Theatrale: Μια ντελιριακή, «ανεξέλεγκτη» κωμωδία – κέρασμα, με ψυχή καταδικασμένη στο πυρ το εξώτερο, αρκεί στην κόλαση να σερβίρουν βερμούτ σε ανήλικα. Ο ΤΑΖ πίνει μονορούφι όλη την κάβα.
Δε θα πιστεύεις από που σου ήρθε και σε χτύπησε κατακούτελα, αυτό που θα σου συμβεί για δύο ώρες στο Βlack Box του «104». Βοχ, δηλαδή κουτί, κυριολεκτικά εφ’ όσον θα χάσεις κάθε αίσθηση χρόνου και χώρου, μπαίνοντας σε ένα απολαυστικά παραμορφωτικό κουκλόσπιτο σαρκασμού, αθώας διαστροφής και ανελέητου χιούμορ σε ρυθμούς πολυβόλου. Δεν το είχα ποτέ μου σκεφτεί για τον Ξανθούλη, αλλά βλέποντας τη δραματική επεξεργασία που έγινε πάνω στο κείμενο του προκειμένου να μεταμορφωθεί σε θεατρικό, συνειδητοποίησα πως σε μια παράλληλη πραγματικότητα θα μπορούσε να είναι ο αγαπημένος συγγραφέας του Τζον Γουότερς.
Η συλλογική όπως έμαθα, δουλειά που έχει κάνει η θεατρική ομάδα 4frontal προκειμένου το κείμενο να αποκτήσει θεατρική οντότητα, είναι χωρίς υπερβολές, άψογη. Φαινομενικά άναρχη και αυτοσχεδιαστική αλλά στην ουσία μετρημένη χειρουργικά όσον αφορά την ακρίβεια των ρυθμών της, μοιάζει σαν μια παρωδία της Αγκάθα Κρίστι σε μορφή κωμωδίας των αφών Μαρξ, διασκευασμένη από τον Μπουνουέλ πάνω στην οποία έκανε ριμέικ ο Κιούμπρικ ανακαλύπτοντας την αθηναϊκή αστική του καταγωγή. Μολονότι οι παραπάνω αναφορές μου είναι καθαρά κινηματογραφικές, όπως και ο ρυθμός της παράστασης, μιλάμε για ατόφια θεατρική εμπειρία. Κινηματογραφική είναι μόνο η ταχύτητα. Όλα τα υπόλοιπα, αντλούν έμπνευση από διαφορετικά θεατρικά είδη και τεχνικές με τους ηθοποιούς, να θυμίζουν μαριονέτες που αποκτούν ξαφνικά, μαγικά σχεδόν, ζωή. Σαν να βλέπεις τα σχοινιά του κουκλοπαίχτη που τους θέτουν σε κίνηση.
Κουκλοπαίχτης εν προκειμένω ο σκηνοθέτης Θανάσης Ζερίτης, με έμψυχο υλικό, ένα ανελέητα δολοφονικό, νεανικό κουαρτέτο που το αποτελούν οι Ευαγγελία Καρακατσάνη, Ελένη Κουτσιούμπα, Αμαλία Νίνου, Αριστέα Σταφυλαράκη. Πολύ καλές όλες τους, με μία εξ’ αυτών να κλέβει με το “καλησπέρα” σας την παράσταση και να δίνει υποσχέσεις για ένα λαμπρό θεατρικό μέλλον. Δεν θα αναφέρω ποια, γιατί το θεωρώ άδικο σε μια δουλειά συνόλου. Κι όταν μιλάμε για δουλειά, εννοούμε δουλειά. 4 κορίτσια που παίζουν εναλλάξ τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά και τους δεύτερους χαρακτήρες, πυροβολώντας χωρίς ανάσα τον θεατή, με στρατιωτική πειθαρχία στις εναλλαγές διαθέσεων και καταστάσεων. Δίνοντας πραγματικά τρισδιάστατη οντότητα στις λέξεις και τα ονόματα του νοσταλγικά εξωφρενικού και φινετσάτα «χυδαίου», λεξιπλάστη Ξανθούλη.
