
“Όσοι γράφουν ποίηση, μην νομίζετε ότι είναι οι πιο δημοφιλείς άνθρωποι. Θεωρούνται κάπως γραφικοί, κάπως αφελείς, κάπως έξω από την τάξη των πραγμάτων. Η ποίηση είναι η απόδειξη της αθωότητας των αισθημάτων αλλά και της υγιούς προσωπικότητας που ο καθένας κουβαλάει. Άλλοι την εκφράζουν δημόσια, άλλοι γράφουν για τον εαυτό τους και άλλοι παρακολουθούν εκδηλώσεις όπως το Φεστιβάλ. Η ποίηση δεν ήταν ποτέ δημοφιλείς υπό την έννοια να προσελκύει. Το θέμα φέτος, η ελπίδα, είναι αυτό που όλοι θέλουμε κατά βάθος σε όλα τα επίπεδα, είτε προσωπικά είτε συλλογικά. Πάντα αναζητούμε την ελπίδα και αξίζει να αγωνιζόμαστε, να διεκδικούμε και να πιστεύουμε στην ελπίδα γιατί μόνο έτσι ο κόσμος θα γίνει καλύτερος. Η ποίηση δεν θα λύσει τα προβλήματα του κόσμου αλλά θα σώσει την ψυχή της ανθρωπότητας”.
Με τα παραπάνω λόγια ο Δήμαρχος της Λίμνης Πλαστήρα, Παναγιώτης Νάνος, ξεκίνησε την τρίτη μέρα για το 13ο Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης, την ημέρα “Χρήστος Διαμαντής” που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στο χωριό Φυλακτή της Καρδίτσας, στην Αυλή του Δημοτικού Σχολείου Φυλακτής – Πολιτιστικό Κέντρο Χρήστος Διαμαντής. Μια ημέρα αφιερωμένη στον συνθέτη, τραγουδοποιό και ποιητή Χρήστο Διαμαντή που υπήρξε μέλος της συντακτικής ομάδας του λογοτεχνικού περιοδικού Θράκα, συντάκτης της Περιοδικής Επιθεώρησης για το Λόγο και την Τέχνη στη Λίμνη Πλαστήρα, μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ Ποίησης και της Συνάντησης ποιητών στη Λίμνη Πλαστήρα. Ο Χρήστος Διαμαντής ήταν ένα σπουδαίο παιδί, εξαιρετικός ποιητής, ταλαντούχος μουσικός, μεταδοτικός δάσκαλος και είχε τη φλόγα της δημιουργίας. Είναι ζωντανός μέσα από το έργο του και την ποίηση.

Παρουσιαστής της βραδιάς, ήταν ο Χρήστος Κολτσίδας. Για τον Χρήστο Διαμαντή, μίλησαν εκτός από τον Δήμαρχο Παναγιώτη Νάνο, ο Γιάννης Αλεξίου, ο Θανάσης Τσιαμαντάς και ο Θάνος Γώγος.

Γιάννης Αλεξίου, Πρόεδρος της κοινότητας Φυλακτής: “Είμαι υπερήφανος για τον φίλο μου Χρήστο Διαμαντή, ο οποίος καταγόταν από το χωριό μας και προς τιμή του το Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης είναι στη Φυλακτή, με την ημέρα Χρήστος Διαμαντής”

Θανάσης Τσιαμαντάς, εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Φυλακτωτιών Καρδίτσας: “Είναι μεγάλη τιμή για το χωριό μας η παρουσία σας εδώ. Εύχομαι σε όλους τους ποιητές μια χρονιά γεμάτη δημιουργικότητα”

Θάνος Γώγος: “Κάθε χρόνο που ερχόμαστε στη Φυλακτή, νιώθουμε ότι ερχόμαστε κάπου ζεστά, νιώθουμε ότι οι άνθρωποι της κοινότητας μας φροντίζουν. Ευχαριστώ τον Δήμαρχο που νοιάζεται για τον τόπο του, για την ποίηση και για τη μνήμη του Χρήστου. Ο Χρήστος ήταν φίλος, συνεργάτης και ο άνθρωπος που με έπεισε το Φεστιβάλ να μη γίνεται μόνο στη Λάρισα. Τον εμπιστεύτηκα πάρα πολύ όχι μόνο ως φίλο αλλά και ως συνεργάτη που νοιαζόταν για τον πολιτισμό. Μετά το θάνατό του, αποφασίσαμε ότι το Φεστιβάλ, θα έπρεπε να γίνεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του και να έρχονται ποιητές από όλο τον κόσμο, να τιμούν το μέρος και τη μνήμη του”.

