Σκηνοθετεί εδώ και πολλά χρόνια, δουλειές της έχουν ανέβει στις αθηναϊκές σκηνές, έκανε όμως το μεγάλο «μπαμ» με την «Γκάμπυ», γιατί όπως μου εκμυστηρεύτηκε η ίδια αποφάσισε να αναμετρηθεί με τη μεγάλη σκηνή. Εγώ, πάντως πιστεύω ότι δεν ήταν μόνο αυτό. Η σεμνότητά της και το χαμηλό προφίλ που κρατά, την κάνουν να απαντά με αυτόν τον τρόπο σε τέτοιου είδους ερωτήσεις. ΄Άλλωστε, πώς να μην έχει καλούς τρόπους συμπεριφοράς, παιδεία και ανατροφή, αλλά και καλλιτεχνική φλέβα, μιας και είναι γόνος δημοσιογραφικής οικογένειας- ποιος δεν γνωρίζει αλήθεια ιδιαίτερα την μητέρα της τη διάσημη σταρ της δημοσιογραφίας Σεμίνα Διγενή- και παράλληλα να είναι πνεύμα ανήσυχο και δημιουργικό . Πολλοί είναι οι λόγοι που η «Γκάμπυ» της – το έργο που αναφέρεται στη ζωή της θρυλικής Γαβριέλλας Ουσάκοβα το οποίο συνέθεσε δραματουργικά με την Αναστασία Τζέλλου – υμνήθηκε από κριτικούς και αγαπήθηκε από το κοινό, προκαλώντας ουρές στα ταμεία και sold out παραστάσεις. Αυτοί είναι: η αριστοτεχνική γραφή του, η ευρηματική και εμπνευσμένη σκηνοθεσία του, το ενδιαφέρον θέμα του, οι τρεις πρωταγωνιστές του, οι έμπειροι Χρήστος Σιμαρδάνης, Γωγώ Μπρέμπου και η ανερχόμενη ηθοποιός της νέας γενιάς Λίλα Μπακλέση και τα πέντε νέα ταλαντούχα παιδιά Βαγγέλης Αμπατζής, Μανώλης Κλωνάρης, Χρήστος Παληογιάννης, Γιώργος Σαββίδης και ΄Αλεξ Τριανταφύλλου , όπως επίσης και η ιστορική του διαδρομή, αφού η παράσταση διαπερνά την περίοδο 1930 – 1990 σκιαγραφώντας την κοινωνική φυσιογνωμία και την ατμόσφαιρα της παλιάς Αθήνας. Και, έτσι λοιπόν, η Κίρκη Καραλή μεγαλούργησε, εντυπωσίασε και άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις! Αυτή η μεγάλη επιτυχία της οφείλω να ομολογήσω είναι το έναυσμα για να μας δώσει- και θα μας δώσει- ακόμη πιο πολλά και καλά και φανταστείτε τι πρόκειται να κάνει σε λίγα χρόνια από τώρα με αυτό το χάρισμα – δεν είναι απλώς ταλέντο- που διαθέτει! Θα δώσει καινούρια πνοή και λάμψη στα καλλιτεχνικά δρώμενα και θα ανήκει σε εκείνες τις σκηνοθέτιδες και συγγραφείς που θα συμβάλλουν για ένα καλύτερο αυριανό θέατρο. Μπράβο Κίρκη Καραλή και εις ανώτερα γιατί το αξίζεις πραγματικά! Μην χάσετε αυτήν την παράσταση. Σπεύσατε στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς έγκαιρα γιατί θα παίζεται μόνο για λίγες παραστάσεις από 1 – 15 Μαΐου και ίσως δεν βρείτε εισιτήριο.
Πώς αισθάνεσαι που με το πρώτο συγγραφικό και σκηνοθετικό σου εγχείρημα έκανες το μεγάλο «μπαμ»;
Αν ήταν όντως το πρώτο, υποθέτω πως θα είχαν πάρει τα μυαλά μου αέρα. Δεν είναι όμως. Εργάζομαι στη σκηνοθεσία ως βοηθός από το 2006 και η πρώτη δική μου παράσταση ανέβηκε το 2010. Ακολούθησαν κι άλλες, σε σκηνές όπως αυτή του Bios, του Ιδρύματος Κακογιάννη, του Επί Κολωνώ κ.α. Η διαφορά της «Γκάμπυ» έγκειται στο γεγονός ότι επέλεξα να αναμετρηθώ με τη μεγάλη σκηνή, ενώ τα τρία σημαντικά ονόματα πρωταγωνιστών, βοήθησαν στο να ακουστεί η δουλειά μας περισσότερο στο θεατρικό κοινό. Συγγραφικά, πρόκειται για μια δραματουργική σύνθεση που έγινε με τη συνεργασία της Αναστασίας Τζέλλου, εμπνευσμένη από τη ζωή και το έργο της θρυλικής Γαβριέλλας Ουσάκοβα και από ήρωες χρονογραφημάτων του Νίκου Τσιφόρου. Το μεγάλο «μπαμ», όπως λέτε, οφείλεται σε πολλές ώρες δουλειάς, εκ μέρους όλων των συντελεστών. Αν κέρδιζα ένα λαχείο, απλώς και μόνο αγοράζοντάς το, θα ήμουν ενθουσιασμένη. Στη δεδομένη περίσταση, αισθάνομαι πως παίρνουμε μια ανταπόδοση των κόπων μας. Κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο, καθώς αποδεικνύει πως κάπου συναντηθήκαμε με τον θεατή.
