Ένα αξιοθαύμαστο και αξιαγάπητο ζευγάρι του θεάτρου και της ζωής είναι η Μαίρη Ραζή και Σωτήρης Τσόγκας! Δημιούργησαν με τις δικές τους δυνάμεις το δικό τους πολιτιστικό πυρήνα, το θέατρο Πρόβα και την Ανώτερη Δραματική Σχολή Τέχνης ”Η πρόβα” και ανεβάζουν ρεπερτόριο που θα το ζήλευαν και τα κρατικά θέατρα ακόμη. Με αυτό εννοώ χωρίς να διαθέτουν μεγάλες επιχορηγήσεις, όπως τα κρατικά μας θέατρα, γιατί αυτά είναι η εικόνα του πολιτισμού μας! Έχουν αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους και τα ονόματά τους έχουν γραφτεί με χρυσά γράμματα στο θεατρικό Πάνθεον είτε με τις ερμηνείες τους είτε με την επιλογή των έργων τους στα 50 συναπτά έτη της μεστής και ουσιαστικής καλλιτεχνικής τους πορείας! Ξεχωρίζουν για το ήθος, τη σοβαρότητα, το κύρος, την παιδεία τους και την θεατρική τους γνώση, η οποία κυριαρχεί στις παραστάσεις τους. Η μοναχοκόρη τους Κοραλία Τσόγκα, όπως ήταν φυσικό, ακολούθησε τα χνάρια τους και είναι μια πανέμορφη κοπέλα και εξαιρετική ηθοποιός. Τη φετινή σεζόν ανέβασαν στο φιλόξενο θέατρό τους δύο μονόπρακτα των Κωστούλα Μητροπούλου- Γιώργου Νεοφύτου με ενιαίο τίτλο ”Σιωπηλές κραυγές”, μια παράσταση την οποία πρέπει να δείτε! Ένα τιμητικό αφιέρωμα από το Cosmopoliti στην Μαίρη Ραζή και τον Σωτήρη Τσόγκα για την προσφορά τους στο θέατρο και στο αγαπημένο ζευγάρι της ζωής παράδειγμα προς μίμηση!
– Πως ήταν όλη αυτή η διαδρομή σας των 50 χρόνων;
M. Ρ. Πολύ όμορφη, με πολλές διακυμάνσεις μία ολόκληρη ζωή αλλά θυμάμαι μόνο ευχάριστα πράγματα, δηλαδή αν βάλω στη ζυγαριά όλα όσα έζησα στο θέατρο, στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο δεν έχω κακές αναμνήσεις. Η ζυγαριά γέρνει μόνο προς τα θετικά πράγματα. Δέχτηκα πολλή αγάπη και έδωσα και δίνω πολλή αγάπη. Πέρασαν τα χρόνια σαν αφρός, δεν τα κατάλαβα, έπαιξα πολλούς και σημαντικούς ρόλους, είμαι πολύ ευχαριστημένη με τις επιλογές μου και με τον τρόπο που πορεύτηκα μέσα σε αυτά τα 50 χρόνια.
Σ. Τ. Με πάνω από 100 πρεμιέρες ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, από το 1972 έως σήμερα, η διαδρομή ήταν συναρπαστική, πλήρης, συνεχής και ενδιαφέρουσα. Πολυκύμαντη, με αιφνίδιες και απρόβλεπτες διαδρομές. Με χαρές, με λύπες, με φόβους και θυμούς, με γέλια και δάκρυα, με βάσανα και δυσκολίες, με αγώνα και σκληρή δουλειά. Όλα αυτά τα έργα και οι ρόλοι αποτελούν την πνευματική μου περιουσία. Είναι οι πνευματικοί μου συγγενείς, παππούδες, μητέρες, αδέλφια, παιδιά και άλλοι, ένα μεγάλο συγγενολόι, που με συντροφεύει, που ζει μέσα μου με απόλυτη διακριτικότητα και αλληλοσεβασμό μεταξύ του, μία πνευματική κομμούνα, που δεν διεκδικεί κάτι, δεν πλεονεκτεί, δεν ανταγωνίζεται. Συνυπάρχει και ζωγραφίζει πολλές ζωές μέσα στην ψυχή μου.
