Δεν είμαι κριτικός θεάτρου, αλλά παρακολουθώ θέατρο από τα 10 μου χρόνια. Από θεατρόφιλους γονείς που έκριναν σκόπιμο να έχουν μαζί και τα παιδιά τους, κάθε φορά που αποφάσιζαν να δουν κάποια παράσταση. Έχω μάθει να σέβομαι ηθοποιούς και σκηνοθέτες, όταν με σέβονται κι εκείνοι. Η Επίδαυρος είναι κάθε χρόνο δεδομένη για μένα, καθώς αποτελεί την απόλυτη μέθεξη για κάποιον που αγαπάει το θέατρο. Τα γράφω όλα αυτά, όχι για να δικαιολογηθώ, αλλά για να κάνω σαφές το γεγονός ότι δεν περίμενα να παίξει ο Ρουβάς τον Διόνυσο, για να πατήσω το ποδαράκι μου στο Ηρώδειο.
Καταρχήν, η ανακοίνωση των Βακχών σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη, με τον Ρουβά πρωταγωνιστή, με μπέρδεψε, γιατί σκέφτηκα «Μα πως,από τις γυαλιστερές πίστες στην Επίδαυρο;». Τσακώθηκα με ανθρώπους ότι όλο αυτό μου «βρωμάει» και ότι ο Γιώργος Λούκος είναι πολύ έξυπνος για να βάλει το κεφάλι του σε μπελάδες παραχωρώντας το αργολικό θέατρο σε μία παράσταση με κράχτη έναν ποπ σούπερ σταρ. Επαληθεύτηκα, γιατί η Επίδαυρος δεν δόθηκε στον Λιγνάδη και την παράστασή του. Άκουγα διάφορα κατά τη διάρκεια της περιοδείας, και όλοι μου έλεγαν «Σταμάτα πια. Δες το. Μην είσαι αρνητικός».
Τελευταία μέρα για τις Βάκχες και τελευταία παράσταση στο Ηρώδειο. Ναι, ομολογώ ότι ήμουν προκατειλημμένος , τόσο για τον Ρουβά, όσο και για τον Λιγνάδη, ο οποίος πέρσι με τη «Δεσποινίδα Τζούλια», που παρουσίασε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, για μένα τουλάχιστον «κατέστρεψε» ένα συγκλονιστικό κείμενο, αλλά και δύο μοναδικές ηθοποιούς, την Μαρία Πρωτόπαππα και την Στεφανία Γουλιώτη.
Τι να πω αλήθεια για τις Βάκχες, εκτός του ότι χάρηκα για την αναπάντεχη έκπληξη του «κορυφαίου Έλληνα σταρ» Σάκη Ρουβά; Δεν το περίμενα ποτέ ότι ένα λαϊκό σούπερ ίνδαλμα θα υπερέβαινε τον εαυτό του κατ’ αυτό τον τρόπο. Είμαι πεπεισμένος για τις άπειρες εργατοώρες που διέθεσε ο λατρεμένος του κοινού Σάκης, προκειμένου να αφήσει πίσω του τον αέρα της πίστας. Ο άνθρωπος ήταν απόλυτα παρών σε ό,τι έκανε, δούλεψε την άρθρωσή του στο έπακρο και κατάφερε να κάνει έναν ολόκληρο θίασο στράφι και σκόνη με το πέρασμά του. Δεν θα μείνω στα σλιπάκι και τους μύες του Ρουβά. Τα αφήνω στους κίτρινους αυτά. Θα μείνω όμως στην αφοσίωσή του στο ρόλο αυτό, καθώς κατάφερε στην πρώτη κιόλας σκηνή να μην είναι αναγνωρίσιμος, κρυμμένος κάτω από ένα σακάκι που φορούσε στο κεφάλι του. Αυτό και μόνο είναι άξιο συγχαρητηρίων. Φωνή καθαρή, μπάσα, με διαύγεια και σωστό τόνο. Κίνηση προσεκτική, μελετημένη, ακριβής. Αν όλα αυτά οφείλονται στον Δημήτρη Λιγνάδη, τότε μπράβο στον σκηνοθέτη της παράστασης. Γιατί κατά τα άλλα, η παράσταση ήταν – ας μου επιτραπεί η έκφραση – κομματάκι παρωδία και όχι τραγωδία όπως όφειλε.
