Κωμική φωνή και φάτσα που θυμίζει Καραγκιόζη. “Έχω τη γοητεία της ασχήμιας, η οποία είναι διαχρονική και κρατάει για πάντα¨ έλεγε ο Κώστας Τσάκωνας, ο ηθοποιός που ξεκίνησε από ποιοτικό κινηματογράφο, πέρασε στο νέο Ελληνικό κινηματογράφο της δεκαετίας του ΄80 και έγινε κυριάρχος της βιντεοταινίας, με επιτυχίες που σάρωναν στα βίντεο κλαμπ.
Γεννημένος το 1943 στα Πετράλωνα, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μοναστηράκι και στο Θησείο, τότε που η Αθήνα είχε άλλο άρωμα εποχής και δεν ήταν “κλινικά νεκρή”, όπως έλεγε. Ούτε που είχε σκεφτεί να γίνει ηθοποιός, σπούδαζε μηχανολόγος/ηλεκτρολόγος μέχρι που ένας φίλος του, ο Κώστας Ζυρίνης, γύριζει μια ταινία μικρού μήκους και του πρότεινει να παίξει. Εκεί τον είδε ο σκηνοθέτης Θόδωρος Μαραγκός και τον ξεχώρισε. Αυτόν τον “μουτσούνη”, θέλω να τον γνωρίσω, είπε, και η συνεργασία τους ξεκίνησε με αποκορύφωμα την ταινία Μάθε παιδί μου γράμματα, το 1981. Μέχρι τότε, είχε εμφανιστεί στις ταινίες: Λάβετε θέσεις» (1973), Τα χρώματα της ίριδος» (1974), Από που πάνε για τη χαβούζα» (1978), Βέγγος ο τρελλός καμικάζι» (1980), Θανάση σφίξε κι άλλο το ζωνάρι.
Το Μάθε παιδί μου γράμματα, σπάει ταμεία, σαρώνει στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου 1981 (τέσσερα βραβεία) και αμέσως μετά έρχεται η ταινία Τι έχουν να δουν τα μάτια μου, όπου έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, μαζί με τον Βαγγέλη Καζάν και τον Πέτρο Ζαρκάδη. Το 1984 ανεβαίνει στο θεατρικό σανίδι, στο Μετροπόλιταν, με επιθεώρηση πολλών πρωταγωνιστών. Αμέσως κερδίζει τη συμπάθεια και το χειροκρότημα του κοινού για τριάντα χρόνια. Χειμώνα καλοκαίρι, διπλά σε μεγάλα ονόματα κωμικών ηθοποιών -Μίμη Φωτόπουλο, Νίκο Ρίζο, Σωτήρη Μουστάκα, Βασίλη Τσιβιλίκα, Γιώργο Κωνσταντίνου, Θανάση Βέγγο, Χάρρυ Κλινν, Κώστα Βουτσά κ.α.- και αξεπέραστες πρωταγωνίστριες, όπως η Ρένα Βλαχοπούλου, η Μάρθα Καραγιάννη και η Ζωζώ Σαπουντζάκη, καθιέρώνει τον δικό του τύπο στην Ελληνική επιθεώρηση και κάνει τον κόσμο να γελάσει.
Η κινηματογραφική του πορεία συμεχίζεται με τις ταινίες: Χούλιγκανς (Kάτω τα χέρια απ’ τα νιάτα!)» (1983), Εθνική παπάδων» (1984), Θηλυκό θηριοτροφείο» (1984), Ρόδα τσάντα & κοπάνα νο3» (1984), Ροκάκιας την ημέρα… το βράδυ καμαριέρα» (1984), Η γυναικάρα απ’ το Κιλκίς» (1985), Ιππότης της λιγούρας» (1985), Επάγγελμα: Γυναίκα (Mια ζωή πατίνι)» (1986), Οι Πόντιοι (1986) κ.α. Η κινηματογραφική μόδα ήθελε χοντροκομμένες κωμωδίες και φάρσες, που έκαναν πολλά εισητήρια και άρεσαν στο πλατύ κοινό.
Με την είσοδο της βιντεοκασέτες και τη ζήτηση που είχαν οι Ελληνικές βιντεοταινίες, ο Κώστας Τσάκωνας περνάει στο βίντεο. Οι ταινίες του είναι ανάμεσα σε εκείνες που έσπασαν ρεκόρ εκείνη την εποχή και έγιναν cult από γενιά σε γενιά. Η Κλασική περίπτωση βλάβης και Η μεγάλη απόφραξη, είναι δύο από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα της βιντεο-μανίας.
Όταν όλο αυτό ξεφουσκώσει, ο Κώστας Τσάκωνας θα συνεχίσει στο σινεμά με ταινίες όπως Οι Αθηναίοι, Η φούσκα και Τα φθηνά τσιγγάρα. Στο θέατρο δεν σταματάει τις επιθεωρήσεις –Οι πράσινες οι κόκκινες οι θαλασσιές οι τσούχτρες, Εμείς Χασάν αυτοί μασάν, Τι βρακί θα παραδώσεις μωρή ;, Η φάρμα των τρελών, Τα θέλει ο … Κολοτράβας μας, ΠΑ.ΣΟ.Κ μου Sorry κ.α.- και του δίνεται η ευκαιρία να συνεργαστεί με ηθοποιούς της νέας γενιάς -όπως ο Μάρκος Σεφερλής- και να τον δει ένα μέρος του κοινού, που τον έχει αγαπήσει από τις βιντεοταινίες και από τα τηλεοπτικά σποτάκια με ανέκδοτα
Από το 2004, σοβαρά προβλήματα υγείας τον απομακρύνουν από το θέατρο. Η δυσχερής οικονομική του κατάσταση, η μάχη του με τον καρκίνο, τα εγκεφαλικά επεισόδια και η απώλεια μνήμης από ένα ατύχημα με δέντρο που έπεσε στο κεφάλι του, και προβλήματα με τη μέση του, τον απομακρύνουν από όλα και τον κρατούν κλεισμένο στο σπίτι του.
Θα ήθελα να παίξω για τελευταία φορά, να αντικρίσω τον κόσμο και να με χειροκροτήσει. Όμως πάνω από 15 λεπτά δεν μπορώ να είμαι όρθιος. Πονάω. Πονάω πάρα πολύ. Από την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2015, ο Κώστας Τσάκωνας έπαψε να πονάει…Θα χαρίζει απλόχερα το γέλιο στο θίασο του ουρανού
Διαβάστε εδώ μια αποκαλυπτική συνέντευξη του ηθοποιού, στο retromaniax.gr το 2011
Σχόλια για αυτό το άρθρο