Ακολουθούν ποιήματα και αποσπάσματα από τις αναγνώσεις των ποιητών

Η κοινοτοπία του παραδείσου
Την τέχνη της ποιήσεως υπηρέτησα ξαπλωμένη σε
Κολάσεις, με όλους τους πεθαμένους ονειρευτές
του αιώνιου, πετώντας ψηλά, χαμηλά,
ώσπου διάλεξα
την άστεγη ομορφιά.
Γι’ αυτό μπορώ σήμερα να βουτήξω στο πιο βαρύ
ένδυμα, μέσα στη φλεγόμενη σάρκα,
(δηλαδή, μες στον πόθο της κυριότητας του άλλου)
κι από τ’ αναμμένα κάρβουνα της κοιλιάς σου
ν’ αρπάξω ξανά
ένα ποίημα.
Θα βάλω τις λέξεις να βράζουν, να κοχλάζουν στο
μπρίκι, θα βάλω όρνια στα νύχια, στα στόματα,
σαν τη Τζόυς Μανσούρ θα σου χυμήξω, κομματάκια θα σε
κάνω – μετά θα σε καταβροχθίσω, ώσπου να στάξει
η άβυσσος στο χαλί.
Ο Παράδεισος είναι όλα τα ουράνια πλάσματα
μαζεμένα γύρω από τη λέξη Μηδέν
κι άλλοτε τρελός εραστής στη Γη – γάτος, πάνθηρας,
λιοντάρι– όταν λείπει, η ποιητής αρρωσταίνει,
γίνεται σωρός
από στάχτη.






Πράσινη ανάπτυξη
Στη γνωστή συνάντηση στη Ρωσία, Μαρινέτι (και) Μαγιακόφκσι
άρχισαν τα γνωστά περί φουτουρισμού
και δως του τα ζήτω οι μηχανές/κάτω η ομορφιά
μπροστά μόνο οι ανεμογεννήτριες ο ένας
φόρτσα τα ηλιακά πάνελ ο άλλος
έτοιμοι για όλα ακόμα και για μπουνιές
τους καλέσαμε λοιπόν
την επόμενη χρονιά στο Πανθεσσαλικό
για μια γκράντε αναμέτρηση σε ουδέτερο έδαφος
αλλά τι τα θες
μόλις είδαν την πράσινη ανάπτυξη σε κάμπους και βουνά
έβαλαν και οι δυο στα κρυφά τα κλάματα
Στιγμές ομορφιάς
Όταν στην ερώτηση, ποια είναι η αγαπημένη σου εποχή; του Β. φυσικά
και οι δυο απαντάμε με το ένα, με το δύο, με το τρία, ο χειμώνας
αυτή είναι μια στιγμή ομορφιάς.
Ομορφιάς και ευαισθησίας κοινής και ελπίδας, ότι υπάρχουν άνθρωποι που σε ξέρουν και τους ξέρεις κι εσύ, κι ας μην έχετε μιλήσει ποτέ.

