Η Αικατερίνη Τεμπέλη γεννήθηκε στη Σάμο, αλλά έζησε μερικά απ’ τα πιο ενδιαφέροντα χρόνια της ζωής της στη Θεσσαλονίκη και στο Ηράκλειο, όπου σπούδασε αντίστοιχα Ψυχολογία και Κοινωνική Εργασία. Στην Αθήνα εκπαιδεύτηκε στην οικογενειακή θεραπεία (Μονάδα Οικογενειακής Θεραπείας-ΨΝΑ) και στη βραχεία ψυχοθεραπεία. Παρακολούθησε παράλληλα μαθήματα υποκριτικής στο Θέατρο των Αλλαγών και μονωδίας στο Ολυμπιακό Ωδείο Ηρακλείου.
Το 1993 κέρδισε το Α’ Πανελλήνιο βραβείο σε γραπτό διαγωνισμό της Deutsche Welle με θέμα τον ρατσισμό κι εκπροσώπησε τη χώρα μας στην Κολωνία. Τον επόμενο χρόνο έλαβε Διάκριση στον Παγκρήτιο Διαγωνισμό Ποίησης. Εργάστηκε για πάνω από μία δεκαετία στο ραδιόφωνο (Ράδιο Κρήτη, 9.84, Studio 19, ΕΡΑ Ηρακλείου, 102-ΕΡΤ 3 κ.ά.) ως παραγωγός και παρουσιάστρια ραδιοφωνικών εκπομπών, καθώς και σε γνωστά περιοδικά κι εφημερίδες ως δημοσιογράφος. Σήμερα ζει στην Αθήνα και ταξιδεύει πάντα στις ζωές των άλλων. Τις νύχτες γράφει στίχους που μελοποιεί συνήθως ο Παναγιώτης Λιανός.
Απ’ τις εκδόσεις Μοντέρνοι Καιροί κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της Βενετσιάνικο χρυσάφι (2007) και Η σκόνη των άστρων (2010).
Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να θέλεις να ασχοληθείς με τη συγγραφή βιβλίων;
Η σχέση μου με τη γραφή είναι έρωτας παλιός. Στα 13 μου έγραφα ήδη ποιήματα, “δυστυχώς μελαγχολικά” όπως αποφάνθηκαν οι καθηγητές μου, όταν μου έδωσαν το πρώτο μου βραβείο. Συνέχισα όμως ν’ ασχολούμαι με τη μοβ αυτή ας πούμε ποίηση κι ακολούθως πέρασα σταδιακά στα διηγήματα, περισσότερο πειραματιζόμενη βέβαια τότε. Εξάλλου πίστευα για πολλά χρόνια πως δεν μπορώ να γράψω μυθιστόρημα. Το προσπάθησα όμως, γιατί δεν μ’ αρέσει ν’ αφήνω μέσα μου αναπάντητα ερωτήματα κι απ’ ό,τι φάνηκε υπάρχουν τελικά στο μυαλό μου πολλές ιστορίες που περιμένουν να ξεδιπλωθούν. Στην αρχή νομίζω έγραφα γιατί δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Μ’ έπνιγαν οι λέξεις. Ξεχείλιζαν μέσα μου τ’ ανείπωτα. Στη συνέχεια, κατάλαβα πως υπάρχουν κι άλλες αιτίες. Φτιάχνω τη δική μου Κιβωτό κατά κάποιο τρόπο. Μια Κιβωτό Μνήμης. Κρατάω έτσι ζωντανούς τους νεκρούς μου, προσπαθώ να περάσω τα μηνύματά μου, θέλω ν’ αφήσω κάπου τυπωμένα όλα όσα έμαθα τέλος πάντων κι εγώ, απ’ το πέρασμά μου στη ζωή. Είναι πολλοί οι λόγοι και μερικοί απ’ αυτούς δεν αναλύονται. Δεν πρέπει.
Από που εμπνέεσαι και από που αντλείς ιδέες για την συγγραφή των έργων σου;
Οτιδήποτε μπορεί να με παρακινήσει να γράψω. Ένας άνθρωπος που συναντώ στο μετρό για παράδειγμα, ένα τραγούδι που θ’ ακούσω, μια φράση που μπορεί να διαβάσω, ένα μήνυμα που θα λάβω, ένα ντοκιμαντέρ που θα παρακολουθήσω. Ο τρόπος που κάποιος θα με κοιτάξει, τα τοπία που βλέπω όταν ταξιδεύω, κάτι που συμβαίνει σε μένα ή στον περίγυρό μου, μια συζήτηση στην οποία λαμβάνω μέρος, μια δημόσια ή ιδιωτική συναλλαγή, η πολιτική κατάσταση, το οικονομικό σοκ που ζούμε, αυτά κι άλλα πολλά, μου δίνουν αφορμές για να εκφράζομαι και να δημιουργώ.
