Ο Γιάννης Φιλιππίδης είναι συγγραφέας και υπεύθυνος εκδόσεων της Άνεμος Εκδοτική. Σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Βασίλη Ρίτσου. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και επώνυμες ιστοσελίδες. Από το 2013 αρθρογραφεί κι είναι αρχισυντάκτης στο www.anemosmagazine.gr . Με αφορμή το καινούργιο του βιβλίο ‘’Χτύπα το φίδι στο κεφάλι’’ μίλησε στο Cosmopoliti σε μία συνέντευξη από καρδιάς!
-Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να θέλεις να ασχοληθείς με τη συγγραφή βιβλίων;
Από τη νεαρή μου ηλικία έγραφα μικρά πεζά, μεταξύ δεκάξι και δεκαεπτά έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα, που ήταν χάλια επειδή ακριβώς επρόκειτο για ημερολόγιο κι όχι για μυθοπλασία. Έπαιξα από τα δεκαεννιά μου στο θέατρο, ενόσω σπούδαζα ταυτόχρονα την Τέχνη του. Όταν, ωστόσο, οι παραστάσεις στο θέατρο της σχολής τερμάτισαν, εγώ απέμεινα στον θεατρικό κόσμο μιας Αθήνας που δεν μου έδινε τις ευκαιρίες που ήθελα. Προσπαθώντας πάντα να προσεγγίζω την ανθρώπινη ψυχή, συνέχισα να εργάζομαι στο σανίδι, αλλά με την πολυτέλεια που έδινε το εισόδημά μου και τον άπλετο ελεύθερο χρόνο, άρχισα να ασχολούμαι με το γράψιμο. Εκεί, ανακάλυψα έναν καινούργιο κόσμο, έναν κόσμο όπου μπορούσα να ντύνομαι όλους τους ρόλους, να σκηνοθετώ τα πάντα και με τη δύναμη που έχει ο λόγος, να περνάω συναισθήματα που αντιπροσώπευαν άλλες αισθήσεις, όπως τα αγγίγματα, τις μυρωδιές και τις μουσικές. Κι η σπουδή στο θέατρο δεν πήγε χαμένη, απλά υπεραναπτύχθηκε και ολοένα νιώθω ότι εξελίσσεται ως μέσο έκφρασης μέσα μου. Για την ιστορία, οφείλω να αναφέρω ότι μετά την επιτυχία του πρώτου και του δεύτερου μου βιβλίου, εγκατέλειψα φρονώ οριστικά, το θέατρο αυτό καθ’ αυτό ως Τέχνη, έμεινα τακτικός θεατής αγαπημένων μου παραστάσεων, αλλά η πεζογραφία με κέρδισε για πάντα.
-Από πού εμπνέεσαι και από αντλείς ιδέες για τη συγγραφή των έργων σου;
Από τα πάντα! Η πεζογραφία με δίδαξε την υπερπαρατηρητικότητα και μου καλλιέργησε την υπερευαισθησία σε κάθε τι. Μέσα από μια τέτοια, αλλιώτικη και πιο υποψιασμένη ματιά, παίρνω στοιχεία που θα χρησιμοποιήσω στο ή στα επόμενα βιβλία μου. Εντυπώσεις, μουσικές, η κίνησή μου στην πόλη κι η παρατήρηση των περαστικών, όλα τα παραπάνω κι άλλα τόσα, μπαίνουνε στο συρτάρι του μυαλού μου και αξιοποιούνται στον επόμενο μύθο που θα στήσω και δεν θα υπακούει ούτε σε αληθινά γεγονότα συνήθως, ούτε και σε προδιαγραφές μπεστ σέλερ, που τις γνωρίζω, αλλά δεν τις ακολουθώ, γιατί ο γνώμονας ο δικός μου είναι άλλος. Κι αν τελικά αυτό που γράφω αρέσει σε εμένα, θα βρει κι άλλους αποδέκτες.
-Έχεις αγαπημένους συγγραφείς Έλληνες ή ξένους; Έχεις επηρεαστεί από αυτούς;
Πάντα διάβασα νέα ελληνική πεζογραφία και κάποιους κλασσικότερους συγγραφείς, όπως τον τεράστιο Καζαντζάκη ή τον εξαιρετικό Μενέλαο Λουντέμη. Με ενδιέφεραν όμως οι συγγραφείς της νεανικής εποχής μου: Η Λιλή Ζωγράφου, ο Παύλος Μάτεσης, η Ευγενία Φακίνου, ο Γιάννης Ξανθούλης ή ο Κώστας Ταχτσής. Από ξένους λάτρεψα τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και την Ιζαμπέλ Αλιέντε. Ο μαγικός της ρεαλισμός σε μια πολιτικά αναταραγμένη εποχή με έκαναν να ψάξω κι άλλους Λατινοαμερικάνους συγγραφείς.