Μισάνοιχτα
Χάλασε το πλυντήριο. Για μέρες πλέναμε στο χέρι
Μουλιάζοντας στη σκάφη, βρώμισαν οι θυμοί
Κι άμα μιλάγαμε, έλεγες καλύτερα να μη.
Νύφη ήταν η Πανδώρα – της έδωσαν κουτί
Κι είπαν μην το ανοίξεις. Ξέρεις πώς πάει τώρα –
Λες δεν υπάρχει ο βόθρος, και σού ’ρχεται η μπόχα.
Για ό,τι οι θεοί απαγορεύσουν, κάποιος θνητός θα βρεθεί,
Και βρέθηκε η Πανδώρα, κι αρχίνισε ο βραχνάς,
Σήκωσε το καπάκι, κι έξω όρμησε κάθε μπελάς:
Πόλεμοι, αρρώστιες, και πόνοι, νεύρα κουρελιασμένα,
Κάθε μαρτύριο ανθρώπινο έζησαν όλοι και είδαν –
Στο άνοιγμα μόνο σκάλωσε και έμεινε η ελπίδα.
Ή έτσι λέει ο μύθος – και πώς να τ’ αρνηθώ; –
Ναι, σαν κάργιες πετάξαν τα βάσανα μέσ’ από κει,
Μα λέω πως λέξεις τα βάσανα, κι έμεινε μέσα η σιωπή.

Η Marija Dejanović διάβασε τα ποιήματα “Αναμονή”, “Η καλοσύνη διαχωρίζει τη μέρα από τη νύχτα”
Η καλοσύνη διαχωρίζει τη μέρα από τη νύχτα
Στον κήπο έχει δυο σκυλιά — μπάσταρδα
ποιος ξέρει από πόσες διαφορετικές ράτσες
Πίσω από το σπίτι, οι θάμνοι της ροδιάς μοιάζουν με πληγή
που άνοιξε από έλλειψη χτενίσματος
λουσίματος, φροντίδας
Κάθε μέρα την ακούω να του φωνάζει
τσιρίζει σαν ένα γκρίζο πουλί και έπειτα
ένα πνιχτό ανθρώπινο κλάμα
Όταν τεντώνω τ’ αυτιά μου να την ακούσω
σαν μέσα από το νερό
μου κατέστρεψες τη ζωή και εξαιτίας σου δεν έχω κανέναν
και το γάβγισμα του σκύλου
αλλά θα δεις, κάποτε που δεν θα υπάρχω πια
τίνος το αίμα θα ρουφάς με καλαμάκι
και δεν ξέρω αν το λέει στον άντρα της
και του φέρεται σαν να ήταν σκύλος
ή στον σκύλο, και του φέρεται σαν να ήταν ο άντρας της
Είμαι σίγουρη πως η αγάπη διαχωρίζει το κατοικίδιο από το αδέσποτο
όπως η καλοσύνη διαχωρίζει τη μέρα από τη νύχτα
και είμαι όλο και πιο πεπεισμένη ότι τίποτα αξιοσημείωτο
δεν διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα ζώα
Τίποτα χειροπιαστό δεν φαίνεται μες στο σκοτάδι, οι θάμνοι της ροδιάς
μοιάζει να ευδοκιμούν με βιασύνη μέσα από τη γούνα τους
Τα ώριμα ρόδια είναι πολύποδες
που φουσκώνουν στο λαιμό από το σφίξιμο της αλυσίδας
και εξέχουν κάτω από τη γούνα
δεν είμαι σίγουρη εάν αναβλύζει ο θάνατος μέσα από το δέρμα
ή είναι η ζωή που διαπερνάει την αλυσίδα
Έναν βαρύ χειμώνα
γλίστρησε στον παγωμένο δρόμο ενώ έφερνε φαγητό στα σκυλιά
και έσπασε το πόδι της
Ονειρεύτηκα ότι επιτέλους πέθανε
και σταμάτησε να βασανίζει τον εαυτό της και τα σκυλιά
ότι έπεσε παγετός και σκέπασε τα ρόδια, το πόδι και τους πολύποδες
Ονειρεύτηκα πως ήρθα με ένα πριόνι, έκοψα τις αλυσίδες τους
και απελευθέρωσα τα εκατό σκυλιά της που
ζωντανά και νεκρά
επιτέλους έφυγαν
έφυγαν στο δρόμο
που οδηγεί έξω από την αυλή
για να φάνε τη θλίψη της και να γλείψουν τις πληγές της

