρεάζουν, και το στοίχημα πάντα είναι να γίνεσαι πιο ανοιχτός σ’ αυτό. Γενικά, κεντρικό ρόλο για μένα παίζει η εμπειρία μου από τους ανθρώπους και την ζωή. Μεθοδολογικά, μέλημά μου ήταν να συνδιαμορφωθούν κατά το δυνατόν τα στοιχεία της κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής που επέλεξα ή φαντάστηκα ως καθρέφτες της εσωτερικής ζωής των ηρώων, με ένα λογοτεχνικό ύφος που θα μπορούσε να τα μεγαλώσει – μια μίξη δηλαδή ρεαλισμού και φόρμας.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Η παράλληλη εμπειρία μου ως (συν)σεναριογράφου [σ.σ. στην ταινία ««Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά] που βλέπει το σενάριό του (και τον σκηνοθέτη του) να περνάει από χίλια κύματα για να γίνει τελικά η ταινία, με έκανε για καιρό να απωθώ μέσα μου αυτή τη διαδικασία και να θέσω ως προτεραιότητα την ολοκλήρωση της συλλογής. Στους Αντίποδες βρήκα ωστόσο ανθρώπους που κατάλαβαν την προσπάθειά μου και έκαναν τη διαδικασία να μοιάζει πολύ εύκολη.
Σχόλια για αυτό το άρθρο