H Αρχαία Κόρινθος αποτελεί ένα από τα πιο ιστορικά μέρη της Ελλάδας. Οι ανασκαφές στη σύγχρονη περιοχή και οι αρχαιολογικοί θησαυροί που ανακαλύφθηκαν, αποδεικνύουν ότι η αρχαία Κόρινθος έχει πλούσιο αναλλοίωτο πολιτισμό που αντέχει στο πέρασμα των χρόνων. Ας γνωρίσουμε τρία σημαντικά τοπόσημα που αξίζουν την επίσκεψή μας.
Τενέα
Ανάμεσα στα δυο χώρια Χιλιομόδι και Κλένια, εκτεινόταν η σημαντική πόλη της Τενέας. Σύμφωνα με τον Παυσανία οι πρώτοι κάτοικοί της ήταν Τρώες στην καταγωγή που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους Έλληνες στην Τένεδο και μεταφέρθηκαν ως αιχμάλωτοι εκεί. Ο Αγαμέμνων τους επέτρεψε να κτίσουν σπίτια. Ο Βιργίλιος υποστηρίζει ότι η Τενέα και η Ρώμη ήταν και οι δύο φτιαγμένες από Τρώες. Επίσης, σύμφωνα με το μύθο είναι το μέρος όπου ο Πόλυβος ανέθρεψε τον Οιδίποδα.
Το πρώτο σημαντικότερο εύρημα της περιοχής είναι ο Απόλλων της Τενέας, ή αλλιώς Κούρος της Τενέας. Το περίφημο άγαλμα του 6ου π.Χ. αιώνα, το οποίο ανασκάφηκε το 1854. Το 2010 βρέθηκαν δύο ακόμα Κούροι, σε θέση όπου αποκαλύφθηκε εκτεταμένο νεκροταφείο, το οποίο διασχίζει αρχαία οδός και χρονολογείται τον 6ο, 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Οι δύο Κούροι σήμερα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Κορίνθου.
Στη συστηματική ανασκαφή που ξεκίνησε το 2013, με επικεφαλής την δρος Έλενας Κόρκα, επίτιμης γενικής διευθύντριας Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ, περιμετρικά της ταφής του 1984 εντοπίστηκε οργανωμένο νεκροταφείο που χρονολογείται από τον 6ο αι. έως και τον 3ο αι. π.Χ. Αυτή η θαυμαστή αρχαιολογική ανακάλυψη συγκαταλέγεται ανάμεσα στα κυριότερα ιστορικά και αρχαιολογικά γεγονότα του 2018 από τον ιστότοπο του δικτύου History. Το 2018 αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά, κατάλοιπα από τον οικιστικό ιστό της πόλης, με πλούσια ευρήματα. Τάφοι, νομίσματα, επιστήλια, κιονίσκοι, αγγεία, κοσμήματα, ήταν μερικά από τα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα. Σε έκταση 672 τ.μ. ανασκάφηκαν στεγασμένοι χώροι με θυραία ανοίγματα, οργανωμένοι γύρω από εσωτερικές αυλές. Η αρχαιολογική σκαπάνη εντόπισε και ένα μοναδικό για την Κορινθία δίχωρο υπέργειο ταφικό μνημείο το οποίο χρονολογείται στον 1ο μ.Χ. αιώνα, ενώ η περίοδος χρήσης του έφτανε στον 4ο αι. μ.Χ. Εξαιρετικής αρχαιολογικής σημασίας και σπανιότητας είναι ο θησαυρός 29 αργυρών αρχαίων ελληνικών νομισμάτων που εντοπίστηκε μαζί με φορητό πήλινο βωμό, μικρογραφικό αγγείο και ειδώλιο ίππου με αναβάτη. Ο θησαυρός περιλαμβάνει νομίσματα που χρονολογούνται από τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. μέχρι και τη δεκαετία του 330 π.Χ., πολλά εξ αυτών από τα σπανιότερα και πλέον ιστορικά νομίσματα της αρχαίας Ελλάδας, όπως τρεις στατήρες Ήλιδος που κόπηκαν στην Ολυμπία κατά τη διάρκεια διαφορετικών Ολυμπιακών Αγώνων, στατήρα της Αίγινας με χερσαία αντί για θαλάσσια χελώνα, στατήρες Στύμφαλου, Άργους και Οπουντίων Λοκρών, καθώς στατήρα Θήβας του 5ου αι. π. Χ. που απεικονίζει τον Ηρακλή να πνίγει με τα χέρια του δύο φίδια.
