Ο Tony Scott ήταν ο απολύτως αγαπημένος μου σκηνοθέτης. Οταν έμαθα πως αυτοκτόνησε έπαθα σοκ. Στις 19 Αυγούστου στις 12.30 το μεσημέρι πήδηξε από την Vincet Thomas Bridge του Λος Αντζελες. Είχε αφήσει τα στοιχεία του μέσα στο αυτοκίνητό του και ένα σημείωμα στο γραφείο του για την οικογένειά του. Μάρτυρες που τον είδαν να πέφτει είπαν πως δε δίστασε καθόλου. Την επομένη οι ειδήσεις ανακοίνωσαν πως είχε καρκίνο στο κεφάλι όμως η χήρα του το διέψευσε. Στο σημείωμα που άφησε δεν υπήρχε καμία εξήγηση για την αυτοκτονία του. Με τη γυναίκα του Ντόννα είχαν δύο γιούς γεννημένους το 2000. Ο αδελφός του ήταν ο επίσης διάσημος σκηνοθέτης – και κολλητός του δικού μας Βαγγέλη Παπαθανασίου ,Ridely Scott. Δύο ημέρες πριν το θάνατό του ήταν με τον Tom Cruise και έψαχναν ηθοποιούς για το Top Gun 2 το οποίο ήταν να γυριστεί του χρόνου.Κανείς δεν μπορεί να τα..
γράψει καλύτερα από τον Τάσο Θεοδορόπουλο στο Newsbomb.gr με τον οποίο συμφωνώ απόλυτα και στον οποίο ανήκει το παρακάτω κείμενο..
Ο σκηνοθέτης που αυτοκτόνησε και η υποκρισία των κριτικών:
Ο Τάσος Θεοδωρόπουλος βουτάει στον πιο συναρπαστικό οπτικό ανεμοστρόβιλο της ζωής του και αποχαιρετά έναν αγαπημένο.
700 λέξεις και μια ώρα μετά, ένα πάτημα πλήκτρου έσβησε μάλλον για καλό ότι είχα γράψει για τον Τόνι Σκοτ, τον 68χρονο σκηνοθέτη που αυτοκτόνησε χτες πηδώντας από μια γέφυρα του Λος Άντζελες. Θα σου πω γιατί λέω για καλό: Όσο και αν σου φαίνεται περίεργο ο θείος Τόνι, είναι μια ιδιαίτερα προσωπική υπόθεση για μένα και δε χρειαζόταν συναισθηματικό μοιρολόι δημοσίας δαπάνης. Αυτό το αφήνω στους κριτικούς -επαγγελματίες μοιρολογίστρες που τον χλεύαζαν. Είναι το σινεμά που αγαπώ, ή μάλλον ένας από τους λόγους που αγάπησα το σινεμά. Εικόνες γεμάτες δύναμη, ιδρώτα και ζαλάδα χωρίς ίχνος προσποίησης.
Γνήσια blockbuster σαν το «Top Gun”, τον «Μπάτσο του Μπέβερλι Χιλς 2» ή τον «Τελευταίο Πρόσκοπο» και μπλοκμπάστερ αντιblockbuster σαν το αριστουργηματικό του «Domino». Γιατί αντιblockbuster το «Domino;» Γιατί είναι γυρισμένο με τέτοιο τρόπο που εξ’ αρχής πυροβολάει στη μούρη τόσο των κριτικών όσο και των σπυριάρηδων εφήβων των multiplex. Πώς θα ήταν αν ο Πόλοκ αποφάσιζε να γυρίσει ταινία δράσης; Κάπως έτσι. Πυροβολισμοί εικόνας και φαζαρισμένων χρωμάτων, πυρετικό μοντάζ, κάμερα σε πάρκινσον και οπτική γωνία του οπιομανούς με διπλοτυπίες και τριπλοτυπίες. Πόρτα από το κοινό και ξερατό από τους κριτικούς στη δημοσιογραφική που λοιδορούσαν μέσα στην αίθουσα την ώρα που κάποιοι από μας βιώναμε οργασμό. Ναι, τους ίδιους κριτικούς που σήμερα ανακάλυψαν το μοναδικό ταλέντο του Τόνι Σκοτ. Αυτοί που τόσα χρόνια τον κατηγορούσαν ως επιδειξιομανή, φασαριόζο, βιντεοκλιπά, κενό. Ποιον; Τον Σκοτ. Τον άνθρωπο με την απόλυτη βιωματική σχέση με την κάμερά του.Πού ήταν το πρόβλημα; Ότι ποτέ του δεν παπάριασε κανέναν για τα εφτά κρυφά επίπεδα της τέχνης του. Όσο δυναμικός και ανεξέλεγκτος στην επί της οθόνης δράση, τόσο σιωπηλός στα υπόλοιπα. Να ανακαλύπτει τεχνικές, να πειραματίζεται, να κοντράρει την ταχύτητα του φωτός στα ίσα, κι όλα αυτά μέσα στη σύμβαση του χολιγουντιανού blockbuster. Ενός θεάματος που ούτε λίγο ούτε πολύ επανεφήυρε. Κόμπλα ο κριτικός εκεί που δεν έχει μάθει ότι όταν η τεχνική ξεχειλίζει από πάθος, είναι τέχνη.