Έχεις αγαπημένους συγγραφείς Έλληνες ή ξένους; Έχεις επηρεαστεί από αυτούς;
Υπάρχουν πράγματι συγγραφείς, τόσο Έλληνες, όσο και ξένοι, που έχω διαβάσει το σύνολο του έργου τους κι άλλοι που τους παρακολουθώ σταθερά. Παρ’ ότι διαβάζω πάντα και το σπίτι μου είναι γεμάτο βιβλία, δεν μπορώ να πω ωστόσο πως έχω πρότυπα. Δεν πιστεύω εξάλλου σε αυθεντίες παντός είδους, όσο κι αν θαυμάζω ή σέβομαι το τεράστιο ταλέντο κάποιων συγγραφέων και δεν θεωρώ θετικό στοιχείο την ύπαρξη αναγνωρίσιμων επιρροών στα γραπτά άλλων. Με γοητεύουν περισσότερο όσοι έχουν προσωπικό ύφος κι εκφράζουν κοινωνικές ευαισθησίες, από εκείνους που μπορεί να θεωρούνται δεξιοτέχνες του είδους τους αλλά εμφανώς προεξάρχει ο ναρκισσισμός τους και διανοητικοποιούν αμετροεπώς, χωρίς στην πραγματικότητα να τους αγγίζει ο πόνος του διπλανού τους. Οι αναφορές μου μάλιστα δεν βρίσκονται καν απαραίτητα στη Λογοτεχνία. Μελετώ παράλληλα Εγκληματολογία, φυσικά Ψυχολογία, Θέατρο, Κοσμολογία κι άλλες επιστήμες. Αδιαμφισβήτη αλήθεια όμως είναι πως μ’ επηρέασε βαθύτατα σε ένα πράγμα ο αξέχαστος Άρης Φακίνος: μου μετέδωσε την πίστη του για την ανάγκη διατήρησης της συλλογικής μνήμης. Έτσι, με τον τρόπο του, εκείνος μ’ οδήγησε στην Ιστορία. Του το χρωστάω.
Ένα βιβλίο είναι πιο πολύ μέσο ψυχαγωγίας ή πνευματική τροφή;
Εξαρτάται ποιος, πότε και πως ορίζει τον κάθε όρο. Είναι παλιά συζήτηση αυτή κι ειλικρινά προτιμώ να μην την ανατροφοδοτήσω λέγοντας κι εγώ τη βαρετή μου γνώμη. Για να το θέσω διαφορετικά όμως, το να περνάς απλώς καλά διαβάζοντας κάτι, εμένα σαν αναγνώστρια δεν μ’ αφορά. Δεν ήμουν ποτέ απ’ τους ανθρώπους που μένουν στην επιφάνεια, στη φλούδα των γεγονότων. Μ’ ενδιαφέρουν τα βάθη, οι δύσκολες κατακτήσεις, το ταξίδι. Αναζητώ λοιπόν, αυτό το ..είδος όταν αγοράζω βιβλία, αλλά δεν κρίνω όποια κι όποιον πράττει διαφορετικά. Δεν θέλω με τίποτα να δώσω την εντύπωση πως εξαιρώ τάχα εαυτόν μ’ ελιτίστικες επιλογές. Μακριά από μένα τέτοιες τοποθετήσεις. Δεν γνωρίζω τι περνάει ο καθένας και τον οδηγεί στην χ ή ψ απόφαση. Τι να πεις δηλαδή σ’ έναν άνθρωπο που έχει κάποιον δικό του σ’ ένα νοσοκομείο και σου λέει “θέλω να διαβάσω κάτι ανάλαφρο να ξεχαστώ και ν’ αντέξω εδώ μέσα;” Με ποιο δικαίωμα να υποτιμήσω μια τέτοια ανάγκη; Αφού δεν είχαμε και δεν έχουμε μια Παιδεία, που να μας μαθαίνει έγκαιρα μερικά πράγματα, να φροντίζει για την πνευματική μας καλλιέργεια. Αν δεν πέσεις σε ορεξάτους δασκάλους και δεν υπάρχουν φιλομαθείς στον στενό οικογενειακό ή φιλικό σου κύκλο που να σε ωθήσουν στα κατάλληλα αναγνώσματα, δεν είναι και το πιο εύκολο ν’ αναπτύξεις μόνος σου κριτική σκέψη κι εκλεπτυσμένα γούστα. Όχι πως δεν γίνεται, αλλά πρόκειται σαφώς για εξαίρεση. Είναι πολλά λοιπόν τα κακώς κείμενα που πρέπει ν’ αλλάξουν. Πιο σημαντικό μου φαίνεται πάντως να τονίσω καταληκτικά, πως παρά την τεράστια κρίση που περνά (και) ο εκδοτικός κόσμος, εξακολουθούν να βγαίνουν σπουδαία και προσεγμένα βιβλία. Κι αυτό είναι το παρήγορο και το όμορφο.
