O TAZ ανακαλύπτει σοκαρισμένος, έναν άνθρωπο, που ανακηρύχθηκε σε ήρωα όταν σταμάτησε να περπατάει, να αγγίζει, να μιλάει, να ακούει και να βλέπει.
Η συγγραφέας – δημοσιογράφος Σοφία Αδαμίδου, χτυπάει φέτος με 2 σουξέ στα 2 σε δυο πολύ δύσκολους μονολόγους. Ο πρώτος ήταν ο «Αρης» με τον χαρισματικό – αποκάλυψη Τάσο Σωτηράκη.
Για το δεύτερο μισό όμως της χρονιάς, μας περίμενε με άλλη μια γροθιά στο στομάχι. Η θεατρική μεταφορά σε μονόλογο του θρυλικού έργου του Ντόναλντ Τράμπο το οποίο έγραψε το 1939 και σκηνοθέτησε ο ίδιος κινηματογραφικά στο σοκαριστικό και ψιλοαπαγορευμένο «Ο Τζόνι πήρε το όπλο του». Σε μια συνωμοτική συνεργασία με την σκηνοθέτη Θ. Ματίκα και την σκηνογράφο Ηλ. Δουλαρίδη δημιούργησαν ένα νεκρικό, κατάλευκο ταμπλό βιβάν στη σκηνή μέσα από το οποίο, ο Τζόνι, πρώην κλασσικό αμερικανάκι που στον πόλεμο έχασε τα πόδια του, τα χέρια του, τα μάτια, τα αυτιά και το στόμα του, προσπαθεί να επικοινωνήσει τις σκέψεις του με τον έξω κόσμο, ουρλιάζοντας εσωτερικά, σε μια θριαμβευτική εμφάνιση άθλο του Τάσου Ιορδανίδη.
Ο υποκειμενικός λόγος σκληρός και χειμαρρώδης, γίνεται οικουμενικός σε ένα λευκό ταμπλό μέσα από το οποίο εξέχουν μέλη του σώματός του ήρωα τοποθετημένα έτσι που σε κάνουν να θες να ανέβεις στη σκηνή να ξεσκίσεις το ταμπλό. Ο ίδιος ο Τζόνι μετατρέπεται σε σκηνικό αρχαίας τραγωδίας, σε ένα θέατρο από κατάλευκο μάρμαρο, σε μια ύβρη χωρίς όμως κάθαρση προκειμένου να σε προσβάλει προσκαλώντας σε στην αδύνατη απελευθέρωσή του. Από ένα σημείο και μετά, δεν ξέρεις αν ενοχλείσαι από τον πυρετώδη λόγο του, ή από την ανικανότητά σου να κάνεις κάτι για αυτό το πλάσμα που πλέον δεν μοιάζει με άνθρωπο. Από την ανικανότητά σου να σταματήσεις τέτοιες θηριωδίες. Μαμά, μπαμπάς, οικογένεια, πατρίδα, είναι λέξεις που θα περάσουν από το μυαλό του Τζόνι, σκέψεις τις οποίες εμείς ακούμε μέσα από το βασανισμένο του μυαλό. Κι ο Τάσος κάνει ότι μπορεί για να μην μετατρέψει το έργο σε μελό αλλά σε ένα αντιπολεμικό γαμώτο.
Είναι σπάνια εμπειρία να δεις τον Τζόνι. Θα χρειαστείς ένα ποτάκι σίγουρα μετά, για φαγητό δεν το συζητάω, είναι ιεροσυλία. Αλλά πρόκειται πραγματικά για ένα installation που μιλάει ιδρώνει και σε κάνει πραγματική πόρνη του έρωτά σου με ένα σύστημα που δεν τολμάς να αναμετρηθείς μαζί του. Πως εξάλλου να αναμετρηθείς με ένα σπασμένο λευκό άγαλμα; Σε έναν Κούρο χωρίς κορμί; Σε ένα μακάβριο θέατρο σκιών με τους λιτούς αλλά λειτουργικούς φωτισμούς του Σ. Μπιρμπίλη. Σε ένα νοσοκομειακό έκτρωμα που είναι προϊόν της δικής σου μαζικής σκέψης και πράξης;
Ο Τζόνι δεν πρόκειται ποτέ του να ξαναγίνει άνθρωπος. Θα συντηρείται έτσι, σαν φυτό τυλιγμένο από γάζες που θες να πας και να τις γεμίσεις συνθήματα. Να τον αγγίξεις στο περίγραμμά του για να αισθανθείς το όλο του. Σε μια παράσταση που σίγουρα μετά το τέλος του κύκλου της, ο Τάσος Ιορδανίδης αποκλείεται να είναι ποτέ ξανά ο ίδιος. Όπως κι εσύ αν είσαι ανοιχτός, στη μυθολογία ενός εναλλακτικού Προμηθέα κι ενός ανήμπορου Χριστού. Όταν ξαναπλύνεις τα χέρια σου, θα δεις στίγματα που δεν τα είχες παρατηρήσει πριν. Και πάνω από όλα, δε θα τολμήσεις ποτέ να ξαναπείς με υπερηφάνεια την λέξη «ήρωας» όπως την έμαθες από τα βιβλία της ιστορίας και τις εξωραϊσμένες κινηματογραφικές εικόνες.
Γιατί ο Τζόνι είναι ένας ήρωας που δε θα τολμούσες ποτέ να φιλοξενήσεις σπίτι σου από αποκρουστικότητα. Γιατί σου θυμίζει την ασχήμια της άγνοιας που κουβαλάς. Οι αισθήσεις του όμως λειτουργούν, και παρακαλούν για το άγγιγμα σου.
Κι ο Τάσος Ιορδανίδης όπως και η Σοφία Αδαμίδου, σχοινοβατούν με τεράστια προσπάθεια πάνω στις λεπτές διακλαδώσεις των νευρώνων αυτού του ασώματου πλάσματος.
Σχόλια για αυτό το άρθρο