Ήταν μόλις την περασμένη εβδομάδα που στο «Πρωινό Mou» στο Mega είχαμε μια έντονη συζήτηση με τον larger than life, Πέτρο Κωστόπουλο, παρουσία του κριτικού κινηματογράφου, Ορέστη Ανδρεαδάκη, σε σχέση με τις ταινίες δράσης, αλλά και εκείνες που είναι πιο σκοτεινές και συναισθηματικές ή ακόμη και την πρόσφατη ελληνική παραγωγή που δεν χαμογελάει και τόσο στην αισιοδοξία, όπως είναι για παράδειγμα το «Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά.
Η συζήτηση με τον Πέτρο τέλειωσε στο πλατό, αλλά για μένα συνεχίστηκε με φίλους, γνωστούς και συναδέλφους. Αλήθεια, αναρωτηθήκαμε, τι είναι αυτό που «πουλάει» εν μέσω κρίσης στην Ελλάδα του 2014; Προσωπικά, απεχθάνομαι την άποψη «της πλάκας» ότι ο κόσμος θέλει να σπάσει πλάκα, γιατί από αυτή την πολύ πλάκα έχουμε καταντήσει να θεωρούμε τραγουδιστές ανθρώπους μουσικά αμόρφωτους και να χρίζουμε ηθοποιούς, φρέσκα παιδιά που έτυχε να κάνουν πιασάρικους ρόλους σε σήριαλ, τα οποία για να τα παρακολουθήσεις πρέπει προηγουμένως να κάνεις ενέσεις ανοσίας στην ανοησία.
Γιατί, αλήθεια, ως Έλληνες σήμερα για να θεωρήσουμε κάτι καλό – είτε αυτό είναι ταινία, είτε θεατρικό, είτε μουσικό πρόγραμμα – θα πρέπει να ξελιγωθούμε στο γέλιο; Από πότε η Τέχνη είναι συνώνυμο του χάχανου; Παραπάνω από τις μισές θεατρικές σκηνές της Αθήνας παρουσιάζουν κωμωδίες – και καλά κάνουν! – αλλά τις διαφημίζουν σαν πραμάτεια σε λαϊκή αγορά, μην τυχόν και καταλάβει κανείς λάθος ότι δεν πρόκειται να ξεκαρδιστεί; Οι «έντρομοι» ηθοποιοί διευκρινίζουν και ξεκαθαρίζουν σε κάθε τους συνέντευξη ότι «ο κόσμος θα γελάσει». Εντάξει, δεν είμαι ο γέρος του «Muppet show», που γκρινιάζει, και από την άλλη γνωρίζω καλά πως η κωμωδία είναι λύτρωση. Αλλά μέχρι ενός σημείου.
Δεν σημαίνει ότι αν μελαγχολήσω ή αν κλάψω σε κάποιο θέαμα θα πρέπει να το δυσφημίσω λέγοντας με παλμό και ένταση: «Άστα, μωρέ, κατάθλιψη πάθαμε!». Ε και, τι έγινε; Καλό στον εαυτό σου κάνεις. Γιατί θα έπρεπε να ανταλλάξω πέντε λεπτά της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στο «Παράπονο – Η ξενιτιά» με πρώτο τραπέζι Πάολα & Παντελίδη;
Ούτε που να με πλήρωναν. Και γιατί θα πρέπει να ξεραθώ στο γέλιο με δέκα μαντράχαλους που κάνουν σεξιστικούς διαλόγους σε μια θεατρική σκηνή αντί να δω την top παράσταση «Ο Πουπουλένιος» που τυγχάνει να είναι σκοτεινή; Δηλαδή έτσι εύκολα πετάμε στα σκουπίδια τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη (κορυφαίος ηθοποιός της γενιάς του), τον Νίκο Κουρή, τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο και τον Γιώργο Πυρπασόπουλο, επειδή πρωταγωνιστούν σε ένα έργο που έχει ως κεντρικό ήρωα έναν συγγραφέα αρρωστημένων ιστοριών; Όχι, δεν πάει έτσι. Και για να είμαστε σωστοί στη σούμα, δεν είναι τυχαίο ότι «Ο Πουπουλένιος» είναι sold out κάθε μέρα σχεδόν. Γεγονός που σημαίνει πως ο κόσμος δεν ψαρώνει εύκολα με τις «ευκολίες» του καθενός.
Με ρώτησε φίλος μου πριν από ένα μήνα: «Καλά, χαζός είσαι; Θα πας να δεις “Miss Violence” με τον άλλο που βιάζει τις κόρες του; Θα πάθεις κατάθλιψη!». Από το να δω όλες αυτές τις απέλπιδες προσπάθειες για ελληνικό κινηματογράφο που θα κάνει τάχα τον κόσμο να ξεχάσει, ναι, χίλιες φορές Αβρανά. Εξάλλου, τι έχει καταφέρει ο λεγόμενος εμπορικός ελληνικός κινηματογράφος την τελευταία δεκαετία; Να ανακυκλώνει παλιές ιδέες, και να αξιοποιεί κάθε αναγνωρίσιμη τηλεοπτική φυσιογνωμία.Κοινώς, από μηδέν, μηδέν εις το πηλίκο.
Ωστόσο και για να το κλείσουμε, εγώ δεν απογοητεύομαι γιατί ξέρω πως έχουμε μια εξαιρετική γενιά νέων παιδιών που νοιάζονται, και που δεν φοβούνται να δακρύσουν, να μελαγχολήσουν και να προβληματιστούν. Εξάλλου, μόνο όταν μαθαίνεις να μην ζεις βουτηγμένος στην απόλυτη ευκολία, μπορείς και να εκτιμήσεις καλύτερα τα απρόσμενα χαμόγελα.
peoplegreece.com
Σχόλια για αυτό το άρθρο