Μάγια Μελάγια! Τρία ήταν τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν την ανεπανάληπτη προσωπικότητά της: όμορφο πρόσωπο με αισθησιακό στόμα και γκριζοπράσινα μάτια, βαθιά ζεστή κοντράλτα φωνή και ανεξάντλητη πηγή γέλιου. Πρωτοβγήκε στο τραγούδι μόλις 16 χρονών, όταν την άκουσε στην αυλή του σπιτιού της που τραγουδούσε, μια γειτόνισα με καλλιτεχνική φλέβα και έπεισε τη μητέρα της να τη στείλει στην Όαση, ένα από τα μεγάλα βαριετέ της εποχής με διαγωνισμό νέων ταλέντων. Η Μελπομένη Τσιριγώτη -όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Μάγιας Μελάγια- έμενε μαζί με τη μητέρα της και τη μικρότερη αδελφή της σε μια αυλή απέναντι από το Στάδιο και η δυνατότητα να βγει πρώτη στο διαγωνισμό και να κερδίσει χρήματα, ήταν μεγάλη ευκαιρία. Πήγε στην Όαση, τραγούδησε το Αχ, βρε γκρινιάρικο –χωρίς να θυμάται από το τρακ τα λόγια, μαμά πως είναι το παρακάτω, ρωτούσε τη μητέρα της που ήταν κάτω- βγήκε πρώτη και την προσλάβανε σαν τραγουδίστρια στην Οάση με μαέστρο το Μιχάλη Σουγιούλ. Στη συνέχεια ως Μάνια Τσιριγώτη κάνει τουρνέ με μεγάλα ονόματα, ενώ σε κάποια τουρνέ με τον Ορέστη Λάσκο, εκείνος της αλλάζει το όνομα και ιδού η Μάγια Μελάγια!
Το πραγματικό της ξεκίνημα σαν τραγουδίστρια αθηναϊκού θεάτρου, έγινε το 1947 στο Λυρικόν, όπου πήγε να αντικαταστήσει τη Σοφία Βέμπο. Και τότε αρχίζει η καριέρα και ο μύθος της γυναίκας που μεσουράνησε για δύο δεκαετίες, έγινε η Αυτοκράτειρα της νύχτας -Βασίλισσα η Ζωζώ, αυτοκράτειρα η Μάγια!- σύμβολο του σεξ για πολλούς, αφού οι εμφανίσεις στις φιρμάτες κοσμικές πίστες, την ήθελαν με σκισίματα στα φορέματα και μαγιό, έμαθε στη Σοφία Λόρεν να τραγουδάει ελληνικά για την ταινία Το παιδί και το δελφίνι, έπαιξε σε επιθεωρήσεις και ταινίες, έζησε ένα μεγάλο έρωτα με το Γιώργο Μουζάκη για την οποία έγραψε ίσως, τα ωραιότερά του τραγούδια, και ήταν τόσο μεγάλη η επιτυχία που έζησε η Μάγια Μελάγια, ώστε έμεινε ιστορικό το περιστατικό με τον τροχονόμο στην Επίδαυρο, όπου παίζεται αρχαία τραγωδία, τίγκα ο κόσμος, οι τροχονόμοι στα μέσα και στα έξω και η Κατίνα Παξινού να προσπαθεί να περάσει. Αφήστε με να περάσω, είμαι η Παξινού, λέει στον τροχονόμο, για να πάρει την ιστορική φράση ως απάντηση: Μωρέ, κι η Μάγια Μελάγια να΄σαι δεν περνάς!
Τα όνειρα της μικρής Μελπομένης δεν ήταν να γίνει τραγουδίστρια. Ήθελε να σπουδάσει, να μάθει όσα περισσότερα γράμματα μπορούσε και να γνώρισει έναν άντρα που θα την αγαπούσε και θα τον αγαπούσε, αλλά η οικονομική κατάσταση της οικογένειας, δεν της άφησε πολλά περιθώρια επιλογής κι έτσι, ένα μεροκάματο στο τραγούδι ήταν μεγάλη τύχη. Τραγούδησε μερικά από τα καλύτερα ελαφρά και αρχοντορεμπέτικα τραγούδια, είδος με μεγάλη απήχηση.
Το 1965, μετά το χωρισμό της από το Γιώργο Μουζάκη, φεύγει στην Αμερική, όπου έχει γκραν σουξέ, εκεί γνωρίζει τον Παναγιώτη Γουλάκο, παντρεύονται πρώτα με πολιτικό γάμο -1968- και ένα χρόνο μετά με θρησκευτικό, δουλεύει στηνΑμερική μέχρι το 1978 μέχρι το θάνατο του άντρα της, και στη συνέχεια έρχεται στην Ελλάδα. Μένει στο σπίτι της στην Αγίου Μελετίου, κάνει τουρνέ στην επαρχία και τότε αρρωσταίνει. Παθαίνει το πρώτο έγκεφαλικό επεισόδιο. Συνέρχεται γρήγορα αλλά παίρνει τη μεγάλη απόφαση, δεν θα ξανατραγουδήσει ποτέ.
Τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ δύσκολα για τη θρυλική ντίβα, καθώς το 2009 έχασε την καρδιακή της φίλη Σπεράντζα Βρανά και το 2011 τη μοναδική της αδερφή, Στέλλα. Από χθες, 27/12/14, θα είναι πάλι μαζί και τα γέλια τους θα αναστατώνουν τον Παράδεισο…
Με τη Σοφία Λόρεν και τον Τώνη Μαρούδα
Καίτη Μπελίντα, Γιώργος Κατσαρός, Μάγια Μελάγια
Γλέντι αλά Ελληνικά με τον Άντονι Κουίν
Στην Αμερική με τη Μελίνα Μερκούρη και το Ζυλ Ντασσέν
Στην ταινία Η Άγνωστος της Φίνος Φιλμ
ΚΟΙΤΑ ΡΕ ΤΙ ΕΠΑΘΑ
Στίχοι: Αλέκος Σακελλάριος & Χρήστος Γιαννακόπουλος
Μουσική: Γιώργος Μουζάκης
Κοίτα ρε τι έπαθα και ξανατσιμπήθηκα
ότι που ησύχασα και ήμουν ευτυχής
ότι που ενόμιζα πως τακτοποιήθηκα
Κοίτα ρε τι έπαθα και ξανατσιμπήθηκα
και ξανασορόπιασα ντούκα κι εξαρχής
Κοίτα ρε τι έπαθα και ξανατουμπάρισα
σαν κορόιδο χώθηκα πάλι στο γκεζί
ότι που ησύχασα, ότι που καθάρισα
Κοίτα ρε τι έπαθα και ξανατουμπάρισα
κι έπεσα ξανά μανά στο ψιλό γαζί
Κοίτα ρε τι έπαθα στα καλά καθούμενα
κι άναψα μονάχη μου φρέσκια πυρκαγιά
ότι που καθάρισα με τα προηγούμενα
Κοίτα ρε τι έπαθα στα καλά καθούμενα
κι από δόξα ο Θεός, βόηθα Παναγιά
Σχόλια για αυτό το άρθρο