Μίλησε μου για την τελευταία σου δουλειά με τίτλο: «Το ποτάμι στον καθρέφτη».
Πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων διαφορετικού ύφους. Κάποια γράφτηκαν πριν πολλά χρόνια κι άλλα πρόσφατα. Διαφορετική είναι και η θεματολογία τους. Για τα υπόλοιπα θα πρέπει να μιλήσουν όσοι κι όσες τα διαβάζουν και θεωρούν πως θίγω αυτό ή εκείνο με όσα συμβολικά παραθέτω ή πιστεύουν πως υπάρχουν μοτίβα ή… ή… Αυτό που περίμενα εγώ, ήταν πως ο κόσμος θα ταυτιστεί με διαφορετικές ιστορίες ανάλογα με τα βιώματά του κι όπως δείχνουν οι πρώτες κριτικές δεν έπεσα έξω. Το βρίσκω σπουδαίο που μου έγραψαν άνθρωποι για να μου εξομολογηθούν προσωπικά τους θέματα, με αφορμή κάτι που αναφέρω στο βιβλίο. Δεν το είχα προβλέψει ωστόσο, ούτε κατά διάνοια φανταστεί, πως θα έκλαιγαν με κάποια αποσπάσματα κι είναι συγκλονιστικό. Διαβάζω τις λέξεις τους μ’ ένα κόμπο στο λαιμό… Κυριεύουν τη σκέψη μου. Αυτή η συγκίνηση που μου προκαλούν, περνάει στο δέρμα μου, στο σώμα..
Στο «Συναλλαγές εκπεσόντων« θίγεις τις σχέσεις των ανθρώπων σήμερα. Συμβαίνει πιστεύεις αυτό που λέγεται: πως δηλαδή η κρίση έβγαλε στην επιφάνεια τον χειρότερό μας εαυτό;
Θίγω γενικά τις σχέσεις των ανθρώπων ναι, τον τρόπο που συναλλάσσονται, που λειτουργούν. Νομίζω πως όχι μόνο σήμερα, αλλά πάντα υπήρχαν τα αρπακτικά, οι κόλακες, οι κουτοπόνηροι, αυτοί που ανερυθρίαστα θα μας έκλεβαν ένα πλευρό για να περπατούν μετά λαμπάδες, όπως περίπου γράφω, αλλά υπήρχαν κι υπάρχουν ευτυχώς κι όσοι λάμπουν με την Αλήθεια τους, τη γνησιότητά, την αυθεντικότητά τους. Τι κι αν παλεύουν με τους δαίμονες τους; Αυτούς ξεχωρίζω, αυτοί μ’ αφορούν και σ’ αυτήν την κατηγορία ανήκουν όσοι σέβομαι. Δεν είναι αρεστοί πάντα στο κοινωνικό σύνολο, αλλά εγώ τους προτιμώ απ’ όλα τα δήθεν καλά κι ατσαλάκωτα παιδιά, που ποτέ δε μάτωσαν ένα γόνατο, αλλά έχουν το θράσος να κουνάν επικριτικά το δάχτυλο σ’ ότι διαφέρει απ’ την πραγματιστική, δουλική, ηθική τους. Η κρίση τώρα, για ν’ απαντήσω σ’ αυτό που με ρωτάς, μας έκανε άραγε πιο ανθρωποφαγικούς ή έτσι ήμασταν πάντα; Ταπεινών κι ελεεινών δηλαδή ενστίκτων φορείς, καταπιεσμένοι φασίστες, κι απλά τώρα εκφράζουμε όλη την εσωτερική μας σαπίλα, επειδή βρήκαμε βολικό άλλοθι; Αναρωτιέμαι… Απ’ την άλλη όμως, ευτυχώς, βλέπω κι Αγγέλους ανάμεσά μας, που κάπου κρύβονταν τόσο καιρό, να βγαίνουν στην επιφάνεια. Προτιμώ να κοιτάζω αυτούς λοιπόν που η ψυχή τους αρκεί για ν’ αθωωθούμε όλοι. Τόσο καθαροί…
