Η επιστήμη της μεταβολομικής βοηθάει στην βαθύτερη κατανόηση των μηχανισμών πρόκλησης των αυτοάνοσων νοσημάτων, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Neuroimmunology. Οι αυτοάνοσες ασθένειες είναι μεταβολικά νοσήματα που προκύπτουν από διαταραχές του μεταβολισμού και μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα με συνδυαστικές θεραπείες. Ο εντοπισμός και η αποκατάσταση των μεταβολικών μονοπατιών που συνδέονται με την εμφάνιση διαφορετικών νοσημάτων αλλάζει ριζικά τον τρόπο αντιμετώπισης της αυτοανοσίας.
Υπάρχουν πάνω 80 διαφορετικά αυτοάνοσα νοσήματα και μερικά από αυτά όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η νόσος του Chron ή ο ερυθηματώδης λύκος είναι πλέον κοινά.
Πρόκειται για χρόνιες καταστάσεις όπου η αποτελεσματική θεραπεία τους είναι ίσως ή πιο μεγάλη πρόκληση της σύγχρονης ιατρικής. Η επίπτωση των αυτοάνοσων ασθενειών αυξάνει ραγδαία τα τελευταία πενήντα χρόνια, καθιστώντας τα αυτοάνοσα την πρώτη αιτία χρονίων νοσημάτων σήμερα.
Στο σύνολο τους οι ασθενείς που νοσούν από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα είναι πολύ περισσότεροι από όσους νοσούν από καρδιά ή από καρκίνο. Σύμφωνα με τον Αμερικάνικο Οργανισμό Αυτοάνοσων Ασθενειών (AARDA), 50 εκατομμύρια άτομα στις ΗΠΑ πάσχουν από αυτοάνοσα, 22 εκατομμύρια από καρδιολογικά νοσήματα και 9 εκατομμύρια από καρκίνο. Οι αριθμοί είναι αντίστοιχοι και για τον Ευρωπαϊκό πληθυσμό.
Γιατί προκύπτουν τα Αυτοάνοσα
Οι αυτοάνοσες ασθένειες προκύπτουν όταν το ανοσοποιητικό σύστημα δεν αναγνωρίζει τα δικά του κύτταρα και όργανα και τα “βλέπει” ως ξένα, με αποτέλεσμα να τους επιτίθεται και να τα καταστρέφει.
Έχουν γίνει διάφορες υποθέσεις για τις αιτίες της εκδήλωσης των αυτοάνοσων νοσημάτων. Μεγάλος αριθμός μελετών έχουν επιβεβαιώσει ότι εμπλέκονται τόσο γενετικοί όσο και επιγενετικοί παράγοντες στην εμφάνιση τους.
Γενετικοί είναι οι παράγοντες που αφορούν το DNA και τα γονίδια. Αυτό που αποκαλούμε κληρονομική προδιάθεση. Η γενετική αφορά τις προδιαγραφές με τις οποίες κατασκευάστηκε ένας οργανισμός. Αν υπάρχει για παράδειγμα η προδιάθεση να εμφανιστεί μια συγκεκριμένη νόσος, πώς ανταποκρίνονται διαφορετικά άτομα σε βλαπτικούς παράγοντες όπως στο κάπνισμα ή την έκθεση στην ακτινοβολία κ.ο.κ.
Επιγενετικοί είναι όλοι εκείνοι οι παράγοντες που επηρεάζουν την λειτουργία του οργανισμού από την γέννηση και μετά. Η λέξη επί-γενετική σημαίνει πάνω από τα γονίδια. Η επιγενετική αφορά στην παρούσα κατάσταση του οργανισμού και σχετίζεται με το τι έχει μεσολαβήσει κατά τη διάρκεια ζωής του. Αφορά στις επιπτώσεις που έχει η διατροφή, ο τρόπος ζωής, η άσκηση που έκανε ή δεν έκανε ένα άτομο, το ψυχογενές στρες που βίωσε ή βιώνει, τους τοξικούς παράγοντες που έχει εκτεθεί, την επιρροή του περιβάλλοντος που ζει, τις ελλείψεις σε συστατικά απαραίτητα για την λειτουργία και την ανάπτυξη του οργανισμού, την επίδραση των φαρμάκων που έχει λάβει, την επίδραση ιών ή άλλων μικροοργανισμών.
Μέχρι πριν 20 χρόνια, πιστεύαμε ότι στο DNA καταγράφεται η πληροφορία για την κατασκευή και την λειτουργία ενός οργανισμού και ότι αυτή η πληροφορία δεν αλλάζει. Πιστεύαμε ότι κάποιος γεννιέται με συγκεκριμένα γονίδια και αυτά εκφράζουν σταθερά την ίδια πληροφορία.