«Στο παλιό αρχοντικό της οδού Αλφόνσου Πίπερμαν, η ήρεμη ζωή της ζάμπλουτης οικογένειας Πουστοδούλου, που εμπορεύεται τα προφυλακτικά ΜΠΕΣ-ΒΓΕΣ, ταράσσεται από τις συνεχείς απώλειες των μελών της. Όταν η πεντάχρονη Σίσσυ,η νόμιμη κληρονόμος της αμύθητης περιουσίας, αντιλαμβάνεται ότι κινδυνεύει αποφασίζει να αναλάβει δράση και να ξεσκεπάσει το καλά κρυμμένο μυστικό. Κανείς όμως δεν ξέρει το δικό της μυστικό. Η Σίσσυ μεγαλώνει με εκατονταπλάσια ταχύτητα από το κανονικό. Κάπου ανάμεσα σε ήχους παιδικών τραγουδιών, ναζιστικών ύμνων, εντερικών αερίων και απόκοσμων γέλιων. Σε μία έπαυλη στο κέντρο της Αθήνας» αντιγράφω από το δελτίο τύπου της παράστασης. Δεν το γράφω με δικά μου λόγια, γιατί από τον ενθουσιασμό είμαι ικανός να περιγράψω όλη την παράσταση, αλλά ταυτόχρονα δεν έχω το ταλέντο να την περιγράψω, οπότε αρκούμαι στα έτοιμα.
Είναι μαγικό όμως αυτό το «απερίγραπτο» φίλε. Αυτή η αίσθηση της έκπληξης που σε ξεπερνά, ακριβώς επειδή δεν αφορά σε κάποιο πιστοποιημένο αριστούργημα του παγκόσμιου θεάτρου, οπότε έχεις μια ράμπα στήριξης και σύγκρισης για να πεις, «γουάου, τι ευρηματική απόδοση». Εδώ έχεις ένα βιβλίο που γίνεται θέατρο, σχοινοβατώντας με απίστευτη χάρη στη γραμμή ανάμεσα σε μια παρανοϊκή «λαϊκή απογευματινή» και μία εστέτ εγκεφαλική παράσταση. Μια παράσταση που σε αφήνει ελεύθερο να επιλέξεις το αν θα απολαύσεις την ειρωνία της σε πρώτο επίπεδο, αυτό μιας εξωφρενικής κωμωδίας ή αν θα μπεις στον πειρασμό να «ξεφλουδίσεις» την επιφάνεια, κάνοντας αναγωγές σε οικείες καταστάσεις, μέσα από την αιχμηρή κοινωνιολογική της σάτιρα. Κάτι σαν μετεπιθεώρηση, της οποίας όμως τα νούμερα, δεν λειτουργούν αυτόνομα, αλλά σαν μέρη μιας συναρπαστικής τζαζ αφήγησης ενός γοτθικού θρίλερ, στο οποίο η ομιχλώδης ατμόσφαιρα, δεν δημιουργείται από σύννεφα καπνού αλλά από πορδές.
Στις «off Βroadway» θεατρικές σκηνές, συνήθως συμβαίνουν δύο πράγματα. Ή έρχεσαι αντιμέτωπος με μια αβάσταχτη κι εκνευριστική δηθενιά ή ανακαλύπτεις την μεγάλη έκπληξη. Πήγα απροετοίμαστος στο «104», μη σου πω με τράβηξαν με το ζόρι και δέχτηκα για να μη φανώ στρίντζος. Χρειάστηκε το πολύ ένα τέταρτο, για να μπω στο «παιχνίδι» (γιατί στην ουσία περί παιχνιδιού πρόκειται) και να μη θέλω να τελειώσει. Αισθάνθηκα σαν ιδιοφυής, ψυχικά διαταραγμένος πεντάχρονος που παίζει με τις πλαστελίνες και όλοι μου λένε μπράβο για τα ανθρωπάκια και τα σπιτάκια που έχω πλάσει, ενώ μέσα μου γελάω σατανικά γιατί όλοι ξεγελάστηκαν από τα χρώματα, χωρίς κανείς να κατάλαβει πως αναπαριστώ φόνους και εγκλήματα. Όπως η πεντάχρονη Σίσσυ του έργου. Η παιδική αθωότητα σε όλο της αδίστακτο μεγαλείο, πανέτοιμη να σκοτώσει προκειμένου να μην ενηλικιωθεί ποτέ.
Mην τρομάζεις με το παραπάνω. Για ντελιριακή κωμωδία πρόκειται, που παίζεται τις πιο δύσκολες μέρες, Δευτέρα και Τρίτη και είναι το καλύτερο αντίδοτο στην κατάθλιψη μιας ακόμα «μετέωρης» εβδομάδας, που μόλις ξεκινά.
***Kάθε Δευτέρα και Τρίτη, στο Black Box, Θέατρο 104, Ευμολπιδών 104, Γκάζι. τηλ.: 2103455020 – 6940290312, www.104.gr, on line προπώληση εισητηρίων, www.viva.gr/tickets/theater/theatro-104/oikogeneia-mpes-vges/ .
Έναρξη 21.15, τιμές εισιτηρίων 12 ευρώ κανονικό, 8 ευρώ φοιτητικό – ανέργων.
Σχόλια για αυτό το άρθρο