Οι ήρωες σου είναι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Τι σ’ οδήγησε σε μια τέτοια επιλογή
Οι ήρωες μου ήθελα να μοιάζουν με ανθρώπους που θα μπορούσαμε πράγματι να συναντήσουμε κάπου. Αυτοί για μένα εξάλλου έχουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Νομίζουμε πως τους καταλαβαίνουμε, πως αποκρυπτογραφούμε ό,τι υπαγορεύει τις συμπεριφορές και τις πράξεις τους, αλλά στην πραγματικότητα κανείς δεν γνωρίζει κανέναν κατά βάθος. Διάγουμε βίους μυστικούς στη σκέψη μας, ζούμε με αντιφάσεις κι έχουμε πλευρές αθέατες. Πάρα πολλών από ‘μας η ζωή επίσης, έχει μυθιστορηματικά στοιχεία. Αλλά δύσκολα ανοιγόμαστε, εμπιστευόμαστε, πλησιάζουμε τόσο τους άλλους ώστε να τα συζητήσουμε μαζί τους. Τέτοια πρόσωπα λοιπόν ήθελα, να πρωταγωνιστήσουν στα διηγήματα μου: “αναγνωρίσιμα” αλλά και απρόβλεπτα. Και δεν το αναφέρω τυχαία αυτό. Εκπλήσσοντας ακόμη κι εμένα, κάνουν πολλές φορές του κεφαλιού τους, δεν συμφωνώ καθόλου με κάποιες επιλογές τους -το πρώτο παράδειγμα μάλιστα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο άντρας στο “Hotel des Rouges”-, αλλά τους επιτρέπω να τραβούν το δρόμο τους και να οδηγούν την πλοκή, όπου θέλουν.
Τι καινούριο ετοιμάζεις;
Γράφω ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Υπάρχουν βέβαια σ’ αυτό πάμπολλες συνδέσεις με τη σύγχρονη εποχή. Θεωρώ τεράστιο μειονέκτημα να ‘ναι ανιστόρητος κάποιος (τίποτα καλό δεν βγαίνει απ’ αυτό) και μιας που εξακολουθώ να σπουδάζω Ιστορία με διάφορους τρόπους, θέλω να μοιραστώ μ’ όσες κι όσους με διαβάσουν πράγματα που θεωρώ σημαντικά κι ίσως να τους παρακινήσω, ιδανικά, να ψάξουν περισσότερο τις πρωτογενείς πηγές. Αλλά μ’ ενδιαφέρει παράλληλα να “δείξω” και μερικές κρυφές πτυχές των χαρακτήρων των ηρώων μου, που θα μπορούσαν να ζουν ανάμεσά μας κι ίσως δεν τους έχουμε αφήσει τα περιθώρια να μας εξηγήσουν τις προθέσεις πίσω απ’ τις πράξεις τους. Έχουμε μια τάση ν΄ αποδοκιμάζουμε, να δαιμονοποιούμε το διαφορετικό, το ξένο κι αυτό δεν μ’ άρεσε ποτέ. Είναι εύκολο να ρίξεις το “ανάθεμα” σ’ όποιον παρεκκλίνει απ’ τις νόρμες -ξορκίζοντας έτσι και το τέρας που ζει μέσα σου-, το δίκαιο είναι όμως να προσπαθήσεις να καταλάβεις τι τον παρακινεί να δράσει έτσι ή αλλιώς: να μετράς δηλαδή τον καθένα όχι μόνο με το σκοτάδι του, αλλά και με το φως του. Περισσότερα για όλα αυτά όμως, θα σας πω στο μέλλον.
Σχόλια για αυτό το άρθρο