– Πόσο υπερήφανοι αισθάνεστε που δημιουργήσατε το δικό σας θέατρο με την επωνυμία Πρόβα και την Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης «Η Πρόβα»;
Μ.Ρ. Μόνη μου δεν έκανα τίποτα. Πάντα μαζί μου ήτανε και ο σύζυγός μου ο Σωτήρης ο Τσόγκας, εγώ όμως είχα τις ιδέες, την τόλμη, την παλαβομάρα. Δεν φοβόμουν, δεν καταλάβαινα ότι έπαιρνα ρίσκα, μου άρεσε αυτό που έκανα, ήθελα να το κάνω πάλεψα για αυτό και τα κατάφερα. Ήτανε το όνειρό μου. Από τότε που ξεκίνησα το θέατρο ήταν οι στόχοι μου, οι προσδοκίες μου και φυσικά νιώθω περήφανη που δημιούργησα τον δικό μου καλλιτεχνικό χώρο. Ο πολιτιστικός οργανισμός Πρόβα, εκτός από το θέατρο έχει ιδρύσει και την Δραματική Σχολή Πρόβα και το θεατρικό εργαστήρι για παιδιά, εφήβους και ενήλικες.
Σ. Τ.41 χρόνια συνεχούς λειτουργίας του Θεάτρου Πρόβα (1984-2025), με υπερεκατόν παραγωγές στο ενεργητικό του, συμμετοχή σε διεθνή φεστιβάλ και πολλές διακρίσεις ατομικές και συνόλου. Και με ένα ρεπερτόριο εκτενέστατο και πληρέστατο, που θα μπορούσε να έχει ένα Εθνικό θέατρο. Ναι είμαστε ικανοποιημένοι, γιατί γράψαμε μερικές φωτεινές σελίδες στο βιβλίο της ιστορίας του νέου ελληνικού θεάτρου. Στη διδασκαλία υποκριτικής και αγωγής του Λόγου συμπλήρωσα 40 χρόνια ολόκληρα με 50.000 (πενήντα χιλιάδες) βεβαιωμένες ώρες διδασκαλίας. Και έβαλα μια τελεία.


– Η μοναχοκόρη σας Κοραλία Τσόγκα γιατί ακολούθησε τα δικά σας χνάρια;
M. Ρ. Γελάω, γελάω και μόνη μου, τι θα έκανε το παιδί; Ζούσε μέσα στο θέατρο, το έπαιρνα μαζί για να το έχω κοντά μου. Έτρωγε μέσα στο θέατρο, μελετούσε, έβλεπε πρόβες. Δεν μπορούσε να ξεφύγει το παιδί γιατί και ο πατέρας της και εγώ ήμαστε ηθοποιοί. Έβλεπε πολλές παραστάσεις μέχρι και στην Επίδαυρο την πηγαίναμε. Όταν παρακολουθούσαμε θέατρο πάντα θέλαμε να είναι μαζί μας. Όταν έγινε 8 χρόνων μαζί με άλλες συμμαθήτριές της έπαιξε πάνω στη σκηνή του θεάτρου Πρόβα ένα παιδικό έργο που το σκηνοθέτησα εγώ και έγινε ο χαμός. Της άρεσε όμως και ήτανε πολύ χαριτωμένη και παραμένει!
Σ. Τ. Η Κοραλία από τη βρεφική της ηλικία (όταν δεν είχαμε που να την αφήσουμε) ήταν μέσα στο θέατρο. Και επιπλέον γεννήθηκε και αυτή καλλιτέχνης, όπως φαίνεται!
