Ο ΤΑΖ μπερδεύει οικείες εικόνες, ξωτικά, φυλαχτά, σφαγεία και τρύπιες κάλτσες.
Τι είναι το χειρότερο; Το να θες να γράψεις αλλά να μην μπορείς ή το να μπορείς αλλά να μη θέλεις; Σε κάτι τέτοιες στιγμές καταλαβαίνω το πάθος του αθλητή ή του ηθοποιού που πρέπει να εκτελέσει το ρόλο του σκοπεύοντας να αφήσει να ανθίσουν οι επιδόσεις του ακόμα κι αν όλα γύρω του είναι μαραμένα. Μακάρι να ήταν πιο απλό, σαν το τεστ των διαβητικών που με ένα πολύ μικρό τσίμπημα στο δάχτυλο βγάζουν μια σταγόνα αίματος δίχως πόνο και μετά το μηχάνημα σου δείχνει το πώς είσαι. Διαβητικοί είμαστε όλοι φίλε, στη χαρά, τον πόνο, την έκπληξη, την απορία. Όμως φοβόμαστε αυτή τη μικρή βελονίτσα στο δάχτυλο γιατί θα αποκαλύψει πράγματα, που δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε. Αυτό είναι που πραγματικά φοβόμαστε. Τρίβω τις χούφτες μου ζεστά τη μία μέσα στην άλλη σε αυτό το υπέροχο ανοιξιάτικο κρύο και δεν βλέπω αίμα. Ίσως να το καθάρισα με υγρομάντηλο. Ίσως πάλι να μην κατάφερα ποτέ μου να το κάνω ή να πάγωσε το αίμα ο αέρας. Ένας διαβητικός της ψυχής που ψυχαναγκαστικά τώρα γράφει επειδή, έτσι, πρέπει να γράψει κάτι. Και κάθεται ο βλάκας (εγώ) και προσπαθεί να ονειρευτεί μαγικά πράγματα για να πλουτίσει το γραπτό του.
Γοργόνες με κρυστάλλους στα χρώματα του ουράνιου τόξου στην ουρά, ουράνιες πόλεις που τις έχω επισκεφτεί κι έχω κλάψει για τη μετάλλαξη τους, μια μάνα που θέλει να με βλέπει χαρούμενο κι εγώ να της εξηγώ ότι αυτό δεν γίνεται πλέον, μνήμες από τότε που στα μίντια ήμουν το χρυσό πουλέν ενώ τώρα μοιάζω περισσότερο με γερασμένο άλογο ιπποδρόμου για απόσυρση. Θέλω να βρω μια νεράιδα κι αφού εκπληρώσει τις ευχές μου να την ματώσω με βελούδες πλεξίματος. Να την τρυπάω, να την τρυπάω κι εκείνη να ματώνει μέχρι να την μετατρέψω σε ένα μάλλινο πορφυρό παλτό ζεστό και αυτή επιτέλους να το βουλώσει από τα φωναχτά της αφού κάποιος βλάκας θα βρεθεί να την αγοράσει ως παλτό και να την εκθέτει σε ηλίθιες κοσμικές εκδηλώσεις. Μέχρι που μια μέρα, σε μια τέτοια εκδήλωση, ένα νήμα από το παλτό της πέσει πάνω στα πλήκτρα του πιανίστα και του χαλάσει όλη την κορύφωση. Θα την υπερασπιστεί κανείς, θα πούνε συγγνώμη λάθος ή θα την πούνε βλαχάρα τελευταία; Περίεργο πράγμα αυτό με τις νεράιδες παιδιά. Δεν ξέρεις αν γνωρίσεις μία, αν θα βρεις τον μπελά σου ή την απελευθέρωσή σου. Δεν ξέρεις κανείς τι θέλει αυτή από την ψυχή σου, ξέρεις μόνο ότι ο κόσμος από το Κολοσσαίο περιμένει τρώγοντας ψωμιά και φρούτα μια διαπόμπευση ή ακόμα καλύτερα ένα θάνατο. Το δικό σου, της νεράιδας, δεν έχει σημασία, αρκεί να κυλήσει το αίμα στην αρένα, να ανακατευτεί με την άμμο και να γίνει λάσπη, ασπίδα θανάτου πάνω στις λαβοματιές του μονομάχου.
Θα με ρωτήσεις τώρα εσύ, τι ακριβώς γράφω εδώ πέρα και καλά θα κάνεις, μολονότι δεν μου αρέσει να δίνω εύκολες απαντήσεις σε πράγματα που δεν γνωρίζω ούτε εγώ πως μου προκύπτουν, Κάνω τον κομπέρ στο δικό μου Καμπαρέ. Σας προσκαλώ σε μια ξέγνοιαστη βραδιά που θα τα έχει όλα, αγόρια, κορίτσια, σαμπάνιες, ραντεβού, σεξ, επιθεώρηση. Σας χαρίζω λέξεις για να πάρω το ανάθεμα ή την αγκαλιά σας. Λογικά πρέπει να είναι μια πολύ θλιβερή δουλειά το να περιμένεις το χειροκρότημα του άλλου. Σαν να είσαι χιμπαντζής σε τσίρκο. Όμως καλέ μου φίλε, όσα γράφω παραπάνω για τη δική μου περίπτωση αφορούν άμεσα και τη δική σου. Τις φιλοδοξίες σου. Εκτός κι αν είσαι ένας ακόμα άξεστος με hands free περασμένο στο αυτί, ξαπλωμένος στον καναπέ με φθαρμένες κάλτσες, κοιτώντας τηλεόραση και μιλώντας Eλληνοαγγλικά για μπίζνες του αέρα. Να προσέχεις τότε φίλε μου πώς προφέρεις το μπιτς. Γιατί στα αγγλικά μπιτς είναι και η παραλία και η σκύλα. Αν μάθεις και γαβγίζεις, κάτι καλό θα έχει προσφέρει αυτή εδώ η ζήση και σε σένα. Το μπορείς και το θέλεις ακριβώς επειδή ενδόμυχα ντρέπεσαι να δεις τον εαυτό σου σε καθρέφτη με την κοιλιά σου να εξέχει από το t shirt, και εσύ να την τρίβεις ψεύτικα χορτάτος και περήφανος που έφερες νεράιδες στο χοιροστάσιο που ζεις εγκλωβισμένος.
Σχόλια για αυτό το άρθρο