Όχι, δεν είμαι τρελός, έχω επίγνωση των λεγομένων μου. Και εννοείται πω επικροτώ την καινοτομία στο θέατρο. Αλλά, αλλά, αλλά….. πολλά αλλά. Ποιος είχε τη φαεινή ιδέα να βάλει την «Αγία» – έτσι μας την παρουσίασαν – του θεάτρου, Ρούλα Πατεράκη, να υποδυθεί τον μάντη Τειρεσία; Με ελλιπή φωνητικά μέσα, με υπό συζήτηση άρθρωση, ποιος κρίνει τελικά σε αυτή τη χώρα ποιοι είναι οι μεγάλοι ηθοποιοί; Αναρωτιέμαι. Ναι, να δεχτώ ότι η Μαρία Κίτσου στο ρόλο της Αγαύης ήταν αξιοπρεπής και σωστή, αλλά αυτό δεν αρκεί! Δυστυχώς! Είναι δυνατόν ο Χορός της τραγωδίας να αλαλάζει σπάζοντας μας τα νεύρα; Δεν καταλάβαινα τι έλεγαν, τι ούρλιαζαν, τι καμώνονταν ότι έπρατταν; Ναι, εντάξει οι Βάκχες διονυσιάζονται, ζουν υπό την επήρεια της λατρείας του Θεού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σε όλα τα χορικά θα πρέπει να ωρύονται, δίχως να βγάζεις άκρη. Μεγάλη απογοήτευση. Λευκές και έγχρωμες κορασίδες σε έναν απίστευτο αλαλαγμό, άνευ λόγου και αιτίας. Ή μάλλον ναι, υπάρχει λόγος και αιτία και λέγεται εντυπωσιασμός.
Όσο για το κοινό της παράστασης, θα μου επιτραπεί να πω πως μόνο πονοκέφαλο μπορεί να προκαλέσει αυτό που έζησα το βράδυ της περασμένης Πέμπτης. Ερώτηση; Πότε ξανακούστηκε σε αρχαία τραγωδία, να χειροκροτεί το κοινό ανά πέντε λεπτά; Ο κ. Λιγνάδης σκαρφίστηκε ένα σκηνοθετικό εύρημα, σύμφωνα με το οποίο, στο τέλος κάθε σκηνής, σβήνουν τα φώτα και ένας μουσικός χτυπάει τα πιατίνια (κρουστά) του. Αυτό όμως συνέβαινε κάθε πέντε λεπτά, και κάθε πέντε λεπτά το Ηρώδειο σείονταν από το λανθασμένο χειροκρότημα. Από τη μια τα παλαμάκια, από την άλλη τα άσκοπα ουρλιαχτά και ποδοβολητά του χορού, πόσο να αντέξει κανείς; Γιατί να δω αρχαία τραγωδία, όταν δεν καταλαβαίνω τι λέει ο Χορός.
Για να κλείσω. Μπράβο Σάκη Ρουβά. Σου αξίζουν συγχαρητήρια. Αν ήμουν στη θέση σου, αν ήμουν εσύ εννοώ, στα μπουζούκια δεν θα ξαναπατούσα. Θα «παίδευα» τον εαυτό μου σε άλλα πράγματα, πιο μεγάλα, πιο όμορφα, πιο αξιόλογα. Το κορμί μου δεν θα το ξανακουνούσα στις πίστες. Θα γυρνούσα στο μιούζικαλ, στο μουσικό θέατρο, ή όπου αλλού θα έκανα άσκηση με τον ίδιο μου τον εαυτό. Θα έδινα τέλος σε αυτό το κομμάτι της καριέρας μου. Δεν ξέρω τι θα αποφασίσεις να κάνεις από ‘δω και στο εξής αλλά με πολύ αγάπη θα σου πω ότι αλλού είναι τα ωραία και μας απέδειξες ότι εσύ μπορείς να τα καταφέρεις. Δεν υπήρξα ποτέ “ρουβίτσας”. Την περίοδο που εμφανιζόσουν ταυτόχρονα σε 5 διαφημίσεις πίστευα πως θα “καείς” από την έλλειψη μέτρου. Ωστόσο τελικά είχα άδικο. Με κέρδισες εσύ και ο Διόνυσός σου.
Καλή σου τύχη στα επόμενα βήματα.Είμαι σίγουρος πως βαθειά μέσα σου ξέρεις ακριβώς ποιο είναι το σωστό.
Αρης Καβατζίκης
φωτός Στέλιος Καφαντάρης
Σχόλια για αυτό το άρθρο