-Τι ήταν εκείνο που σας έκανε να επιλέξετε το έργο των Κωστούλα Μητροπούλου και Γιώργου Νεοφύτου;
M. Ρ. Επιλέξαμε αυτό το έργο για να θυμίσουμε τη μαύρη επέτειο για τα 50 χρόνια από την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο Σωτήρης Τσόγκας έκανε την προσαρμογή δύο κειμένων σε μια ενιαία παράσταση. Πρόκειται για «Τα παπούτσια» της Κωστούλας Μητροπούλου και για τον «Μανώλη….!» του Κυπρίου Γιώργου Νεοφύτου.
Το έργο αναφέρεται σε δύο μοναχικούς ανθρώπους που ο ένας συνομιλεί με τον σκύλο του και η άλλη με τον γάτο της. Είναι η μοναδική τους συντροφιά. Ένας σκύλος κι ένας γάτος. Καμία ανθρώπινη παρουσία. Οι δύο ήρωες μιλούν για μοναξιά, ζητούν δικαίωση. Στα «Παπούτσια» ο ήρωας που πέρασε όλη του τη ζωή ως ηθοποιός του θεάτρου και τώρα που μεγάλωσε δεν μπορεί να πιστέψει ότι τελείωσε η καριέρα του και ζητάει να παίξει έστω και το ρόλο του σκύλου, επιτέλους χωρίς παπούτσια, σύμβολο της απελευθέρωσής του
Στο «Μανώλη…..!» βλέπουμε μία μάνα που μπροστά στα μάτια της δολοφονήθηκε ο γιος της από τους φασίστες στο Πραξικόπημα στην Κύπρο το 1974. Σύμβολο κάθε αδικαίωτης μάνας, έρχεται να θέσει ξανά ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα. Οι ήρωες ενώνουν τις κραυγές τους που παύουν να είναι σιωπηλές. Δεν σιωπούν, διεκδικούν την δικαίωση και την ελευθερία τους. Το έργο είναι μία σπονδή στα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Και είναι το μοναδικό έργο που παίζεται στην Αθήνα με αυτό το θέμα.
Σ. Τ. Διότι πρόκειται για δύο εξαιρετικές θεατρικές συνθέσεις, με υψηλών προδιαγραφών δραματουργία, εκπληκτική σαφήνεια και απλότητα στην δομή τους, με μουσική συγκρότηση της ροής της δράσης, που αναδεικνύει αβίαστα και απέριττα τους χαρακτήρες των δύο κειμένων. Πρόκειται για δύο διαμάντια της ελληνικής (Μητροπούλου) και κυπριακής (Νεοφύτου) δραματολογίας, χωρίς «μοντερνισμούς», «νεωτερικότητες», «αποδομήσεις» και άλλα ευτράπελα. Ο θεατής θα συνειδητοποιήσει, ότι όσο υπάρχουν άνθρωποι, που εξακολουθούν να σκέπτονται, να αισθάνονται και να αντιστέκονται, υπάρχει ελπίδα να γίνει λιγότερο απάνθρωπη η ανθρωπότητα.
– Γιατί εμμένετε στο ελληνικό ρεπερτόριο;
Μ. Ρ. Από το 1984 που ξεκινήσαμε είχαμε μία μεγάλη επιμονή στο ελληνικό έργο, έτσι το πρώτο έργο που ανεβάσαμε ήτανε το άπαιχτο έργο του Χασάπογλου «Η πιπίλα». Μέσα σε αυτά τα 40 χρόνια έχουμε ανεβάσει 91 έργα από τα οποία τα 46 είναι ελληνικά και 45 ξένο ρεπερτόριο. Επιμένουμε στο ελληνικό έργο γιατί νομίζουμε ότι ως Έλληνες καλλιτέχνες έχουμε υποχρέωση να στηρίζουμε την ελληνική δραματολογία. Τίποτα δεν έχουμε να ζηλέψουμε από την Ευρώπη. Έχουμε πολύ καλούς συγγραφείς, πολύ καλά έργα, έργα για να τα θυμούνται οι παλιότεροι και να τα γνωρίζουν οι νεότεροι. Ένα έργο που μένει στο συρτάρι και δεν παίζεται ξεχνιέται και μαζί με αυτό χάνεται ελληνική μας θεατρική ταυτότητα.
