Ο σκηνοθέτης της παράστασης Σωτήρης Χατζάκης σημειώνει για την παράσταση:
«Η ‘Πρόβα νυφικού’ είναι μια νωπογραφία των πεπτωκότων αγγέλων της εποχής των δακρύων, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της Κατοχής μέχρι την απελευθέρωση. Ένα αφόρετο νυφικό ίπταται –αδεία Σαγκάλ– πάνω από τα όνειρα, τις υποσχέσεις, τις προδοσίες, τις μεγάλες προσδοκίες και τις μικρές ζωές των δικών μας αγίων, των παππούδων ή και των πατεράδων μας. Σαν να μοιάζει η γαμική ευτυχία με χαρταετό που έχει κοπεί το σκοινί του και πλανιέται με αίσθημα δυστυχισμένης ελευθερίας σε έναν ουρανό που σκοτεινιάζει από τα σύννεφα του πολέμου. Κάτω στη γη, σε ένα επαρχιακό ζαχαροπλαστείο, ένα ζευγάρι αμυγδαλένιων νιόπαντρων φυτεμένο πάνω σε μια τούρτα γάμου. Και πιο κει, στην ιχνογραφία ενός χαμένου παιδιού – ίσως της Ευανθούλας του έργου: άντρες, γυναίκες, παιδιά, σπιτάκια, δρόμοι, πατριώτες, Γερμανοί, θάνατοι και γέννες, έρωτες, φιλιά, ηδονές και οδύνες, άνθρωποι χρωματισμένοι με τη σαφήνεια που τους πρέπει. Καταδικασμένοι να ζήσουν και ελεύθεροι να πεθάνουν. Με απόλυτα συναισθήματα επιλέγουν το τραγικό, γιατί αυτή είναι η μοίρα των πεπτωκότων αγγέλων. Όμως εκεί, στον ουρανό, το ιπτάμενο νυφικό ταξιδεύει πέρα από τα σύνορα της χώρας και, γιατί όχι, περνά από την ‘αναμονή ελέγχου’, εκεί όπου ο Βάλτερ Μπένγιαμιν γράφει στο σημειωματάριό του:
‘Υπάρχει ένας πίνακας του Klee που ονομάζεται Angelus Novus. Απεικονίζει έναν άγγελο που μοιάζει έτοιμος να απομακρυνθεί από κάτι στο οποίο έχει στυλώσει το βλέμμα του. Τα μάτια του είναι γουρλωμένα, το στόμα του ανοιχτό, τα φτερά του αναπεπταμένα. Έτσι πρέπει να είναι η όψη που κατ’ ανάγκην έχει ο άγγελος της ιστορίας. Έχει το πρόσωπό του στραμμένο στο παρελθόν. Εκεί όπου παρουσιάζεται σ’ εμάς μια αλληλουχία γεγονότων, εκείνος βλέπει μόνο μία και μοναδική καταστροφή, η οποία δεν παύει να σωρεύει ερείπια επί ερειπίων και να τα εκτοξεύει μπρος στα πόδια του. Ο άγγελος θα ήθελε βεβαίως να χρονοτριβήσει, να αφυπνίσει τους νεκρούς και να συνενώσει ό, τι είναι θρυμματισμένο. Όμως από τη μεριά του παραδείσου πνέει μια θύελλα που παγιδεύεται στα φτερά του, μια θύελλα τόσο δυνατή που ο άγγελος δεν μπορεί πια να τα ξανακλείσει. Αυτή τον σπρώχνει ακαταμάχητα προς το μέλλον, στο οποίο έχει στραμμένη την πλάτη του, ενώ ο σωρός των ερειπίων μπροστά του φτάνει ως τον ουρανό. Αυτή η θύελλα είναι ό, τι εμείς αποκαλούμε πρόοδο’».
Michael Löwy, WalterBenjamin: Προμήνυμα κινδύνου, Μια ανάγνωση των θέσεων «Για τη φιλοσοφία της ιστορίας», εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα 2004.
Σχόλια για αυτό το άρθρο