Αν για παράδειγμα ένα άτομο έχει γονίδια που αναμένεται να κωδικοποιήσουν το χρώμα των ματιών του σε μπλε, θα πρέπει πάντα τα μάτια αυτού του ατόμου να είναι μπλε. Είδαμε όμως ότι αυτό δεν είναι αληθές. Τα γονίδια μας δεν είναι στατικά, είναι δυναμικά και έχουν τη δυνατότητα να προσαρμόζουν τη λειτουργία τους στο περιβάλλον και στις συνθήκες που ζει και αναπτύσσεται ένας οργανισμός. Είναι μάλιστα εντυπωσιακό ότι αυτή η προσαρμοσμένη λειτουργία μπορεί να αποθηκευτεί στο DNA και να περάσει και στις επόμενες γενιές.
Αίτια πέρα από την Κληρονομικότητα
Η ανακάλυψη ότι τα γονίδια αντιδρούν διαφορετικά σε διαφορετικούς επιγενετικούς παράγοντες άλλαξε ριζικά και την κατεύθυνση της έρευνας σχετικά με την ανακάλυψη των μηχανισμών που δημιουργούνται οι ασθένειες και την ανεύρεση νέων θεραπειών.
Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες η έρευνα είχε επικεντρωθεί κυρίως στους γενετικούς παράγοντες και στην ανεύρεση γονιδίων που συνδέονταν με συγκεκριμένες παθήσεις. Πράγματι βρέθηκαν κάποια γονίδια που σχετίζονται με την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος απέναντι σε ξένους εισβολείς. Παρότι όμως έχουν εντοπιστεί αρκετοί τέτοιοι παράγοντες, δεν μπορούν να εξηγήσουν τι πραγματικά συμβαίνει και αναπτύσσονται τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Γι’ αυτό το λόγο σήμερα η έρευνα αλλά και οι θεραπευτικές προσπάθειες επικεντρώνονται στους επιγενετικούς κυρίως παράγοντες, με στόχο την κατανόηση της βιολογίας των αυτοάνοσων νοσημάτων. Γνωρίζουμε πλέον ότι τα γονίδια εμπλέκονται στο 20% περίπου των αιτιών των κοινών ασθενειών, και οι επιγενετικοί παράγοντες στο 80%. Αλλά και στις περιπτώσεις που μπορεί να υπάρχει κληρονομική προδιάθεση, η διαμόρφωση ενός υγιούς τρόπου ζωής μπορεί να μηδενίσει την επιρροή της αρνητικής γενετικής προδιάθεσης.
H επιστήμη που καταγράφει τις επιγενετικές επιρροές σε πραγματικό χρόνο είναι η Μεταβολομική και μας επιτρέπει να αναπτύξουμε νέες πιο αποτελεσματικές προσεγγίσεις και θεραπείες για τα αυτοάνοσα νοσήματα. Η Μεταβολομική μελετά τα μικρά μόρια που λαμβάνουν μέρος στις χημικές αντιδράσεις μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό. Αυτά τα μικρά μόρια ονομάζονται μεταβολίτες και μας δίνουν πληροφορίες για το πως επηρεάζεται η λειτουργία των γονιδίων, τους μηχανισμούς των ασθενειών και την επίδραση που έχουν διαφορετικοί τρόποι ζωής, διατροφικοί παράγοντες, ελλείψεις σε βιταμίνες και άλλα συστατικά αλλά και το περιβάλλον σε διαφορετικά άτομα.
Η μεταβολομική χρησιμοποιείται σήμερα ευρέως:
- στη διάγνωση ασθενειών
- για να εντοπιστούν τα μεταβολικά αίτια των ασθενειών
- για τον εντοπισμό αποτελεσματικών θεραπειών που αφορούν στη διατροφή, στον τρόπο ζωής, στις ελλείψεις του οργανισμού, και στη φαρμακευτική έρευνα και θεραπεία.
Μεταβολομική και Αυτοανοσία
Η μεταβολομική έχει αποκαλύψει μεταβολικά μονοπάτια που εμπλέκονται στην παθογένεση νοσημάτων όπως τα:
– Σκλήρυνση κατά πλάκας
– Ρευματοειδής αρθρίτιδα
– Ελκώδης κολίτιδα
– Νόσος του Chron
– Αυτοάνοσος διαβήτης
– Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
– Κοιλιοκάκη
– Αυτοάνοση ηπατίτιδα
– Ψωρίαση
Κάθε νόσημα συνδέεται και με μια ή περισσότερες διαταραχές σε μεταβολικές διεργασίες. Τα πιο κοινά μεταβολικά μονοπάτια που εμπλέκονται είναι:
– Ο μεταβολισμός των λιπιδίων
– Ο μεταβολισμός της γλυκόζης
– Ο μεταβολισμός των αμινοξέων
– Η ανοσολογική απάντηση του οργανισμού
– Η αντιφλεγμονώδεις μηχανισμοί
– Η οξειδωτική βλάβη
Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι ένα πολύπλοκο βιολογικό σύστημα και πρέπει να το διαχειριστούμε συνολικά ώστε να δώσουμε αποτελεσματικές απαντήσεις και λύσεις.