Το 1986, μια εποχή χωρίς κοπιούτορες και ψηφιακά, ο Σκοτ γυρίζει στο «Top Gun» μερικές από τις πιο εντυπωσιακές αερομαχίες που έχουν κινηματογραφηθεί ποτέ, εντελώς χειροποίητα, με την κάμερα στον αέρα ιπτάμενη να μην ξέρεις από πού σου έρχεται. Τρία χρόνια πριν, στο ξεκίνημα του, με το «Hunger» παραδίδει μια από τις πιο στοιχειωτικές, ερωτικές, υπαρξιακές, ροκ, βαμπιρικές μυθολογίες, βάζοντας τους Bauhaus να τραγουδάνε «Bella Lugosi’s dead» στην αρχή, την Κατρίν Ντενέβ και τον Ντέιβιντ Μπόουι να ψωνίζουν ζευγάρια μέσα σε σκοτεινά κλαμπ και την Σούζαν Σαράντον να παραδίδεται γυμνή στο δάγκωμα της Ντενέβ, κάτω από τους ήχους του «Λάκμε» από τον Ντελίμπ. Διαφημιστική αισθητική; Όχι κούκλα μου. Ιδρωμένη, κολασμένη και αισθαντικά αιματοβαμμένη καλλιγραφία. Άμα δεν σου αρέσει η ομορφιά, πρόβλημά σου. Ναι, το σινεμά του Τόνι Σκοτ, του μικρού αδελφού του Ρίντλεϊ, έχει τις αισθητικές του αρχές στη διαφήμιση, (κάτι που ποτέ δεν του το συγχώρησαν) αλλά όλοι κάπου δεν έχουμε την αρχή μας; Το θέμα είναι από κει και πέρα πως την εξελίσσουμε. Και ο Σκοτ δε σταμάτησε ποτέ να πειραματίζεται με τεχνικές και όρια, προσφέροντας μπούσουλα για όλους τους νεώτερους του, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να διηγείται απολαυστικά παραμύθια δράσης για μεγάλα παιδιά.
Από το ταραντινικό «True Romance» στα κατασκοπικά μίνι αριστουργήματα «Spy Games» και «Enemy of the state», ο Τόνι επέμενε να βαφτίζει την αδρεναλίνη σε χάι τεκ οπτική ορχήστρα συμφωνικών διαστάσεων, με τη χορωδία να αποτελείται από εξατμίσεις και γκαζολίνη. Στο πλευρό του αδελφού του Ρίντλεϊ με την εταιρεία παραγωγής «Scott Free», πίσω από ένα φορτηγό παραγωγών και σχεδίων με σήμα κατατεθέν, και τα δύο αδέλφια, την αποθέωση του κάδρου, μέσα από την πολλαπλή διάσπαση και ανασύστασή του για την περίπτωση του Τόνι. Ο οποίος, επέλεξε με απόλυτη τιμιότητα και ευσυνειδησία, έναν δρόμο που δεν θα τον «έχριζε» ποτέ του μεγάλο καλλιτέχνη όπως τον Ρίντλεϊ, θα τον καθιέρωνε όμως σαν συνώνυμο υπερταχείας συγκινήσεων στην καρδιά πολλών από μας.
Μια υπερταχεία σαν το εξαιρετικό του «Ασταμάτητο» το 2010 που με είχε κάνει να σκέφτομαι, ότι αν ένας άνθρωπος στα 60φεύγα του έχει τέτοια κάβλα, ενέργεια, χαρά και δημιουργία, έχω ακόμα 30 και χρόνια να επαναπροσδιορίσω τη χαρά της ζωής. «Θα έπρεπε όμως να σκεφτείς ότι μπορεί κάποιος να κουραστεί και να θέλει να πηδήξει πρόωρα από το τρένο» τον φαντάζομαι να λέει, σε ένα πλάνο γεμάτο από εξαίσιο κόκκο σαν αιθέριες νιφάδες κιμωλίας στον αέρα, χυμένα χρώματα και πορτοκαλί φως στον ουρανό για φόντο. Αιώνιος, στην οθόνη, μέσα σε μία αίθουσα γεμάτη από κριτικούς χαμένους στην ρυπαρή σκόνη του πεπερασμένου χρόνου τους.
Σχόλια για αυτό το άρθρο