Εκτός από τα ευρήματα, ένας επιπλέον παράγοντας που κάνει την ανασκαφή αυτή ξεχωριστή είναι και οι σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ της τοπικής κοινωνίας και των μελών της ερευνητικής ομάδας, που οδήγησαν στη δημιουργία του σωματείου «Φίλοι Αρχαίας Τενέας». Ένας σύλλογος που έχει παίξει καταλυτικό ρόλο στην επιτυχία του όλου προγράμματος.
Επίσκεψη στην Τενέα στα γραφεία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας για προβολή των ανασκαφικών ευρημάτων με την Αντιδήμαρχο Τουρισμού και Παιδείας Δήμητρα Τσουλουχά και την Έλενα Κόρκα.
Αρχαίο Λιμάνι Λεχαίου
Το λιμάνι του Λεχαίου, ήταν το βασικό λιμάνι – επίνειο της Αρχαίας Κορίνθου, ένα θαύμα τεχνογνωσίας και τεχνολογίας, που αντιγράφτηκε από τους Καρχηδονίους αρχικά και τους Ρωμαίους στη συνέχεια. Πήρε το όνομά του από τον Λέχη, γιο της Πειρήνης και του Ποσειδώνα. Βρίσκεται στον Κορινθιακό κόλπο και συνδεόταν με την πόλη της Κορίνθου με μακριά τείχη, συνολικού μήκους 2.300μ. Ανάμεσα στα τείχη, υπήρχε η διάσημη οδός του Λεχαίου.
Το λιμάνι, που είχε δύο τμήματα, το εμπορικό και τον πολεμικό ναύσταθμο, ήταν εξ’ ολοκλήρου τεχνητό. Είχε τρεις εσωτερικές λιμενολεκάνες και τρία εξωτερικά λιμάνια. Τα μπάζα από τις εκσκαφές, σωρεύτηκαν σε δύο λοφίσκους, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται οι εσωτερικές λιμενολεκάνες από τους ισχυρούς βόρειους ανέμους, οι οποίοι υπάρχουν ακόμα. Κατά μήκος των λιμανιών κατασκευάστηκαν πέτρινες προβλήτες, μώλοι, κυματοθραύστες, ράμπες, συνολικού μήκους 7χλμ, καθώς και μεγάλος αριθμός αποθηκών και άλλων λιμενικών εγκαταστάσεων για τους χιλιάδες τόνους εμπορευμάτων από και προ τις αποικίες της Κορίνθου και στα ΝΔ ένας τεράστιος αριθμός από ναυπηγικές εγκαταστάσεις, όπου ναυπηγούνται τριήρεις για λογαριασμό άλλων πόλεων-κρατών, δημιουργώντας την πρώτη ναυτική πολεμική βιομηχανία, η οποία προσομοιάζει της σημερινής. Η δυναμικότητα των ναυπηγείων αυτών ήταν αναμφίβολα αξιόλογη, αφού το 334 Π.Χ. η Κόρινθος μπορεί να συνεισφέρει στο στόλο του Μ. Αλεξάνδρου 160 πλήρως εξοπλισμένες τριήρεις, όταν η αντίστοιχη αθηναϊκή συνεισφορά είναι μόλις 20! Στην ευρύτερη περιοχή του λιμανιού, υπήρχε η Έπαυλη του Περίανδρου, όπου τοποθετείται το Συμπόσιο των Επτά Σοφών της Ελλάδας, και περικαλλής ναός της Αφροδίτης και του Ολύμπιου Δία. Το λιμάνι του Λεχαίου χρησιμοποιήθηκε αδιάκοπα από τον 7ο πΧ αιώνα έως και το 1955, δηλ. για 2655 χρόνια!