Τι αγάπησε το κοινό στη «Γκάμπυ» και γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία;
Αγάπησε την ίδια την ηρωίδα, εξαιτίας των αντιθέσεών της. Ταυτίστηκε με την ανάγκη της να είναι ελεύθερη, με το πάθος της να επιβιώσει σε δύσκολους καιρούς με έναν ασυμβίβαστο για την εποχή της τρόπο, με τις προσπάθειές της να βοηθήσει όσους είχαν ανάγκη και με τη διάθεσή της να προσφέρει χαρά. Γέλασε μαζί της και δάκρυσε, στους μεγάλους της έρωτες. Ουσιαστικά, ξεπέρασε το στερεότυπο μιας σκληρής γυναίκας του δρόμου, τη γνώρισε σαν να είναι μια φίλη του και συνειδητοποίησε πόσο μοιάζουν. Σε δεύτερο επίπεδο, οι θεατές μας, νομίζω, πέρασαν ευχάριστα, παρακολουθώντας μια παράσταση που με παιχνιδιάρικο τρόπο κάνει αναδρομή στην πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας και στη ζωή μιας προσωπικότητας, για την οποία είχαν ακούσει πολλά, μα ήξεραν λίγα.
Έχεις ανεβάσει ήδη ψηλά τον πήχη στο ντεμπούτο σου. Μήπως όλοι θα περιμένουν μόνον επιτυχίες από εσένα;
Οι κοντινοί μου άνθρωποι λένε πως είμαι ανικανοποίητη και αντιδραστική. Άρα, με βάση το συλλογισμό σας, φοβάμαι πως θα θελήσω να πάω κόντρα σε όσα οι άλλοι περιμένουν από εμένα. Θα ήθελα πολύ να μπορούσα να κάνω μόνο επιτυχίες, αλλά αυτό δεν είναι κάτι που προκύπτει βάσει συνταγής. Αισθάνομαι πως όσο πιο πιστά ακολουθώ αυτά που εγώ πιστεύω, όσο προσωπικά ή παράξενα κι αν είναι, τόσο πιο κοντά μπορώ να έρθω σε αυτό που θα λέγαμε, αντί επιτυχίας, “συμφωνία με το κοινό”. Τα πιο χρήσιμα υλικά είναι το ένστικτο, η μεγάλη ανάγκη του μοιράσματος μιας ιστορίας και οι άξιοι συντελεστές και συνοδοιπόροι. Θα φροντίσω πρώτα πρώτα γι’ αυτά κι από ‘κει και πέρα, απομένει η ελπίδα.
Ποιος από τους δύο γονείς σου έπαιξε τον πιο καθοριστικό ρόλο στη ζωή σου;
Κι οι δύο εξίσου. Αν και χώρισαν πολύ νωρίς, νομίζω πως είχαν και έχουν κάποια κοινά σημεία αναφοράς, κοινές αξίες και τον ίδιο (ιδιόμορφο, κατά μία έννοια) τρόπο ανατροφής. Τους ενδιέφερε να παίρνω από νωρίς πολλές αποφάσεις μόνη μου και να ταξιδεύω όσο το δυνατόν περισσότερο και στα πιο απίθανα σημεία του κόσμου. Αυτά, σε συνδυασμό με το ότι είναι και οι δύο δημοσιογράφοι (επάγγελμα που εκ των πραγμάτων αφορά στο ευρύ φάσμα της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής), με καθόρισαν. Ψυχολογικά, η υποστήριξή τους και οι συμβουλές τους, υπήρξαν πάντα η βάση πάνω στην οποία χτίζω το οτιδήποτε.
