«Kυνηγήθηκε» σχεδόν σε όλο τον κόσμο, οι δημιουργοί της κατηγορήθηκαν για φόνο, για τις ανάγκες των γυρισμάτων ξεκοιλιάστηκαν ζώα, ο Σέρτζιο Λεόνε τη χαρακτήρισε αριστούργημα και ο ΤΑΖ τη βλέπει όταν ξυπνάει για να του πάει καλά η μέρα.
Mε προϋπολογισμό μικρότερο και από ελληνική σεξοκωμωδία, το 1999 οι Ντάνιελ Μίρικ και Εντουάρντο Σάντσεζ που σκέφτηκαν και σκηνοθέτησαν το «Blair Witch Project» μόνο με 60.000 δολάρια, μάζεψαν από το το παγκόσμιο box office, επί 4.150 φορές το αρχικό τους κόστος με 249.000.000 έσοδα, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα νέο είδος ταινιών τρόμου, αυτό του ψευδοντοκιμαντέρ ή αλλιώς found footage. H τελευταία λέξη περιγραφικά σημαίνει «υλικό που έχει βρεθεί» όπου ως υλικό θεωρούνται τα υποτιθέμενα πραγματικά, κινηματογραφημένα ντοκουμέντα. Αυτό ήταν και το τρικ του Blair Witch Project που σε συνδυασμό με μια πανέξυπνη καμπάνια, τρόμαξε τον κόσμο, απλά πείθοντας μεγάλο μέρος του κοινού πως αυτό που έβλεπαν ήταν όντως πραγματικότητα. Δηλαδή ένα μοντάρισμα των βίντεο που υποτίθεται πως τράβηξε μια ομάδα τριών επίδοξων κινηματογραφιστών σε ένα στοιχειωμένο δάσος, πριν εξαφανιστούν.
Η φετινή τρίτη ταινία της σειράς, απέτυχε παταγωδώς να επαναλάβει τον προ 17 ετών πανικό, πράγμα που το λες λογικό εφόσον σε αυτό τα διάστημα ήταν άπειρες οι απομιμήσεις που κούρασαν την φόρμουλα.
Έγραψα πως οι δύο σκηνοθέτες δημιούργησαν με την πρωτότυπη ιδέα τους ένα νέο είδος ταινιών τρόμου. Όμως η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική και η ιδέα τους απ’ ότι αποδεικνύεται ιστορικά, ταξιδεύοντας πίσω στο 1980 δεν ήταν καθόλου πρωτότυπη. Ήταν τα χρόνια της άνθισης του πιο αιματοβαμμένου δεν γίνεται, ιταλικού σινεμά τρόμου για όλα τα γούστα. Από σχιζοφρενείς δολοφόνους και ζόμπι μέχρι μια ντουζίνα ταινίες με κανίβαλους να διακορεύουν και να τεμαχίζουν λευκά νυμφίδια που έτρεχαν ουρλιάζοντας πριν το παλούκωμα (κυριολεκτικά) με τα βυζιά τους έξω από το πουκάμισο, στα δάση του Αμαζονίου. Από την υπερπαραγωγή ταινιών του είδους εκείνης της εποχής, μία ήταν αυτή που θα έμενε στην ιστορία ως έργο τέχνης σύμφωνα με κάποιους κριτικούς, μία ήταν αυτή που ακόμα και σήμερα είναι απαγορευμένη σε πολλές χώρες του κόσμου, μία είναι αυτή για την οποία ο μέγας Σέρτζιο Λεόνε έστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον σκηνοθέτη της Ρουγκέρο Ντεοντάτο, μία είναι αυτή που έστειλε τους δημιουργούς της στο δικαστήριο με την κατηγορία της διάπραξης πραγματικών φόνων και της βεβήλωσης ανθρώπινων πτωμάτων για τις ανάγκες των γυρισμάτων.
Το περιβόητο «Cannibal Ηolocaust» ή Το Ολοκαύτωμα των Κανιβάλων, ένας τίτλος που δεν νομίζω ότι χρειάζεται επεξήγηση για το περιεχόμενο της ταινίας, από ένα σκηνοθέτη που υπήρξε μαθητής και βοηθός του κορυφαίου του νεορεαλισμού, Ρομπέρτο Ροσελίνι από τον οποίο και έμαθε την τεχνική του σινεμά βεριτέ, του ντοκιμενταρίστικου δηλαδή ύφους. Αυτό το ύφος είναι που κάνει την ταινία του Ντεοντάτο να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες ταινίες του είδους με βασικό εύρημα του ότι αυτά που βλέπουμε στα δύο τρίτα της ταινίας, γυρισμένα με κάμερα στο χέρι, είναι το υλικό που υποτίθεται πως κινηματογράφησε ένα συνεργείο και βρέθηκε χαμένο στη ζούγκλα. Πριν οι πρωταγωνιστές γίνουν γκουρμέ πιάτο για τους κανίβαλους.