-Ένα βιβλίο είναι πιο πολύ μέσο ψυχαγωγίας ή πνευματική τροφή;
Αν λέμε για το θέατρο ότι περικλείει πολλές Τέχνες στο αποτέλεσμά του, τότε η ανάγνωση βιβλίων κατά την ταπεινή μου κρίση, τις περιέχει όλες. Κι αυτό, επειδή ο λόγος έχει την δύναμη να σε ταξιδεύει με τον νου και την ψυχή σου, παντού και σε ό,τι περιγράφεται μέσα στο καθένα από αυτά. Θεωρώ, πως το βιβλίο σου παρέχει την ιδανική σιωπή, ώστε να νιώσεις όλα τα παραπάνω, ανάλογα με το πώς σε κατευθύνει ο/η συγγραφέας. Κι όσο πιο προσεκτικά και έντεχνα είναι γραμμένο ένα βιβλίο, τόσο περισσότερα πράγματα έχει να σου προικίσει. Δεν ακινητοποιεί το οπτικό σου νεύρο σε εικόνες, ούτε παρασύρει τ’ αυτιά σου μια συγκεκριμένη μουσική. Χαμένος σε μια ξένη μυθοπλασία ο αναγνώστης, λαμβάνει μέρος ενεργά σε αυτήν ακόμα κι αν δεν το αντιλαμβάνεται. Ενεργοποιούνται δικά του αποκοιμισμένα συναισθήματα, ήχοι, εικόνες κι ο,τιδήποτε άλλο αφορά τις αισθήσεις του. Ο στόχος συγγραφέων όπως εγώ , είναι ,εν τέλει, και παιδευτικός: επιθυμεί να επιστρέψει τον αναγνώστη, καλύτερο πίσω στην καθημερινή του ζωή, έπειτα από το τελευταίο κλείσιμο ενός βιβλίου.
-Η οικονομική δυσπραγία επηρέασε τις πωλήσεις;
Αναμφίβολα ναι. Η επιτυχία ενός βιβλίου, ωστόσο στην εποχή μας, δεν μετριέται μονάχα από τις πωλήσεις, αλίμονο αλλά ζούμε χρόνια τώρα την εποχή του δανεισμού, κατά την οποία τα βιβλία μας αλλάζουν από χέρι σε χέρι. Κι αυτό εν τέλει, δημιουργεί ένα καινούργιο φανατικό κοινό. Κι όταν η δυσπραγία υποχωρήσει, όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα ψάξουν να βρουν τον συγγραφέα, όπως έγινε με το φεστιβάλ βιβλίου του προηγούμενου Σεπτέμβρη, όπου ζήσαμε μετά από μία χρονιά απουσίας κι εγκλεισμού, τον κόσμο, τους παλιούς και τους νέους φίλους, να ξεχύνονται, διψώντας να μάθουν, τι καλό έχουν χάσει από την εποχή του εγκλεισμού και του φόβου.
-Πόσα βιβλία έχεις γράψει; Ξεχωρίζεις κάποιο από αυτά;
Θα πω αυθόρμητα το πιο πρόσφατό μου, αλλά συμβαίνει να αγαπάω και τα δεκατρία βιβλία μου, το καθένα και γι’ άλλους λόγους, αφού το κύριο χαρακτηριστικό μου είναι ότι δεν γράφω ομοειδή βιβλία, θα έπληττα πολύ και θα αυτοβασανιζόμουν αν προσπαθούσα να γράψω ένα μυθιστόρημα ας πούμε στα χνάρια κάποιου προηγούμενού μου, επειδή θα είχε δεδομένη την επιτυχία του. Γιατί κάθε νέα ιδέα, κάθε καινούργια σύλληψη, ξεκινάνε πάντα από μέσα μου. Συμβαίνει να γράφω σχεδόν ασταμάτητα, για εμένα είναι ο τρόπος της δικής μου ζωής, όταν αναγκάζομαι να διακόψω, κινδυνεύω από ψυχικό πνιγμό. Κάθε φορά ασχολούμαι και με κάτι καινούργιο, έναν μύθο ας πούμε που θα ερωτευθώ πρώτος εγώ πολύ. Μόνον έτσι μπορώ να του αφιερώσω τον χρόνο που του αξίζει.