Σ. Τ. Το ελληνικό ρεπερτόριο είναι η πολιτιστική – θεατρική μας ταυτότητα. Και είναι υποχρέωσή μας να το ενισχύουμε, ειδικά σήμερα, που κινδυνεύει η υποκριτική μας ιθαγένεια και λόγω της εμπορευματοποίησης του θεατρικού προϊόντος (υποταγή στους κανόνες της αγοράς) και λόγω της αθρόας εισβολής ξένων πολιτιστικών υποπροϊόντων, που έχουν στόχο την αποδόμηση και αποδιοργάνωση της αισθητικής θεατρικής εμπειρίας.
– Πώς βλέπετε το θέατρο εν έτει 2025 σε σχέση με την παλαιά εποχή;
Μ. Ρ. Σε σχέση με την παλαιά εποχή βλέπω ένα θέατρο ζωντανό, βλέπω πολλές παραστάσεις, ανήσυχους δημιουργούς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς, σκηνογράφους που προσπαθούν να αφήσουν το στίγμα τους, ο καθένας με το δικό του τρόπο στην ελληνική θεατρική ιστορία. Οι σύγχρονες αναγνώσεις των θεατρικών κειμένων, έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Άλλο θέμα που παρατηρώ είναι ότι υπάρχουν πολλά θεατρικά σχήματα, υπάρχουν αίθουσες μεγάλης χωρητικότητας αλλά παράλληλα υπάρχουν και μικρές αίθουσες, εναλλακτικές. Πιστεύω ότι αυτό έχει βοηθήσει να αυξάνεται το θεατρόφιλο κοινό. Φιλοδοξώ να υπάρχει θέατρο αυτή τη στιγμή για όλα τα γούστα, ερευνητικό, διασκεδαστικό, ψυχαγωγικό. Εμένα όλη αυτή η δράση μου αρέσει!
Σ. Τ. Όταν ξεκίνησα την σταδιοδρομία μου ως ηθοποιός, στις αρχές της δεκαετίας του ΄70, στην Αθήνα λειτουργούσαν 15 θέατρα περίπου, και οι ενεργοί ηθοποιοί ήμασταν γύρω στους 300. Δεν γνωρίσαμε ανεργία. Το αντίθετο: μας τραβούσαν από το χέρι για να δουλέψουμε στο θέατρο, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση (κρατική τότε). Πρόλαβα την εποχή των «ιστορικών» θιασαρχών της Αθήνας, συνεργαζόμενος με τον αείμνηστο θεατράνθρωπο και δάσκαλό μου Δημήτρη Μυράτ. Από τότε άλλαξαν τα πράγματα μέσα σε 3 – 4 δεκαετίες (δεν είναι της παρούσης μια τέτοια ανάλυση του τι και πως έγιναν τα πράγματα), και βρεθήκαμε σήμερα, σε μία ανεξέλεγκτη αγορά εργασίας, με υποαπασχόληση και χαμηλές αμοιβές. Ιδιαιτέρως οι νέοι συνάδελφοι καταδυναστεύονται από την ανεργία και το βίαιο ανταγωνισμό.