Για τους υπέρμαχους, η ταινία πέρα από την ευρηματικότητα και την τεχνική της αρτιότητα, ξεχωρίζει ως ένα σχόλιο πάνω στην= «στημένη» δημοσιογραφία των εντυπώσεων αφού οι ρεπόρτερ πριν φαγωθούν χειραγωγούν και εξαναγκάζουν τους κανίβαλους να προβούν σε πράξεις που θα τους δώσουν ενδιαφέρον οπτικό υλικό, με το δυτικό πολιτισμό να δείχνει το δικό του, πραγματικό κανιβαλιστικό πρόσωπο. Υπάρχει αυτή η διάθεση όντως, μολονότι τονίζεται με έναν ιδιαίτερα αφελή τρόπο. Για τους πολέμιους, όλη η παραπάνω πρόταση είναι μια μπούρδα που χρησιμοποιείται σαν άλλοθι δηθενιάς για μια ταινία που δεν έχει άλλο σκοπό από το να σε κάνει να ξεράσεις όσο περισσότερο γίνεται από τη φρίκη και την αηδία. Το σίγουρο είναι πως το τρικ λειτούργησε και με το παραπάνω εξαιτίας της τεχνικής του Ντεοντάτο, του υποτιθεμένου «πραγματικού υλικού» και των απίστευτου ρεαλισμού ειδικών εφέ που οδήγησαν τους δημιουργούς στο δικαστήριο. Εφέ στα οποία κυρίαρχη εικόνα είναι αυτή της αφίσας, με μια παλουκωμένη ιθαγενή από το στόμα της οποίας βγαίνει το κοντάρι στο οποίο την έχουν καρφώσει.
Πραγματικά, αυτή είναι μια από τις λιγότερο σοκαριστικές σκηνές της ταινίας και το δικαστήριο πείστηκε μόνο όταν παρουσιάστηκαν φωτογραφίες των υποτιθέμενα δολοφονημένων, πριν και μετά τα γυρίσματα των επίμαχων σκηνών. Λάδι στη φωτιά της φήμης για πραγματικούς φόνους, έριξε η εξαφάνιση όλων των συντελεστών από τη δημοσιότητα. Κάτι που αποδείχθηκε ακόμα ένα διαφημιστικό τρικ εφόσον στα συμβόλαιά τους, υπήρχε απαγορευτικός όρος για οποιαδήποτε δημόσια εμφάνισή τους μέχρι και ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία της ταινίας προκειμένου να συντηρηθεί ο μύθος.
Η δεύτερη κατηγορία που τους οδήγησε στα δικαστήρια ήταν δυστυχώς αληθινή και αφορούσε την πραγματική δολοφονία ζώων μπροστά στην κάμερα με αποκορύφωμα το ξεκοίλιασμα μιας θαλάσσιας χελώνας. Η υπερασπιστική γραμμή που ακολουθήθηκε και τελικά κέρδισε, στηρίχτηκε στο γεγονός του ότι πολλάκις σε ταινίες τέχνης όπως πχ, το «Αποκάλυψη Τώρα», έχουν δολοφονηθεί ζώα μπροστά στην κάμερα, αλλά το Ολοκαύτωμα των Κανιβάλων κατηγορείται υποκριτικά μόνο και μόνο επειδή δεν θεωρείται ταινία τέχνης.
36 χρόνια μετά και παρά τους βομβαρδισμούς αίματος και σπληνάντερου η ταινία δεν έχει χάσει την ικανότητα της να σοκάρει αλλά όπως φαίνεται, και να εμπνέει σαν ιδέα, ενώ βρίσκεται σε όλες σχεδόν τις λίστες με τις πιο αμφιλεγόμενες και προκλητικές ταινίες όλων των εποχών, έχοντας μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου, σαν ένα must see που όμως πραγματικά λίγοι έχουν το στομάχι να το αντέξουν ειδικά όταν οι τεμαχισμοί και η ανθρωποφαγία, συνοδεύονται σε αντίστιξη από την εξαίσια, λυρική μουσική του Ριτζ Ορτολάνι και σου καίγεται ο εγκέφαλος.
Αν αντέχεις, δες την:
https://www.youtube.com/watch?v=qqicY9lV10M
Kάνε κονέ με τον ΤΑΖ στο www.facebook.com/tazthebuzz ή στείλε απειλητικές επιστολές και εξώδικα στο terra_gelida@hotmail.com
Σχόλια για αυτό το άρθρο