Μια συμπαραγωγή της «Λυκόφως» του Γιώργου Λυκιαρδόπουλου με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.
Μια σφιχτή ομάδα δώδεκα εκλεκτών ηθοποιών μοιράζεται όλους τους ρόλους της τριλογίας του Αισχύλου «Ορέστεια» -συμπεριλαμβανομένου του Χορού- και στα τρία έργα. Με όλες τις δυναμικές της ατομικής, οικογενειακής, πολιτικής και κοινωνικής βίας, αφηγούνται τον κύκλο αίματος μιας οικογένειας ώς τον ιστορικό κύκλο ενός έθνους που πρέπει να θυσιάσει τα παιδιά του, προκειμένου να ξαναγεννηθεί. Όμως η αναγέννηση που βασίζεται σε πολιτικοκοινωνικά οράματα χωρίς τη γονιμοποιητική ευλογία της οικογενειακής αγάπης δεν φέρνει απαραίτητα την λύτρωση.
Η υπόθεση του έργου:
Η «Ορέστεια» του Αισχύλου (458 π.Χ.) είναι η μοναδική συνεχόμενη τριλογία που σώζεται. Τα τρία δράματα της «Ορέστειας» -«Αγαμέμνων», «Χοηφόροι», «Ευμενίδες»- περιπλέκονται γύρω από το μύθο του οίκου των Ατρειδών και τον χρονικό κύκλο που εκκινεί από την άλωση της Τροίας και καταλήγει στην ίδρυση του Αρείου Πάγου.
Στον έναρξη του «Αγαμέμνονα», ο φύλακας των ανακτόρων θρηνεί για τους κόπους της φρουράς και τις συμφορές που πλήττουν τον οίκο των Ατρειδών, όσο καιρό διαρκεί η πολιορκία της Τροίας. Αμέσως, φτάνει το μήνυμα της φλόγας -εκείνο που περίμενε δέκα χρόνια- που αναγγέλλει πως η Τροία αλώθηκε.
Σε λίγο, ο Αγαμέμνων επιστρέφει στις Μυκήνες, νικητής, κατακτητής της Τροίας. Φέρνει μαζί του τη μάντισσα Κασσάνδρα, λάφυρο του στρατού. Τον υποδέχεται με πολυτέλεια η σύζυγός του, Κλυταιμνήστρα, μητέρα της Ιφιγένειας που έχει θυσιαστεί από τον πατέρα της για να ευοδωθεί η εκστρατεία των Αχαιών, του Ορέστη και της Ηλέκτρας. Έπειτα, με δόλο, οδηγεί τον Αγαμέμνονα στο λουτρό και τον δολοφονεί μαζί με την Κασσάνδρα. Τις λεπτομέρειες του φόνου προλέγει η Κασσάνδρα σε μια στιγμή εκστατικής διαύγειας λίγο πριν μπει στο παλάτι, ακολουθώντας τη μοίρα της.
Σύντομα, η πύλη ανοίγει και εμφανίζεται η Κλυταιμνήστρα πάνω από τα πτώματα του συζύγου της και της ερωμένης του, που τα έχει τυλίξει με δίχτυ. Η ανδρόβουλη γυναίκα θριαμβολογεί για την εκδίκηση που πήρε για το θάνατο της Ιφιγένειας, όταν εμφανίζεται ο ομόκλινός της Αίγισθος και συναυτουργός του φόνου. Το έργο κλείνει με τη δυσοίωνη προειδοποίηση του Χορού για επόμενα δεινά.
Στο ξεκίνημα των «Χοηφόρων», η Ηλέκτρα επιχειρεί να προσφέρει χοές στον τάφο του αδικαίωτου πατέρα της, σταλμένη από τη μητέρα της, Κλυταιμνήστρα, που τώρα ξαγρυπνά μέσα σε δυσοίωνα όνειρα, κυριευμένη από άσχημα προαισθήματα. Την ώρα εκείνη επιστρέφει, ύστερα από χρόνια, ο εξόριστος από τη μητέρα του Ορέστης, συνοδευόμενος από τον πιστό του φίλο Πυλάδη και επανενώνεται με την αδελφή του, Ηλέκτρα, σε μία από τις πιο εμβληματικές σκηνές αναγνώρισης του αρχαίου δράματος.