– Τι κρατάει τη σχέση σας ζωντανή τόσα χρόνια;
Μ. Ρ. Εννοείτε ποια είναι η σχέση που με το θέατρο ; Χωρίς το θέατρο δεν μπορώ να ζήσω. Αν εννοείτε για τη σχέση με τον σύζυγό μου, αυτή είναι ζωντανή, δεν είναι μονότονη. Με τα πάνω και τα κάτω της, δεν είναι μονόδρομος. Έχουμε κοινά ενδιαφέροντα, κοινές ανησυχίες, κοινούς στόχους, αλλά και μία ανεξαρτησία και ένα σεβασμό στην ελευθερία και στην αυτονομία της προσωπικότητάς μας…
Σ. Τ.Το ότι καταφέραμε να μη μεταφέρουμε την προσωπική μας ζωή στο θέατρο, και το θέατρο στην καθημερινότητά μας. Μέγα επίτευγμα αυτό, δεν ξέρω πως έγινε, πάντως ευτυχώς συνέβη.
– Ποια είναι τα ενδιαφέροντά σας εκτός θεάτρου;
Μ. Ρ. Είμαι πολύ καλός θεατής, βλέπω θέατρο, διαβάζω βιβλία αλλά όχι τόσα όσα θα ήθελα. Μου αρέσουν τα μεγάλα ταξίδια. Εκτός από την Ευρώπη έκανα πολλά ταξίδια στην Ασία, στην Ινδία και αυτή η εμπειρία μου είναι μοναδική. Γνώρισα άλλες φιλοσοφίες, άλλες θρησκείες, αλλά ήθη και έθιμα. Επίσης μου αρέσει πάρα πολύ να κολυμπάω. Κάνω πολλά μπάνια όλο το καλοκαίρι και σχεδόν όλο το χειμώνα όταν οι μέρες είναι ηλιόλουστες. Μου αρέσει πολύ η ταχύτητα, και οι μηχανές μεγάλου κυβισμού. Παρακολουθώ τους αγώνες grand prix για το πρωτάθλημα της Φόρμουλα 1. Δεν αποχωρίζομαι ποτέ το αυτοκίνητο μου, μια φίλη μου λέει ότι τα ποδαράκια μου είναι το αυτοκίνητο μου. Ακούω μουσική ελληνική και κλασική αλλά η μεγαλύτερη μου αγάπη είναι η κόρη μου η Κοραλία Τσόγκα και ο εγγονός μου ο Περσέας Τσόγκας Μάινας που είναι μόλις 19 μηνών και με φωνάζει Μαίρη.
Σ. Τ. Η φιλοσοφία, η ιστορία, η μουσική και η πεζοπορία.
– Σας απασχολεί η ηλικία;
Μ. Ρ. Ναι με απασχολεί όχι όμως αρνητικά. Χαίρομαι που μεγαλώνω και είμαι υγιής. Μου αρέσει που έχω τις δυνάμεις μου τα ενδιαφέροντά μου. Σχεδιάζω όνειρα, έχω στόχους. Με απασχολεί η πνευματική και σωματική μου κατάσταση. Βλέπω τη ζωή και τα χρόνια που έζησα σαν ένα ωραίο παραμύθι, σαν ένα στιγμιαίο όνειρο. Προσπαθώ να θυμάμαι μόνο τα ωραία που έχω ζήσει. Θέλω να μεταφέρω τις γνώσεις και τις εμπειρίες μου και στους νεότερους ανθρώπους. Εκείνο που με κάνει ιδιαίτερα χαρούμενη είναι ότι ο τρόπος σκέψης μου είναι σύγχρονος δεν είμαι κολλημένη στο παρελθόν, προσαρμόζομαι ανάλογα με τις συνθήκες. Είμαι πολύ δραστήρια, συμμετέχω, τρέχω και δεν φτάνω. Η καθημερινότητά μου έχει πολλές ενδιαφέρουσες δραστηριότητές. Δεν προλαβαίνω, είμαι στο Δ.Σ στο «Σπίτι του ηθοποιού» και πρόεδρος στην ΕΚΜΕΘΙ (Ένωση μη κερδοσκοπική θεάτρου) . Όλα αυτά που κάνω δεν συνάδουν με την ηλικία μου, την ξεχνάω…
Σ. Τ. Βεβαίως. Γιατί όταν το μέλλον λιγοστεύει, το παρελθόν…επιτίθεται! Η μάχη δίνεται στα … μετόπισθεν!