Αν έκανες μια παράσταση διαμαρτυρίας για ποιο πράγμα θα ήθελες να διαμαρτυρηθείς;
Αν έκανα μόνο μία παράσταση διαμαρτυρίας, θα μιλούσα για την ανάγκη της μη ύπαρξης κρατικών συνόρων και για τους ελάχιστους του κόσμου που συγκεντρώνουν, αρρωστημένα, τον πλούτο. Στη «Γκάμπυ», υπάρχει μια επιμέρους «διαμαρτυρία». Η ιστορία μας, σπάει το στερεότυπο που ίσως έχει πολύς κόσμος για τις ιερόδουλες. Αντιστοίχως, αυτό, είναι μια μορφή αντίστασης απέναντι στις ταμπέλες που συνηθίζουμε να βάζουμε στους ανθρώπους. Κάτι που στις μέρες μας, γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο. Αντίστοιχο με τον ταξικό διαχωρισμό των Άλφα, Βήτα, Γάμμα, Δέλτα και Έψιλον πολιτών του «Θαυμαστού καινούριου κόσμου» του Χάξλεϋ.
Τι σε τρομάζει στη σημερινή εποχή;
Η αδυναμία εκτέλεσης μιας ορθής κρίσης. Ή μάλλον, η αδυναμία κριτικής σκέψης εν γένει. Το γεγονός ότι δεχόμαστε καθημερινά ενέσεις περιορισμού σκέψης κι, ακόμη περισσότερο, το ότι ανατρέφονται παιδιά σε αυτό πλαίσιο. Με τρομάζει το ενδεχόμενο μιας –σε όλα τα επίπεδα- σκλαβιάς των επόμενων γενεών, αντίστοιχης με το βάρος του προπατορικού αμαρτήματος.
Ποια είναι η κινητήριος δύναμη στη ζωή σου;
Μάλλον ο θάνατος. Η δυνατότητα να δημιουργηθεί το οτιδήποτε, από ένα πιάτο φαγητό μέχρι ένα καλλιτεχνικό έργο, το οποίο θα παραμείνει στη σκέψη κάποιου, ακόμη κι όταν εσύ δεν θα ζεις. Όπως το να γεννάς παιδιά, σε περνάει διαδοχικά στην αθανασία, έτσι και το να ξυπνάς κάθε μέρα, προκειμένου να επιδιώξεις κάτι, σε περνά εν δυνάμει στο «για πάντα». Συνδυαστικά, έρχεται κι ο έρωτας. Για κάποιον, για κάτι, με κάτι. Κι αυτός, με μια δυναμική που μοιάζει με αφιέρωση, πολλές φορές λειτουργεί συμπληρωματικά. Αν έπρεπε να απαντήσω πιο απλά, θα έλεγα ότι με κινεί η δυνατότητα ερωτήσεων. Όσο ακόμη μπορείς να ρωτάς και να αναρωτιέσαι, να ελπίζεις σε μια νέα αλήθεια, σημαίνει ότι αξίζει τον κόπο να ξυπνάς και να συναναστρέφεσαι. Με βαθύτερο στόχο, πάντα, την εξάλειψη της λύπης.
Ελευθερία τι είναι για εσένα;
Ένα προσωπικό πεδίο έκφρασης, με αρχές και κριτήρια που διαμορφώνονται χωρίς να προσβάλλουν το αντίστοιχο πεδίο του άλλου. Με αφορμή τα όσα είπαμε παραπάνω, θα έλεγα πως ελευθερία είναι να σκεφτόμαστε χωρίς στεγανά, χωρίς εκβιαστικές απειλές παντός τύπου. Ελευθερία είναι να μπορείς να τραφείς από τη γη χωρίς να κινδυνεύεις από τοξικά, να ταξιδέψεις χωρίς να χρειάζεσαι διαβατήριο, να ερωτευτείς χωρίς να κριθείς γι’ αυτό, να εκφραστείς χωρίς να λογοκριθείς και να πεθάνεις όταν το αποφασίσεις εσύ. Η ελευθερία είναι ένα λειτουργικό σύστημα, το οποίο για να ενσωματωθεί αληθινά στον πολιτισμό μας, θα χρειαστούν, φοβάμαι, χιλιάδες χρόνια.
Τι καινούργιο ετοιμάζεις;
Ετοιμάζω την θεατρική εκδοχή του βιβλίου «Αυτή η νύχτα μένει» του Θάνου Αλεξανδρή. Είναι μια διαδρομή στα μεταμεσονύκτια μουσικά στέκια της ελληνικής επαρχίας της δεκαετίας του ’80, όπου οι ήρωες –στο πλαίσιο της …επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας- ζουν την απαγόρευση του έρωτα.
Σχόλια για αυτό το άρθρο