Με την παρότρυνση και του Χορού, ο Ορέστης μηχανεύεται τον κατάλληλο τρόπο για να εισέλθει στο παλάτι, όπου δολοφονεί τον Αίγισθο. Ύστερα, είναι η σειρά της Κλυταιμνήστρας, στην οποία αποκαλύπτει την ταυτότητά του κι έπειτα από βασανιστικούς δισταγμούς και την αναμέτρησή του μαζί της τη δολοφονεί, παίρνοντας εκδίκηση για τον άδικο φόνο του πατέρα. Η πύλη του οίκου των Ατρειδών ανοίγει και πάλι και εμφανίζεται πάνω από τα πτώματα του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας ο Ορέστης, κρατώντας το δίχτυ που τα τυλίγει και επιδεικνύοντας το θέαμα της εκδίκησής του. Πολύ γρήγορα αρχίζει να κυριεύεται από τις Ερινύες και γι’ αυτό τρέπεται σε φυγή.
Στις «Ευμενίδες», ο Ορέστης βρίσκεται πια στους Δελφούς και εξαγνίζεται από τον Απόλλωνα για το φόνο της μητέρας του. Παρ’ όλα αυτά, οι Ερινύες συνεχίζουν να τον κυνηγούν μέχρι την Αθήνα. Εκεί, η Αθηνά παρεμβαίνει ιδρύοντας τον Άρειο Πάγο, όπου παραπέμπει τον Ορέστη για να εκδικαστεί η υπόθεση της μητροκτονίας.
Οι Ερινύες αναλαμβάνουν το ρόλο της πολιτικής αγωγής, ο Απόλλων εκείνον του συνηγόρου υπεράσπισης. Μολονότι προκύπτει ισοψηφία μεταξύ των ενόρκων, ο Ορέστης απαλλάσσεται από την κατηγορία, χάρη στην ψήφο της Αθηνάς, η οποία προεδρεύει του δικαστηρίου. Τέλος, και μετά την αποχώρηση του Ορέστη για το Άργος, οι Ερινύες κατευνάζονται από την επιχειρηματολογία της Παλλάδος και δέχονται τη συμφιλίωση, μετατρεπόμενες σε Ευμενίδες και αποκτώντας χώρο λατρείας στους πρόποδες της Ακρόπολης.
Παίζουν: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης (Ορέστης), Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κλυταιμνήστρα), Νίκος Κουρής (Αγαμέμνων, Τροφός), Στεφανία Γουλιώτη (Ηλέκτρα, Αθηνά), Νίκος Ψαρράς (Απόλλων, Πυλάδης), Άλκηστις Πουλοπούλου (Κασσάνδρα, Πυθία), Δημήτρης Παπανικολάου (Αίγισθος), Ιερώνυμος Καλετσάνος (Κήρυκας), Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης (Φύλακας), Σύρμω Κεκέ (Κορυφαία), Χριστίνα Μαξούρη (Κορυφαία, Δούλα), Πολύδωρος Βογιατζής (Κορυφαίος)
Συντελεστές:
Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης.
Διασκευή-σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς.
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη.
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη.
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος.
Κίνηση: Σταυρούλα Σιάμου.
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος.
Μακιγιάζ: Άννα Μπαλτζή.
Κομμώσεις: Θοδωρής Χριστοδούλου.
Φωτογραφίες: Έφη Γούση.
Video Trailer: Μιχάλης Κλουκίνας.
Βοηθοί σκηνοθέτη: Σύλβια Λιούλιου, Νικολέτα Φιλόσογλου.
Βοηθός σκηνογράφου: Θάλεια Μέλισσα.
Βοηθός παραγωγής: Αλεξάνδρα Μουζακίτη.
Διεύθυνση παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα.
Παραγωγός: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος.
Συντελεστές της τηλεοπτικής απόδοσης από την ΕΡΤ:
Σκηνοθεσία για την τηλεόραση: Τάκης Σακελλαρίου.
Διεύθυνση παραγωγής για την τηλεόραση: Περικλής Παπαδημητρίου.
Εικονολήπτες: Απόστολος Κυριάκης, Γιώργος Παπαϊωάννου, Δαβίδ Βάγγερ, Μιχάλης Ελματζόγλου, Κωνσταντίνος Μάστορας, Παρασκευή Βανάκα, Μανώλης Φιλιππουπολίτης.
Διεύθυνση φωτογραφίας: Χρήστος Μακρής.
Μίξη εικόνας: Αργυρώ Πρωτόπαπα.
Μοντάζ: Χάρης Μαυροφοράκης.
Ρύθμιση εικόνας: Στράτος Μαμαλούγκος.
Video εγγραφή: Ηλιάνα Πρίτσα.
Ήχος: Αριστείδης Κλαδευτήρας, Δημήτρης Φουκαράκης, Δημήτρης Μουστάκας.
Τελική μίξη ήχου: Βασίλης Βασιλάκης
Σχόλια για αυτό το άρθρο