Ξενάγηση στο Αρχαίο Λιμάνι των Κεχριών (Κεγχρεών) και το σημείο που ξεκινάει η διαδρομή του Αποστόλου Παύλου
Το Αρχαίο Λιμάνι των Κεχριών ήταν το δεύτερο λιμάνι – επίνειο της Αρχαίας Κορίνθου, όπου επίσης εφαρμόστηκαν πρωτοποριακές μέθοδοι κατασκευής λιμενικών εγκαταστάσεων. Και σ’ αυτό υπήρχαν δύο τμήματα, το εμπορικό και το πολεμικό. Πήρε το όνομά του από τον Κεγχρία, δίδυμο αδελφό του Λέχη, γιο της Πειρήνης και του Ποσειδώνα. Αυτό το λιμάνι ήταν εν μέρει φυσικό, καθώς είχε βόρεια και νότια ακρωτήρια, και εν μέρει τεχνητό, αφού στην προέκταση των ακρωτηρίων κατασκευάστηκαν δύο κυματοθραύστες – μώλοι σαν πέταλο, ύψους περίπου 30μ από τον πυθμένα της θάλασσας, που δημιούργησαν μία μεγάλη λιμενολεκάνη, αφήνοντας μία είσοδο πλάτους 120μ. Το μεγαλύτερο πλάτος του λιμανιού ήταν 280μ και η μεγαλύτερη απόσταση από τον κεντρικό μώλο έως τους κυματοθραύστες της εισόδου 210-215μ. Στην ΒΑ πλευρά, κατασκευάστηκε προβλήτα πλάτος 17μ και μήκους 106μ και απέναντι άλλη προβλήτα ίδιου περίπου πλάτους και μήκους 170μ. Στην περιοχή σημειώθηκε ταυτόχρονα καθίζηση της ξηράς και ανύψωση της θάλασσας, με αποτέλεσμα τα μεν ρωμαϊκά κτίσματα να είναι στο επίπεδο της θάλασσας, τα δε αρχαϊκά και κλασικά, κάτω από αυτό.
Έχουν διενεργηθεί εκτεταμένες αρχαιολογικές ανασκαφές στο λιμάνι και έχουν αποκαλύψει πλήθος πληροφορίες και πολλά ευρήματα, με πιο σπάνιο σειρά πινάκων από υαλοθετήματα (πρόδρομο των σημερινών βιτρό), που φυλάσσονται στο Μουσείο της Ισθμίας. Στο λιμάνι, πλέον των πολύ εκτεταμένων αποθηκών, καταστημάτων και δημοσίων κτηρίων, που είχαν την μεγαλύτερη ανάπτυξη κατά τη ρωμαϊκή εποχή, ανακαλύφθηκε ναός της Αφροδίτης, της Ίσιδας, καθώς και παλαιοχριστιανικοί ναοί. Από το λιμάνι αυτό ο Απόστολος Παύλος ταξίδεψε στην Ρώμη κατά τις μεγάλες περιοδείες για την διάδοση του Χριστιανισμού. Ο Απόστολος Παύλος, μια από τις σημαντικότερες μορφές του πρώιμου χριστιανισμού, επισκέφθηκε την πόλη της Κορίνθου 3 φορές και οι επιστολές του «προς Κορινθίους» αποτελούν εξαίρετα δείγματα χριστιανικού λόγου. Στις μέρες μας, ο Απόστολος Παύλος είναι ο πολιούχος και προστάτης της πόλης.
Σχόλια για αυτό το άρθρο