Ο Άγγελος Μπέρτος διάβασε από τη συλλογή του “Καρπάθια” το ποίημα “Χρυσή αλυσίδα”
Χρυσή αλυσίδα (απόσπασμα)
Παιδί το παιδί, κόρη και πάλι κόρη
Τι να΄κανε και η μάνα η Καρπάθια
Είδε και τη Σκιάθο με τη “Φόνισσα” που πρόκοψε.
Γραμμάριο γραμμάριο χρυσού, φτιάχτηκε η λίρα.
Λίρα, τη λίρα, τη λίρα, τη λίρα, τη λίρα εφτιάξαν το πεντόλιρο.
Μάνα κανακαρά, κανακαρά και πρωτοκόρη
χρυσές αλυσίδες, κολαΐνες οι γενιές, οι άλλες αδερφάδες δούλες…

Η Catrin Menai από την Ουαλία διάβασε τα ποιήματα “Ο δεινόσαυρος”, “Το γρασίδι φύτρωσε γύρω του”
Ο δεινόσαυρος
Ο πρώτος κήπος της ζωής μου ήτανε κήπος με ασβούς, μπροστά στο ξύλινο σπίτι στο λιβάδι δεν υπήρχε γρασίδι, μόνο μια επίπεδη έκταση γης που οι ασβοί το συνήθιζαν να παίζουν κι απ’ την άλλη πλευρά του χωραφιού, μια σιδηροδρομική γραμμή, από όπου περνούσε ένα τρένο τη μέρα. Στην απέναντι πλευρά του χαλικόδρομου που οδηγούσε στην πόλη ήταν τα σιτοχώραφα: ένας πυκνός, δροσερός, πράσινος κόσμος στον οποίο έμπαινα την άνοιξη κρατώντας του πατέρα μου το χέρι και ολάκερο το καλοκαίρι μεγάλωνε μέχρι που μ’ είχανε τυλίξει μοσχοβολιστοί χρυσοί μίσχοι φυλακισμένη σε χρυσό λαβύρινθο με του πατέρα μου το χέρι μονάχα να με συνδέει με τη σιγουριά. Στην άλλη πλευρά, πέρα απ’ της κουζίνας την πόρτα, ήταν ένα μονοπάτι που οδηγούσε σ’ ένα ρέμα με μια συστάδα ιτιών. Το μονοπάτι οδηγούσε κατά μήκος του ρέματος στο λιβάδι πέρα, το απέραντο άδειο τραπέζι του ουρανού, που κάποτε, έπειτα από νεροποντή, ο μπαμπάς μου κι εγώ βρήκαμε τον σκελετό ενός δεινόσαυρου άθικτο στην πλαγιά του λόφου. Θυμάμαι τις πλατιές ζώνες των πλευρών και τους ξεχαρβαλωμένους σπονδύλους. Και κάναμε ένα τηλέφωνο στο πανεπιστήμιο του Edmonton κι ένας άνδρας κατέφθασε στο Carbon να πιστοποιήσει το εύρημά μας κι απ’ όταν βγήκαμε έξω δεν μπορέσαμε να το ξαναδούμε ποτέ.
Kι έτσι ο δεινόσαυρος μετατράπηκε σε ιστορία ενός δεινόσαυρου
κι ο μπαμπάς μου κι εγώ συνεχίσαμε να περπατούμε στο λιβάδι γυρεύοντας οστά
σαν ο κήπος να αναφέρεται μόνο σε κάτι μέσα μου αόρατο στήλη καπνού που στο τέλος
δρα στην κατεύθυνση του να κρατήσει όλα τα οστά στη σωστή τους θέση
(τι είναι αυτή η σύγκρουση;) θραυσμάτων & κομματιών στη μέση της πρότασης
σεισμικές μέθοδοι σύγκρισης εξαντλημένο έδαφος γιατί κάτι άλλο συμβαίνει (αόρατη έξαρση) γιατί όταν η τριβή είναι τακτική σαν τον χτύπο της καρδιάς «ύλη και ελευθερία συνδυάζονται» διαιρώντας τον χώρο μες στο χιόνι ορυκτό μονοπάτι πυκνός δροσερός πράσινος κόσμος κοιλότητες, βραχώδεις σχηματισμοί και μέσα στις μισές κοιλότητες σκιές, ίζημα σκόνης στον άνεμο κάθε λεπτομέρεια υπάρχει κάθε σπόνδυλος που προβάλλει μέσα από τη σκόνη κάθε άτομο βροχής κάθε όριο, κάθε αγάπη.
Το γρασίδι φύτρωσε γύρω του
Εμείς που αγαπάμε να μένουμε έκθαμβοι
καταλαβαίνουμε την αλλαγή
είτε την αξιοσημείωτη είτε την κρυφή
ο χρόνος ισοπεδώνει
κάθε πλήρες μονοπάτι πίσω στο φύλλο
ένα πισωγύρισμα ιδιαίτερο
Κάποια σκαθάρια μαγκώνουν και εκτρέπουν τα μήκη κύματος
του φωτός ανάμεσα στους ώμους των ανθρώπων
η φαντασία ντυμένη σαν βουνό
ρίχνει φως στη μορφή
Η αφαίρεση δεν είναι εύκολη υπόθεση
ο τρόπος που ένα λείο πράσινο φίδι συνήθως ξεγλιστρά
για να μοιάζουμε μεταξύ μας τώρα
με ένα χωράφι μεγεθυμένο, και με φλύαρα κλήματα.
Χρωματικά η δομή εξελίσσεται
μια εκκλησιαστική επιφάνεια
που αειθαλής διασχίζει τον χρόνο
Έτσι, καταλαβαίνεις τους ευφημισμούς της φύσης
του δάσους την εξιδανίκευση σαν «μεγαλοπρεπώς ιδιαίτερο»
ένα βλέμμα που κλείνεται μέσα στον εαυτό του απ’ τα όρια των δέντρων
Πώς η μορφή μπορεί να παρουσιάζεται
στην πραγματικότητα, τίποτε ξεχωριστό επάνω του
μόνο το σήμα κατατεθέν του, που ήταν να τρώει
ένα μήλο όπως έφευγε

