Ο ΤΑΖ μαθαίνει τσιγγάνικους χορούς και μαγεύεται από μελαχρινές μάγισσες.
Tίποτα δεν μπορεί να σε φέρει πιο κοντά στη μαγική και μαγεμένη ατμόσφαιρα ενός μπουλουκιού που δίνει παράσταση με «έργον γεμάτο έρωτα και πάθος, φλογερές τσιγγανοπούλες και ανίκητους ήρωες» στο καφενείο ενός χωριού. Και με αυτόν τον τρόπο και με μεγάλο σεβασμό το προσέγγισε σκηνοθετικά η Σοφία Φιλιππίδου που ανέλαβε και τη δραματουργική επεξεργασία, τονίζοντας την υπερβολή στο παίξιμο θυμίζοντας μας άλλες θεατρικές εποχές, φτάνοντας ως και στα όρια μιας άγριας φάρσας. Η Σοφία αναγνωρίζει την υπερβολή στο έργο των αρχών του προηγούμενου αιώνα που έγραψε ο Παντελής Χορν, ειδικά στην καθοδήγηση των ηθοποιών της, σέβεται όμως απόλυτα και θαυμάζει τον συγγραφέα για την τόλμη του να γράψει ένα πριμιτίφ έργο ελληνικού μαγικού ρεαλισμού μιας άλλης πραγματικότητας.
Σε ένα τσιγγανοχώρι θα φτάσει ένας θίασος μέσα στον οποίο βρίσκεται και η γοητευτική Μελάχρα, κόρη μάγισσας που έχει κουραστεί από τη ζωή του μπουλουκιού. Στο χωριό, κυρίαρχες φιγούρες είναι ο σιδηρουργός Τεμέλκος, η γυναίκα του Περουζέ και ο ψυχογιός τους Νέδος με τον οποίο η Περουζέ είναι ερωτευμένη. Ως τη στιγμή που στο κάδρο θα μπει η μελαχρινή Μελάχρα η οποία θέλει να ξεφύγει από τη ζωή της θεατρίνας, φλόγες έρωτα θα ανάψουν ανάμεσα σε αυτήν και τον Νέδο και φλόγες μίσους στην ψυχή της Περουζέ που θα αναζητήσει εκδίκηση. Όλα εξελίσσονται σε ένα σκηνικό που μοιάζει με κουκλόσπιτο με την Σοφία να κάθεται πάντα στην πρώτη θέση παίζοντας ένα μικρό θέατρο σκιών. Μαγιολίκια, βοτάνια, τσιγγάνικοι χοροί, πολύχρωμα φορέματα και ένα μεθύσι στην ατμόσφαιρα δεν αργούν για να σε παρασύρουν στο ερωτικό παραμύθι που με κάποιον παράδοξο τρόπο σου θυμίζει το Όνειρο Θερινής Νύχτας του Σέξπιρ.
Η Σοφία Φιλιππίδου παρουσιάζει ένα σχεδόν μεταφυσικό βαριετέ λαϊκού θεάματος μέσα στο οποίο έχει προσθέσει αποσπάσματα από τον Σχοινοβάτη του Ζαν Ζενέ, Μποντλέρ, Λόρκα, καταφέρνοντας να σου ναρκώσει τις αισθήσεις σαν να πίνεις όπιο. Σε ένα έργο ενός μεγάλου δραματουργού και παππού του νεοελληνικού θεάτρου, που όταν ανέβηκε πρώτη φορά το 1909 από την Μαρίκα Κοτοπούλη, κατέβηκε αμέσως μετά τις φριχτές κριτικές. Υπάρχει ένας ασυγκράτητος ερωτισμός, σε παραμυθένιο αλλά ελληνικό τοπίο με τη φύση να καθοδηγεί τους ήρωες και τους ήχους των τσιγγάνικων βιολιών. Έρωτας και θάνατος, μαγεία και ρεαλισμός, πάθος και αίμα που κάνει τις φλέβες να πάλλονται. Αυτή είναι η Μελάχρα. Μια συγκινητική ως προς την τιμιότητα της προσέγγισης της Φιλιππίδου, παράσταση που σε καλεί να αφεθείς στα δάση που κατοικούν νεράιδες με αγόρια με σκληρά βλέμματα, κορίτσια με σκληρές καρδιές, και όλοι μαζί χορεύουν μυστικές δοξασίες γύρω από τη φωτιά και τη χύτρα με τα μαγικά φίλτρα.
Σχόλια για αυτό το άρθρο