Ψεύτικες ειδήσεις αναπαράγονται συνεχώς στο διαδίκτυο. Και αυτό επιβεβαιώνεται ακόμη και σε μια περίοδο καταστροφής και ανθρώπινου πόνου, όπως τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στην Ανατολική Αττική.
Φωτογραφίες που δεν έχουν καμία σχέση με τη φονική πυρκαγιά που ξέσπασε σε δασική έκταση στην Καλλιτεχνούπολη Ραφήνας στις 23 Ιουλίου 2018 και επεκτάθηκε μέχρι τον Νέο Βουτζά και το Μάτι, δημοσιεύτηκαν στα social media και έγιναν viral. Αναπαράχθηκαν από χιλιάδες χρήστες που ήθελαν να εκφράσουν τη λύπη τους για την εθνική καταστροφή, χωρίς όμως να ξέρουν ότι οι φωτογραφίες παρόλο που είναι πραγματικές, προέρχονται από άλλα τραγικά γεγονότα της ιστορίας.
Μια από τις φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν τις τελευταίες ημέρες, απεικονίζει έναν πυροσβέστη να δίνει «το φιλί της ζωής» σε ένα μικρό γυμνό κορίτσι που έχει χάσει τις αισθήσεις του από τον καπνό που προκλήθηκε από τη φωτιά. Η φωτογραφία ανήκει στον φωτογράφο Ron Olshwanger και τραβήχτηκε έξω από φλεγόμενο διαμέρισμα στο Σαιντ Λούις στο Μιζούρι στις 30 Δεκεμβρίου 1988. Ο πυροσβέστης Adam Long ενημερώθηκε ότι μέσα στο κτίριο που έχει πάρει φωτιά, υπάρχει ένα παιδί. Ήταν η 2χρονη Patricia Pettus, την οποία ο Long προσπάθησε να σώσει με τεχνητή αναπνοή. Ο φωτογράφος Ron Olshwanger απαθανάτισε τη στιγμή. Η μικρή μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Παίδων του Σαιντ Λούις, όπου και υπέκυψε στα τραύματά της, λίγες μέρες αργότερα.
Ο Olshwanger τιμήθηκε για αυτή τη φωτογραφία με βραβείο Πούλιτζερ στην κατηγορία spot news photography το 1989.
Η δεύτερη φωτογραφία που δημοσιεύτηκε και δεν έχει καμία σχέση με τα δραματικά γεγονότα των τελευταίων ημερών, δείχνει έναν συντετριμμένο παππού να κρατά στην αγκαλιά του ένα γατάκι σε ένα καμένο τοπίο. Πρόκειται για τον 83χρονο Ali Meşe από το χωριό Bolu της Τουρκία. Το σπίτι του κάηκε τον Ιανουάριο 2018. Η φωτιά ξέσπασε, όταν ο ηλικιωμένος άνδρας προσπάθησε να ανάψει τη σόμπα του σπιτιού με βενζίνη. Δεν κατάφερε να σώσει τίποτα, εκτός από το μικρό γατάκι.
Η φωτογραφία δημοσιοποιήθηκε από το τουρκικό πρακτορείο Anadolu.
Άλλοι δημοσίευσαν φωτογραφία από τον φλεγόμενο Κάλαμο τον Αύγουστο του 2017. Απεικονίζει τη φωτιά που έκαψε από άκρη προς άκρη την πλαγιά του βουνού.
Αναπαράχθηκε ακόμη και στιγμιότυπο από τη μεγάλη πυρκαγιά στο Λος Άντζελες που ξέσπασε στις 5 Δεκεμβρίου 2017. Η πυροσβεστική είχε χαρακτηρίσει την κατάσταση κινδύνου σε επίπεδο «μοβ», δηλαδή το υψηλότερο που μπορεί να φτάσει. Περισσότεροι από 115.000 άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους, χιλιάδες στρέμματα καταστράφηκαν, μέσα στα οποία ήταν τουλάχιστον 60 σπίτια.
Η φωτιά έσβησε μετά από τέσσερις μέρες.
Γιατί όμως μετά από μεγάλες καταστροφές κυκλοφορούν ψεύτικες φωτογραφίες;
Οι ειδικοί έχουν προσπαθήσει να δώσουν εξήγηση στο παρελθόν, αν και κάθε περίπτωση διαφέρει.
«Κατά τη διάρκεια μεγάλων καταστροφών, οι χρήστες παρακολουθούν συνεχώς τα social media για να ενημερώνονται για τις εξελίξεις. Έτσι μια «πομπώδης» φωτογραφία μπορεί να λάβει χιλιάδες σχόλια και likes ακόμη και αν είναι από άλλο γεγονός, αλλά μοιάζει σχετική, ανέφερε η Claire Wardle, η διευθύντρια του First Draft, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης για την καταπολέμηση των ψευδών ειδήσεων στη ψηφιακή εποχή.
Τις περισσότερες φορές δεν ξέρουν καν ότι η φωτογραφία δεν αντιστοιχεί με τα πραγματικά γεγονότα.
Πολλοί δημοσιεύουν επειδή θέλουν να αισθάνονται μέρος των γεγονότων, ότι συμβάλλουν στη διάδοση πληροφοριών με κάποιο τρόπο.
«Δημιουργείται ένα συναίσθημα ότι βοηθάς την κοινότητά σου ή το δίκτυό σου να κατανοήσει ένα γεγονός».
Παράλληλα, ο κόσμος είναι ευκολόπιστος και δεν είναι εξοικειωμένος με την ιδέα ότι υπάρχουν ψεύτικες πληροφορίες στο διαδίκτυο.
«Κάποτε έβλεπες ειδήσεις στην τηλεόραση και πίστευες ότι τα θέματα που παρουσιάζονταν είχαν περάσει από κάποιον έλεγχο» εξήγησε ο David Weinberger, ειδικός σε θέματα διαδικτύου και τεχνολογίας και ερευνητής του κέντρου Berkman Klein του πανεπιστημίου του Harvard.
«Ο κόσμος είναι πάντα πρόθυμος να πιστέψει πράγματα που συνάδουν με τη λογική του. Και όταν δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες, είναι πολύ εύκολο να κυκλοφορήσει μια ιδέα που μοιάζει να έχει μια κάποια λογική» συνέχισε.
Με πληροφορίες από The Vergeκαι CNN
Σχόλια για αυτό το άρθρο