THEATRALE: ΓΟΡΓΟΝΕΣ ΚΑΙ ΜΑΓΚΕΣ
Ο ΤΑΖ παρακολουθεί ένα ορόσημο του Ελληνικού κινηματογραφικού μιούζικαλ, να προσπαθεί να λάμψει στη σκηνή.
Aγαπώ το σινεμά του Γιάννη Δαλιανίδη όχι επειδή ανήκει σε αυτήν την γενική μπουρδολογία που ονομάζουμε «παλιό καλό Ελληνικό κινηματογράφο» αλλά για τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Έναν μοναδικό άνθρωπο με γνήσια αγάπη και γνώση για την τέχνη του και απίστευτη γκάμα ικανοτήτων. Πρώτος στο μιούζικαλ, πρώτος και στα νουάρ κοινωνικά δράματα, εισάγοντας τεχνικές, και στάνταρ παραγωγής άγνωστα μέχρι τότε για το Ελληνικό σινεμά. Δημιουργώντας για να μην πολυλογώ μια τεράστια μυθολογία από ατάκες, σκηνές και αμόλυντες αναμνήσεις. Σε μια χώρα που δεν αγαπούσε το μιούζικαλ, κατάφερε να το επιβάλλει σαν κινηματογραφικό είδος κάνοντας κάτι πολύ απλό: Δίνοντάς του Ελληνική αύρα με την σημαντική, σημαντικότατη συνεργασία του με τον Μίμη Πλέσσα. Έναν συνθέτη που μπορεί να μην του κάνουμε τα τάματα και τις δεξιώσεις που κάνουμε σε άλλους, κουβαλάει όμως στην πλάτη του ένα σημαντικό έργο απίστευτης ευλυγισίας: Το πως κάνεις την τζαζ, χορευτικό σέικ και μετά ζεϊμπέκικο μόνο ο ίδιος και το ευλογημένο ταλέντο του τα ξέρουν.
Με βάση όλα τα παραπάνω και ειδικά σε μια εποχή που στην Αθηναϊκή θεατρική σκηνή τα μιούζικαλ γνωρίζουν δόξες, ήταν αν όχι αναμενόμενο, επιβεβλημένο το αξιοπρεπές εγχείρημα του Γιώργου Βάλαρη στο «Γοργόνες και Μάγκες».
Σεβαστικό στην πρώτη ύλη, αποτελεί ένα νοσταλγικό φόρο τιμής σε ότι ανέφερα παραπάνω. Το πρόβλημα είναι όμως ότι πέρα από την καλή διάθεση που εδώ είναι εμφανής, χρειάζεσαι και άλλα πράγματα στο θέατρο. Η Μαρία Κορινθίου που όταν την έβλεπα στη συνέντευξη τύπου να κλαίει, γελούσα (ναι, είμαι κάφρος) απέδειξε την τιμιότητα που είχε το δάκρυ της. Δούλεψε σκληρά το ρόλο της και είναι με απολαυστικό τρόπο αυτό ακριβώς που πρέπει (με εξαίρεση το κακόγουστο ρούχο της στο χορευτικό του φινάλε, το οποίο δεν είναι και το μόνο κακόγουστο στην παράσταση.) Το πρόβλημα είναι πως ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τόσο την ίδια όσο και την λαμπερή Ζέτα Δούκα, όχι τόσο σαν ρόλους αλλά σαν homage, ρέπλικες της Μάρθας Καραγιάννη με τη Μαίρη Χρονοπούλου με πανομοιότυπες περούκες.
Σε ένα φολκλόρ μιούζικαλ τόσων χαρακτήρων και γνωστών ηθοποιών, σίγουρα δεν περιμένεις ανάπτυξη χαρακτήρων. Ένα στίγμα όμως το περιμένεις. Με εξαίρεση τα δύο κορίτσια που ανέφερα και τον απίστευτης ενέργειας Γιάννη Βογιατζή που σαρώνει, δεν είδα στίγμα χαρακτήρα, μάλλον γιατί έχω αστιγματισμό. Και μιλάμε για ηθοποιούς που έχουν αποδείξει ότι μπορούν να απογειώσουν ένα ρόλο. Θανάσης Ευθυμιάδης, Τάσος Κωστής, Παναγιώτης Πετράκης, Αγγελική Λάμπρη, η αξιολάτρευτη κυρία Έφη Παπαθεοδώρου, απλά πάνε κι έρχονται με εξαίρεση τον Γιώργο Γαλίτη που έχει εκ των πραγμάτων αβανταδόρικο ρόλο.
Η δε επιλογή του σκηνοθέτη να παίξει τον ρόλο του Λάκη Κομνηνού από την ταινία στο ρομάντζο του με τη μαντάμ Φλώρα, αποδυναμώνει κάθε ίχνος καρτποσταλικού φλερτ που μπορεί να είχαν εκείνες οι σκηνές. Όπως τα σκηνικά του Μανώλη Παντελιδάκη, σε μια από τις πιο αδύναμες στιγμές του, αποδυναμώνουν το παραμύθι. Ένας περιστρεφόμενος κύβος με τέσσερεις διαφορετικούς νησιώτικους χώρους κι έναν διάδρομο στο κέντρο, να σε κάνει να πιστεύεις ότι τα νησιά του Αιγαίου χτίστηκαν από πλέιμομπιλ. Ο διάδρομος στο κέντρο βασικά χρησιμεύει ως σκάλα κατάβασης του Γιάννη Πλούταρχου που μαζί του το κοινό παθαίνει αμόκ. Ας μην είμαι ψεύτης, η τεράστια σάλα του Μπρόντγουεϊ παθαίνει γενικώς αμόκ με το έργο και ξεσηκώνεται για χειροκρότημα, τόσο που δεν έχω δει στα Μπολσόι. Αν αυτό τώρα είναι καλό ή κακό, κρίνε το μόνος σου.
Η εφταμελής ορχήστρα, αποδίδει με καθαρότητα και γλυκό νάζι τα τραγούδια αλλά εκεί που πας να το ευχαριστηθείς έρχεται το φινάλε και στα χαλάει φτου κι από την αρχή. Στην ταινία αν θυμάσαι γίνεται στο υπέρλαμπρο κέντρο της μαντάμ Φλώρας. Εδώ, είμαστε όμως ΣΥΡΙΖΑ. Επειδή τα πάντα στη σκηνή είναι στριμόκωλα, ο Παντελιδάκης πετάει δύο βελούδινες κόκκινες, πιο πολύ της κηδείας παρά του πάρτι, κουρτίνες, πάνω στα νησιώτικα σπίτια για να κάνει το σκηνικό κλαμπ, ο Πλούταρχος αποθεώνεται, η Ζέτα Δούκα βγάζει δύο υπέροχα πόδια στη σκηνή μέσα από ένα φόρεμα Eurovision, (για την υπόλοιπη ενδυματολογία δεν μιλάω) και τα πούλμαν περιμένουν στωικά να πάρουν τους σε τσακίρ κέφι αγωγιάτες, στα ξενοδοχεία τους.
Επιτυχία; Σουξεδάρα σου λέω μαρή.
Σχόλια για αυτό το άρθρο