-Μίλησε μου για την τελευταία σου δουλειά με τίτλο «Χτύπα το φίδι στο κεφάλι».
Είναι καταρχήν το νούμερο 13 στη βιβλιογραφία μου. Η ιδέα γύριζε μέσα στο μυαλό μου γύρω στα δυο χρόνια, ένα άλλο μυθιστόρημα γραφόταν, αλλά στις χαλαρές μου στιγμές, έρχονταν σκέψεις, εικόνες, συναισθήματα και έννοιες, τις οποίες σημείωνα κι έτσι πέρυσι, μετά από μια μικρή περιπέτεια με την υγεία μου, ξανακάθισα στο απομονωμένο μου γραφείο και συντροφιά με τις μουσικές από αγαπημένα μου σάουντρακ, έγραψα ένα βιβλίο αλλιώτικο με τα ως τώρα δικά μου, ένα μυθιστόρημα που ξεκινάει ως μύθος μέσα στην πραγματικότητα ενός κατοχικού ολοκαυτώματος μιας κωμόπολης κι από αυτό το ιστορικό γεγονός, εγώ έκλεψα την Αντιγόνη μου –καθόλου τυχαίο επιλεγμένο αυτό το όνομα– ένα κορίτσι στα δεκατέσσερα του, θα βιώσει την απόλυτη εξαθλίωση χωρίς οικογένεια, θα βρεθεί ως ψυχοκόρη σ’ ένα πλούσιο σπίτι δοσίλογων στο οποίο θα περάσει πολλά βάσανα ως την κυριολεκτική μεταπώλησή της στην Νέα Υόρκη του 1950 που θα βρεθεί ως μελλοντική σύζυγος ενός μεσήλικα Έλληνα μετανάστη με τον οποίο επίσης δε θα περάσει και πολύ καλά, αλλά στον ξένο τόπο τα μάτια της θ’ ανοίξουν σε νέα κινήματα και ρεύματα. Είναι ένα σκοτεινό μυθιστόρημα με απόλυτο προσανατολισμό προς το φως, όπως συμβαίνει με όλα μου τα βιβλία, αφού φαίνεται πως η ελπίδα, κυρίαρχο προσωπικό μου συναίσθημα, είναι η δική μου υπογραφή στην πεζογραφία.
-Αυτό το βιβλίο σου, αναφέρεται τόσο στον πόλεμο, όσο και στη γυναικεία κακοποίηση, δυο ζητήματα φλέγοντα, που απασχολούν την επικαιρότητα αυτή την εποχή.
Είναι οι φορές, που η Τέχνη ξεπερνάει την πραγματικότητα. Την προβλέπει ή την προλαμβάνει. Για τη γυναικεία κακοποίηση δεν έχω ξαναγράψει, αλλά αυτό συνέβη στο δικό μου χρόνο και πολύ πριν την εκδήλωση του κινήματος του Me Too στην Ελλάδα. Όσο για τον πόλεμο; Αυτός είναι μια διαρκής συνθήκη, πότε δω και πότε κει, πότε στην Ασία, την Αφρική ή την Ευρώπη. Κοντύτερα ή μακρύτερα από μας. Έζησα ως τώρα με την ελπίδα ότι το παρελθόν δεν θα αναβίωνε με άλλο τρόπο ή άλλες μορφές. Δυστυχώς, όμως, αυτό συμβαίνει, αφού τα γεωστρατηγικά ενδιαφέροντα που φέρνουνε λαούς και άμαχους –συνήθως με την εμπλοκή τρίτων– στην πλήρη καταρράκωση και τον όλεθρο.
-Τι καινούριο ετοιμάζεις;
Ένα ακόμη βιβλίο, που έχει ανάγκη από όλη μου την προσοχή, αφού βάζω κάθε φορά τον πήχη όλο και ψηλότερα, γι’ αυτό και δε βιάζομαι ποτέ μου και θα κυκλοφορήσει όταν ολοκληρωθεί έτσι όπως εγώ το θέλω. Ταυτόχρονα, κουβεντιάζω το θεατρικό ανέβασμα του πρώτου μου βιβλίου, στο οποίο η ηρωίδα αφηγείται μόνη της την ενδιαφέρουσα ιστορία της. Πρόκειται για θεατρικό μονόλογο-εκδοχή, που θα κυκλοφορήσει και ανεξάρτητα ως τέτοιος. Γι’ αυτήν την πρώτη μου υπερήφανη και ανυπόταχτη ηρωίδα μου, που αποτελεί θρύλο για όσους έχει συμβεί να διαβάσουν το βιβλίο, θα κάνω ό,τι μπορώ ως συγγραφέας, να την ζωντανέψω και στη σκηνή με την ιδανική ηθοποιό. Ο,τιδήποτε άλλο κι αν πούμε, είναι ακόμη λίγο πρόωρο.
