Στη μέση ενός μεγάλου και κατάφυτου από αιωνόβια δένδρα οικοπέδου, βρίσκεται το κονάκι του μεγαλοκτηματία, το οποίο αποτελείται από την κυρίως κατοικία και τα βοηθητικά του προκτίσματα, τις αποθήκες και τους στάβλους. Aποτελεί ένα σπάνιο δείγμα αρχιτεκτονικής με πολεμίστρες στην κορυφή και με τα αιωνόβια δέντρα, που το περιτριγυρίζουν να δημιουργούν ένα παραμυθένιο φυσικό περιβάλλον.
Το κτίριο είναι μεγάλων διαστάσεων, διώροφο, με σοφίτες και ενισχυμένο στη νοτιοδυτική γωνία του με πολυγωνικό πύργο, διάτρητο από πολεμίστρες για την αμυντική του θωράκιση. Ο όγκος του διασπάται σε επιμέρους τμήματα, ισόγεια, διώροφα και τριώροφα, σε εσοχή και προεξοχή, δημιουργώντας μια έντεχνη πλαστικότητα στη διάρθρωση των όγκων του και ένα παιχνίδισμα γραμμών και σχημάτων.
Στο ισόγειο είναι χωροθετημένα τα δωμάτια των επισκεπτών, το γραφείο του ιδιοκτήτη, η κουζίνα, οι χώροι υποδοχής και άλλοι χώροι βοηθητικοί. Ο όροφος αποτελούσε τον κύριο χώρο διαμονής των ιδιοκτητών όπως σε όλα τα αρχοντικά της εποχής , ενώ στη σοφίτα διέμενε το υπηρετικό προσωπικό.
Και δυστυχώς -όπως οι περισσότεροι θησαυροί αυτής της χώρας- παραμένει εγκαταλελειμένο, ένα σπίτι φάντασμα, σιωπηλός μάρτυρας της δόξας , του πλούτου και της ομορφιάς των ανθρώπων που το δημιούργησαν και το κατοίκησαν.
Ο Χρηστάκης Ζωγράφος υπήρξε πλούσιος τραπεζίτης της Κωνσταντινούπολης και μετέπειτα των Παρισίων και κάποια στιγμή για λόγους που κανείς δε γνωρίζει επακριβώς , αγόρασε στους νομούς Καρδίτσας και Τρικάλων από τους Κοτζαμπάσηδες 11 τσιφλίκια, συνολικής έκτασης 64.000 στρεμμάτων! Μαζί με τους γιούς του, Γεώργιο και Σόλωνα, ιδρύει στην ερημική, εγκαταλειμμένη και βαλτώδη περιοχή των Κιούρκων, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε “Ζωγραφία” από το επίθετο του ιδιοκτήτη της, το πλέον υπερσύγχρονο για την εποχή του εργοστάσιο παραγωγής ζάχαρης, στα Βαλκάνια. Η κατασκευή έγινε το 1892-1894 και η έναρξη λειτουργίας του το 1895.
Τα Κιούρκα, σημερινή “Ζωγραφία”, αγόρασε ο Ζωγράφος από την Βαλιντέ-σουλτάνα, σύζυγο του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ, αφού με την καταστροφή του Αλή- Πασά και των υιών του Βελή και Μουχτάρ, τα κτήματα τους περιήλθαν στην κατοχή του σουλτάνου, που εν συνεχεία τα δώρισε στη σύζυγο του.
Η ίδρυσή του εργοστασίου ζάχαρης διαμόρφωσε νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα στην περιοχή. Η όλη περιοχή μετατρέπεται πλέον σε ένα απέραντο εργοτάξιο: Έργα οδοποιίας χιλιομέτρων για την προσπέλαση στο εργοστάσιο και μεταφορά των εμπορευμάτων προς τα μεγάλα κέντρα και το σιδηροδρομικό σταθμό, στα Μεγάλα Καλύβια, αποστραγγιστικά έργα της ελώδους περιοχής, εκχερσώσεις δασών (στα Κιούρκα υπήρχαν πολλά δάση που έκαψε ο γιος του Αλή-Πασά Βελής γιατί αποτελούσαν εστίες ληστών, ενοχλητικών για τα τσιφλίκια του που διατηρούσε στις γύρω περιοχές), κατασκευή γεφυριών (ο ποταμός Πάμισος διαιρούσε το μεγάλο κτήμα Ζωγράφου σε εκείνο της Λαζαρίνας και αυτό των Κιούρκων- η γέφυρα σώζεται μέχρι σήμερα), κατασκευή κατοικιών, αποθηκών, σιδηρουργείου, ορυζόμυλου, εκκοκκιστηρίου βάμβακος, υδραυλικών στροβίλων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος κ.λ.π. Δημιουργούνται πρότυπες καλλιέργειες τεύτλων (πρώτης ύλης παραγωγής ζάχαρης), βάμβακος και ρυζιού και διαφόρων ειδών δημητριακών. Χιλιάδες αγρότες και εκατοντάδες εξειδικευμένων εργατών εργάζονται στην τολμηρή και κολοσσιαία αυτή επιχείρηση.
Ήδη όλη η περιοχή σφύζει από ζωή και ο δυνατός άνεμος δημιουργίας φθάνει ψηλά στα ορεινά χωριά των Αγράφων και της Ηπείρου, που προετοιμάζουν την καθοδό τους προς τον κάμπο. Οι πλησιέστεροι Γραλιστινοί καταλαμβάνουν τη Νοτιοδυτική πλευρά του εργοστασίου και δημιουργούν τον οικισμό της “Ζωγραφίας”, κατάλοιπα της οποίας σώζονται.
Η έλλειψη επαρκούς ποσότητας νερού στην περιοχή, η απειρία των ιδιοκτητών στη βιομηχανία των πρώτων ετών, η άγνοια των αγροτών στη καλλιέργεια των τεύτλων και οι ελλιπείς ποσότητες αυτών, ο αθέμιτος ανταγωνισμός για την απορρόφηση της παραγομένης ζάχαρης, η βαριά φορολογία και η παντελής έλλειψη υποστήριξης του κράτους (όπως βλέπετε τίποτα δεν έχει αλλάξει σ’αυτή τη χώρα) οδήγησαν δυστυχώς τη φιλόδοξη αυτή επιχείρηση του Χρηστάκη Ζωγράφου σε άδοξο τέλος.
Σχόλια για αυτό το άρθρο