Η Ειρήνη Καραγιαννίδου διάβασε τα ποιήματα “Είναι ωραίο να ξυπνάς” “Ένα παιδί”
Ένα παιδί (απόσπασμα)
Το νιώθει ενίοτε, ελπίζει
όταν πολύ το χαίρεται που αυτός μόνο μπορεί στο χώμα να μιλά με φίλους
τη γλώσσα που του έμαθαν στα χερσοχώραφα οι τελευταίοι είλωτες.
Πικρή, χιλιόχρονη, ξένη πατρίδα, αυτό σε μεγαλώνει.
Στο σχολείο σε στέλνει των άστρων το αλφαβητάρι να μάθεις
και των περιστεριών να μιλάς με προφορά του ουρανού.
Σκοτωμένοι, σκοτωμένοι κι άλλοι κι άλλοι, να τελειώσει το ποίημα
να αρχίσει το αστέρι.


Aναμονή
Το σώμα περιέχει περισσότερες αναμνήσεις από την παγκόσμια ιστορία
η ιστορία περιέχει μια χρυσή πατάτα
η αγάπη δε μπορεί να σώσει τον κόσμο
η αγάπη δε μπορεί να σώσει ούτε εκείνους που αγαπάνε
το σώμα κείτεται στο χώμα, θαμμένο
το σώμα της γης περιμένει κάτω από τα πόδια μας
το τίποτα στέκεται στο κέντρο της ιστορίας — δε μεγαλώνει
και δεν περπατά
δεν έχουμε πλέον χρόνο για την αναμονή του τέλους του κόσμου

Θάνος Γώγος, Απόστολος Γουγουλάκης

Βασίλης Νάτσιος

Άγγελος Μπέρτος, Νίκος Κουρμουλής

Alicia Stallings


Φωτογραφίες: Νίκος Κατσαρός
13ο Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης: Με ελπίδα από τη Μακρινίτσα











































Σχόλια για αυτό το άρθρο