Καλοκαίρι του 1944. Το Δίστομο φλέγεται και οι αδίστακτοι ναζί ξεκληρίζουν ανθρώπους, ζώα και περιουσίες. Μέσα από τον όλεθρο και την καταστροφή, ένα δεκατετράχρονο κορίτσι γλυτώνει σαν από θαύμα. Η ορφανή, πλέον, Αντιγόνη καταλήγει ως ψυχοκόρη σε μια εύπορη οικογένεια αγροτών στη Λιβαδειά, αδυνατώντας να διανοηθεί όσα δεινά τής επιφυλάσσει η Μοίρα. Εξαρτημένη από τα αφεντικά της, θα γνωρίσει τον σωματικό και τον ψυχικό βιασμό, την ταπείνωση και την κακοποίηση σε κάθε της έκφανση. Μοναδικός συμπαραστάτης και σύντροφός της ο έφηβος γιος τους, ο Λάμπρος.
Φθινόπωρο του 1950. Η εικοσάχρονη Αντιγόνη ταξιδεύει για τη Νέα Υόρκη, αφήνοντας πίσω της όλα όσα την πόνεσαν και την πλήγωσαν ανεπανόρθωτα, όπως και όλα όσα αγάπησε περισσότερο στη ζωή της. Έχοντας πέσει θύμα μιας ακόμα δολοπλοκίας των ασυνείδητων και αδίστακτων αφεντικών της, η ζωή της ανατρέπεται εκ νέου καθώς οδεύει σε έναν ακούσιο γάμο με τον κατά πολύ μεγαλύτερό της ομογενή επιχειρηματία Στράτο, που προαποφασίστηκε εν αγνοία της. Θα ακολουθήσουν όλα την προσχεδιασμένη πορεία τους ή η ζωή θα αποδειχτεί και πάλι απρόβλεπτη;
Ορισμένες από τις σκοτεινότερες στιγμές της Ιστορίας, ποταπά ανθρώπινα ένστικτα, ανηλεής εκμετάλλευση των ανίσχυρων, ένας νέος και ελπιδοφόρος κόσμος και μια αγάπη που θα μπορούσε να αποδειχτεί ισχυρότερη όλων των εμποδίων, είναι μερικά μόνο από τα συστατικά μιας καθηλωτικής και αλησμόνητης αναγνωστικής περιπλάνησης από την πένα του Γιάννη Φιλιππίδη
Εργογραφία Γιάννη Φιλιππίδη
Aπό την Άνεμος εκδοτική κυκλοφορούν τα βιβλία του:
«Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου», μυθιστόρημα, 2006.
«Ο εραστής, η μέλισσα κι ένα μικρούλι “αχ”», μυθιστόρημα, 2008.
«Μα, το ψάρι είναι φρούτο», οχτώ απρόβλεπτες ιστορίες για ενήλικους αναγνώστες, 2011.
«Κρατάς μυστικό;», μυθιστόρημα, 2011.
«Ζωή με λες», παιχνίδια πεζογραφίας, 2011.
«Λούσιfair, η βασίλισσα της Κυψέλης», μυθιστόρημα, 2012.
«Ο Απρίλης στάθηκε αλήτης», μυθιστόρημα, 2014.
«Το ασανσέρ των οκτώμισι», θεατρικό, 2015.
«Κωδικός ελευθερία», παιχνίδια πεζογραφίας, 2015.
«Εκείνος που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων», μυθιστόρημα, 2017.
«Είχε λιακάδα σήμερα», μυθιστόρημα, 2019.
«Το σπίτι με τις κλειδαριές», μυθιστόρημα, 2020.
«Χτύπα το φίδι στο κεφάλι», μυθιστόρημα, 2021
Πολυσυμμετοχικά Γιάννη Φιλιππίδη
«Το προσωπικό μου θέατρο σκιών» (ιδιωτική έκδοση Black Duck multiplarte, 2011).
«Προσωπογραφίες» (ιδιωτική έκδοση Black Duck multiplarte, 2011).
Σχόλια για αυτό το άρθρο