Συνδυαστικές θεραπείες, το επόμενο βήμα
Η σύγχρονη ιατρική μπόρεσε να κάνει πραγματικά θαύματα από την δεκαετία του ’50 και μετά καταστέλλοντας συμπτώματα μέχρι το σώμα να ολοκληρώσει τις διαδικασίες επούλωσης και φλεγμονής. Αυτό μας οδήγησε να πιστέψουμε ότι αυτή η καταστολή των συμπτωμάτων ήταν από μόνη της θεραπευτική.
Μέσα στα τελευταία 50 χρόνια όμως η αλλαγές που επιφέραμε στο οικοσύστημα του πλανήτη, η μείωση της θρεπτικής αξίας των τροφών έως και 20 φορές και η επιβάρυνση της τροφικής αλυσίδας με τοξικά στοιχεία, οδήγησαν στην ουσιαστική αλλαγή της ισορροπίας του ανθρώπινου οργανισμού ως βιολογικό σύστημα.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι ενώ οι μηχανισμοί επούλωσης επαρκούν ώστε να διορθώσουν βλάβες μικρής διάρκειας (πνευμονία, γρίπη, διάστρεμμα κ.λπ.), αυτό δεν αρκεί στα χρόνια προβλήματα υγείας.
Οι μονοθεραπείες έχουν αποτύχει στα χρόνια νοσήματα – ασθένειες που διαρκούν πάνω από 3 μήνες. Γνωρίζουμε ότι δεν αρκεί ο απλός έλεγχος των συμπτωμάτων και ο στόχος είναι πλέον η επαναφορά του οργανισμού στην φυσιολογική του κατάσταση με συνδυαστικές θεραπείες. Παράλληλα με την ενδεικνυόμενη φαρμακευτική αγωγή θα πρέπει να διορθώνουμε και τις μεταβολικές διαταραχές που αρχικά προκάλεσαν τη νόσο.
Η συνολική μεταβολική προσέγγιση έχει δείξει εντυπωσιακά αποτελέσματα σε χρόνια νοσήματα που καμία άλλη μονοθεραπεία δεν κατάφερε να βοηθήσει μέχρι σήμερα, όπως γι απαράγειγμα στη νόσο Alzheimer.
Μια ολοκληρωμένη σύγχρονη αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων πρέπει να απευθύνεται και στην επαναφορά της φυσιολογικής ισορροπίας του οργανισμού (ομοιόσταση)
Πώς μπορεί να γίνει όμως αυτό;
Μεταβολομική και Εξατομικευμένη Ιατρική
Είδαμε ότι οι παράγοντες που εμπλέκονται στην ανάπτυξη κάθε ασθένειας είναι πολυάριθμοι και μπορούν να διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Ο κάθε ασθενής έχει διαφορετικά γονίδια, έχει ζήσει σε διαφορετικό περιβάλλον, είναι μια μοναδική προσωπικότητα που αντιμετωπίζει διαφορετικά κάθε κατάσταση, αντιδρά διαφορετικά στις φαρμακευτικές αγωγές και έχει συσσωρεύσει διαφορετικές ελλείψεις και τοξικό φορτίο κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Η θεραπεία του κάθε ασθενή πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους αυτούς τους διαφορετικούς παράγοντες και να είναι εξατομικευμένη.
Η έμφαση της ιατρικής σήμερα βρίσκεται στην εξατομίκευση της αντιμετώπισης για τον κάθε ασθενή, και η μεταβολομική είναι το πιο σημαντικό εργαλείο στην εφαρμογή της εξατομικευμένης ιατρικής.
Η διενέργεια Μεταβολομικών Αναλύσεων επιτρέπει στο γιατρό να διαμορφώσει εξατομικευμένη αγωγή με στόχο:
– την βέλτιστη διαχείριση των συμπτωμάτων
– την επαναφορά του οργανισμού στη φυσιολογική του κατάσταση
– την ελαχιστοποίηση των παρενεργειών της φαρμακευτικής αγωγής
Μέσα από την κλινική μας εμπειρία από την εφαρμογή της μεταβολομικής σε χιλιάδες ασθενείς την τελευταία δεκαετία, τόσο στα αυτοάνοσα νοσήματα όσο και στην πρόληψη, μπορούμε να πιστοποιήσουμε ότι η εξατομικευμένη ιατρική μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη σε κάθε ασθενή επιπλέον των μεμονωμένων συμπτωματικών θεραπειών.
Στην Υγειά Σας!
Σχόλια για αυτό το άρθρο