Ντρινννννν, το τηλέφωνο, ο φίλος μου ο Βλάσης. «Για έλα από το σπίτι που σε θέλει η Αλίκη»!
Ωχ!
Η Αλίκη με περιμένει στο μυθικό της διαμέρισμα στην Στησιχόρου; Όταν πέρασε ο αρχικός ενθουσιασμός, έπεσα με τα μούτρα στις δουλειές μου και όταν έφτασε η ώρα να πάω στην Αλίκη, δεν προλάβαινα ούτε να πάω να αλλάξω. Κατ’ ευθείαν από την δουλειά και με 5 λεπτά καθυστέρηση παρακαλώ. Εγώ που δεν αργώ ποτέ!
Μου άνοιξε η κοπέλα του σπιτιού, με έβαλε να καθίσω στο σαλόνι, μου έφερε και καφέ και εξαφανίστηκε. Περίμενα. Μα ο Βλάσης που είναι; Τίποτα, πουθενά ο Βλάσης. Περίμενα… περίμενα…περίμενα… Και ξαφνικά ανοίγει η πόρτα που οδηγούσε στα ενδότερα και σκάει η Αλίκη, με πορτοκαλί φόρεμα και πορτοκαλί καπέλο!
Βγήκε από την κρεβατοκάμαρα της με καπέλο ασορτί με το φόρεμα να με εντυπωσιάσει; Ουάου!!!
Αφού είπαμε τα αρχικά, ξεκίνησε να μου κάνει ερωτήσεις και μάλιστα και κάπως πιο προσωπικές. Εννοώ, ερωτήσεις που αφορούσαν την ίδια.
– Γιατί νομίζεις ότι έχω επιτυχία;
– Γιατί έχετε το ωραιότερο χαμόγελο στην Ελλάδα…
Και κάτι τέτοια… Με «ψάρευε». Θεά, διαόλου κάλτσα. Σπίρτο. Μου πρότεινε συνεργασία για μια θεατρική παραγωγή που ετοίμαζε για το καλοκαίρι στο θέατρο της στο Πεδίο του Άρεως. Ήταν το μιούζικαλ «Άννυ». Δεν θα έπαιζε η ίδια – θα ήταν μόνο η παραγωγός. Ήθελε να με δοκιμάσει πριν αποφασίσει να δουλέψουμε παρέα.
Έτσι μου είσαι, βρε μουσίτσα – είπα μέσα μου – και…
Η συνέχεια εδώ: https://bit.ly/3rl1OWu
Σχόλια για αυτό το άρθρο