– Ο χαμένος χρόνος;
Μ. Ρ. Χαμένος δεν νομίζω ότι είναι κανένας χρόνος, εκτός κι αν έχεις την πολυτέλεια να επιλέξεις να «χάσεις χρόνο» σε διακοπές, σε ξεκούραση, σε κάποια ιδιαίτερη «αναγκαστική» κατάσταση και πάλι κάτι χάνεις κάτι κερδίζεις. Τοκίζεις σε μία σχέση, φιλική ή ερωτική και προδίδεσαι. Χάνεις χρόνο αλλά και πάλι αποκτάς μια πολύτιμη εμπειρία από αυτήν την «προδοσία».
Σ. Τ. Ο χρόνος είναι μία σύμβαση, μία ψευδαίσθηση, ουσιαστικώς δεν υπάρχει. Ποτέ δεν έχουμε ακριβή αίσθηση του χρόνου που δείχνουν τα ρολόγια μας. Ο καθένας έχει την δική του αίσθηση του χρόνου ανάλογα με το πως βιώνει τις εμπειρίες του. Είναι ο λεγόμενος ψυχολογικός χρόνος. Πέντε λεπτά μπορεί να μας φανούν αιώνας, και έξι ώρες σαν μία στιγμή. Επιπλέον, αλλιώς αντιλαμβάνεται το χρόνο μία πεταλούδα, που γεννιέται, ενηλικιώνεται, γηράσκει και πεθαίνει σε μερικά λεπτά, αλλιώς ο άνθρωπος, αλλιώς μία θαλάσσια χελώνα, που ζει ως και 150 χρόνια. Χαμένος χρόνος, λοιπόν , υπάρχει μόνον για αυτούς, που πιστεύουν ότι ο χρόνος είναι χρήμα! Και μάλλον αυτοί είναι πολλοί. Για μένα ο χρόνος είναι ένα ταξίδι, χωρίς «Ιθάκη». Μια ψευδαίσθηση. Αθυρόστομα το καταγράφει και ο ποιητής Ρεμπό : «Χέσε το χρόνο που περνάει και κουράγιο!». Μόνο η αγάπη και η συμπόνοια μπορούν να διαλύσουν την ψευδαίσθηση του χρόνου… Νομίζω…
– Είστε ικανοποιημένοι με όσα έχετε καταφέρει μέχρι σήμερα;
Μ. Ρ. Είμαι ευχαριστημένη, χορτασμένη. Έχω κάνει σωστές και λανθασμένες κινήσεις. Δεν κατηγορώ τον εαυτό μου για τίποτα. Κάθε απόφαση την παίρνεις κάτω από συγκεκριμένες αντικειμενικές συνθήκες.
Σ. Τ. Ναι! 41 χρόνια συνεχούς καλλιτεχνικής δημιουργίας, 100 παραγωγές, ποιοτικό και ευρύ ρεπερτόριο, κλασσικό, νεοκλασικό, σύγχρονο, ελληνικό και ξένο. Γράψαμε τη δική μας ιστορία στο νέο-ελληνικό θέατρο, με συνέπεια και πληρότητα. Και συνεχίζουμε.
– Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να είχατε κάνει ή να είχατε αποφύγει;
Μ. Ρ. Ίσως εκείνο που θα ήθελα να είχα αποφύγει είναι ο ξεριζωμός μου από την Κωνσταντινούπολη. Αυτή η πληγή δεν θα κλείσει ποτέ…
Σ. Τ. Κανείς δεν μπορεί να ελπίζει σ΄ ένα καλύτερο……παρελθόν!..
– Ποιες παραστάσεις σας ξεχωρίζετε;
Μ. Ρ. Θα απαντήσω λέγοντας ότι όλες οι παραστάσεις που έχω παίξει γεννήθηκαν από μένα και δεν μπορώ να ξεχωρίσω καμία. Όλες οι παραστάσεις είναι παιδιά μου τις αγαπώ, τις εκτιμώ, τις σέβομαι και θα ήταν αδικία να ξεχωρίσω δημοσίως μία παράσταση από μία άλλη. Έχω ζήσει μέσα από τους ρόλους μου πολλές ζωές, έχω συνυπάρξει, έχω προσεγγίσει μεγάλους συγγραφείς. Έχω αναμετρηθεί με μεγάλους ρόλους και πιστεύω ότι τα έχω καταφέρει.
Σ. Τ. Όλες είναι ξεχωριστές, γιατί πλούτισαν την ψυχή μου και διηύρυναν τη συνείδησή μου. Γιατί δημιουργήθηκαν με γνώση, μεράκι και εντιμότητα καλλιτεχνική. Ποτέ δεν ενδώσαμε στην προχειρότητα και στην ευκολία. Δεν παρασυρθήκαμε από μοντερνισμούς, νεωτερικότητες, αποδομήσεις και άλλα ευτράπελα. Το θέατρο είναι εκεί για να συγκινεί, να λυτρώνει, να ψυχαγωγεί, να ανακουφίζει ψυχικά και πνευματικά. Με απλότητα σαφήνεια και ουσία.
– Έχετε καταλάβει για ποιο λόγο ζούμε;
Μ. Ρ Προσπαθώ να καταλάβω. Σίγουρα δεν ζούμε μόνο για να βγάζουμε λεφτά, ούτε είμαστε πετυχημένοι όταν είμαστε πολύ πλούσιοι. Ο άνθρωπος δεν ζει μόνο για τα λεφτά, ζει για να χαίρεται, να φαντάζεται, να δημιουργεί, να προσφέρει. Ζει για να κάνει ό,τι τον ευχαριστεί. Αυτός νομίζω είναι ένας σημαντικός λόγος για να ζει κανείς, αλλά η ζωή κοντή και ο λόγος που διανύουμε αυτό το ταξίδι υποκειμενικός και διαφορετικός για τον καθέναν μας. Η ζωή έχει δυσκολίες δεν είναι μόνο ευχάριστες στιγμές. Εγώ ζω μέσα από την τέχνη μου!
Σ. Τ. Εάν το έχετε καταλάβει εσείς, παρακαλώ να μου το εμπιστευθείτε. Το μόνο που έχω καταλάβει, είναι ότι ζούμε σε μία δυστοπία, μπροστά στην οποία ο παλιός μεσαίωνας φαντάζει… δροσερό καλοκαιράκι. Ζούμε σε μια στυγνή δικτατορία του πολιτικού ορθολογισμού, των αγορών, της ψηφιοποίησης, της αυξημένης εικονικής πραγματικότητας, του προελαύνοντος μετανθρωπισμού και υπερανθρωπισμού, και της τεχνητής νοημοσύνης. Και μην μου πείτε ότι με την τεχνολογία προόδευσε ο άνθρωπος (φωτιά, τροχός, ατμός, ηλεκτρισμός κ.λ.π), γιατί θα σας πω, ότι ανέκαθεν η χρήση της τεχνολογίας από τον άνθρωπο ήταν αρνητική και καταστροφική : για να σκοτώνει, να εκμεταλλεύεται, να αλλοτριώνει, να χειραγωγεί, να βιάζει, να πλεονεκτεί, να εξουσιάζει. Το γεγονός είναι ότι η ανθρώπινη ζωή ήταν, είναι και θα είναι το πιο φτηνό αναλώσιμο προϊόν. Δείτε πίσω στην ιστορία. Κοιτάξτε το σήμερα. Μπροστά σ΄ αυτόν τον ζόφο αδυνατώ να καταλάβω. Είμαι σε αδιέξοδο…
Σχόλια για αυτό το άρθρο