Ασυμβίβαστος, επαναστατικός χαρακτήρας, ασταμάτητος, παθιασμένος με τον κινηματογράφο, πληθωρικός στον τρόπο που δουλεύει ενάντια στα στερεότυπα, προκλητικός και γεμάτος ζωή. Έχει τη μορφή ιερωμένου εξωτερικά και το φωτεινό πρόσωπο του με τα χαμογελαστά μάτια αποπνέει γαλήνη , θετική αύρα και προπάντων ευγένεια! Ο Σύλλας Τζουμέρκας είναι σκηνοθέτης και σεναριογράφος κινηματογραφικών έργων, ηθοποιός και θεατρικός σκηνοθέτης. Συνεργάστηκε με τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Σχεδόν όλες οι ταινίες του έχουν βραβευτεί στο εξωτερικό και έχουν αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές και περγαμηνές! Τη φετινή σεζόν κάνει την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα σε κρατική σκηνή- παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός- σε έργο ρεπερτορίου, ύστερα από ανάθεση του καλλιτεχνικού και άξιου διευθυντή του Κρατικού Θεάτρου Αστέριου Πελτέκη, με το αριστουργηματικό έργο του Τενεσί Ουίλιαμς ”Λυσσασμένη γάτα” που παίζεται στο Βασιλικό Θέατρο. Είναι η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο σπουδαίο έργο του διαχρονικού συγγραφέα ανεβαίνει στη σκηνή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και ελπίζω το κοινό να το αγκαλιάσει ζεστά και να σημειώσει μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία. Ο ταλαντούχος κινηματογραφικός και θεατρικός σκηνοθέτης, Σύλλας Τζουμέρκας, σε αποκλειστική συνέντευξη από το Α ως το Ω.
Απληστία: Στη ‘’Λυσσασμένη Γάτα’’, σχεδόν Βιβλική, με δαιμονική δύναμη
Βία: Όπως και στη ζωή, έτσι και στο έργο, αμφίσημη: φριχτή, παραμορφωτική, άδικη, άγρια, θανάσιμη – άλλοτε, απλώς αναγκαία για την αποκατάσταση του δικαίου ή τη σωτηρία, δηλαδή, εντέλει χαρούμενη.
Γιορτινή ατμόσφαιρα: Τα γενέθλια του Πατέρα στο έργο, γίνονται η αφορμή για να ξεδιπλωθεί όλη η τραγωδία, όλο το δράμα και όλη η σπαρταριστή κωμωδία της ‘’Λυσσασμένης Γάτας’’. «Έτσι είναι οι οικογενειακές συγκεντρώσεις, Μητέρα», όπως λέει κι ο Γκούπερ (Ορέστης Παλιαδέλης) ένας από τους ήρωες, στην Μελίνα Αποστολίδου.
Διδασκαλία: Αν μιλάμε για ηθοποιούς και σκηνοθέτες, ομολογώ πως πάντοτε απεχθανόμουν τον όρο και την ποιότητα της διάδρασης που εννοεί. Αμφίδρομα, δηλαδή και από σκηνοθέτες προς ηθοποιούς και από ηθοποιούς προς σκηνοθέτες, το διδάσκω είναι ένα πολύ μικρό κομμάτι αυτού που συμβαίνει ανάμεσά τους.
Έρεβος: Βαθύ στις ρωγμές των ηρώων. Οι χαρακτήρες αυτού του έργου είναι σκληρά καρύδια, δεν είναι παίξε-γέλασε. Και ο Ουίλιαμς, φωτίζει ατρόμητα το έρεβος στο ψέμα και στην προδοσία, στην προδοσία που είναι το ψέμα στην αγάπη και το ψέμα προς τον εαυτό.
Ζωή: Ένα από τ’ αγαπημένα μου πράγματα στη ‘’Λυσσασμένη Γάτα’’, είναι η αληθινή λύσσα για ζωή που έχουν τα δύο από τα τρία κεντρικά πρόσωπα του έργου, η Μάγκι και ο Πατέρας, σε πλήρη αντιδιαστολή προς την ακατανίκητη έλξη θανάτου που ενσαρκώνει η πορεία του τρίτου ήρωα, του Μπρικ, στη σκηνή.
Ηθοποιοί: Εδώ, απλώς μια από τις ωραιότερες συνεργασίες με ηθοποιούς που είχα ποτέ. Αγάπησα παράφορα αυτή την ομάδα και αυτά τα πρόσωπα. Ένα επιπλέον στοιχείο απόλαυσης για όλους μας, ήταν η διάθλαση των προσώπων σε περισσότερους από έναν ηθοποιούς, διαφορετικών ηλικιών και ιδιοσυγκρασιών: η Μάγκι ερμηνεύεται από τις Λίλα Βλαχοπούλου, Λουκία Βασιλείου, Άννα Κόπακα, Λίλιαν Παλάντζα, ο Μπρικ από τους Γιώργο Παπαδάκο και Δημήτρη Κολοβό, ο Πατέρας από τους Βασίλη Σπυρόπουλο, Γιάννη Καραμφίλη και Βασίλη Μπεσίρη, η Μέι από τις Βάσια Μπακάκου και Λίλα Βλαχοπούλου. Η Μελίνα Αποστολίδου στο ρόλο της Μητέρας και ο Ορέστης Παλιαδέλης στο ρόλο του Γκούπερ, μαζί με τα κοστούμια της Μάρλι Αλειφέρη, στέκονται φάροι στην ασυδοσία των μετενσαρκώσεων.
Θέατρο: Όποτε μου αρέσει και όποτε μπορώ, με όλη μου τη χαρά και όλη μου τη δύναμη, όταν μου αρέσει και όταν μπορώ. Αυτό το έργο στο θέατρο, υπήρξε όνειρό μου από τότε που ήμουν έφηβος.
Ιλαροτραγωδία: Μάλλον, το υψηλότερο είδος. Από την ‘’Άλκηστη’’ και τη ‘’Μήδεια’’, μέχρι τον Σαίξπηρ, τον Γλάρο και τη ‘’Λυσσασμένη Γάτα’’. Γιατί συμπλέκει την ευφορία με τη φρίκη – το γελοίο, το σπαρταριστά αστείο, με την τραγωδία που είναι η ζωή των ανθρώπων, οι αποφάσεις τους και ό,τι τους βρίσκει.
Κυριαρχία: Όλοι παλεύουν γι’ αυτή στη ‘’Λυσσασμένη Γάτα’’. Μάταια, οι περισσότεροι. Κι οι δυο που, ας πούμε, «κερδίζουν», έχουν στη διαδρομή χάσει ό,τι στην πραγματικότητα ήθελαν περισσότερο. Συμβαίνει συχνά.
Λυσσασμένη γάτα: Ένα από τα πιο ρωμαλέα έργα για εμένα της δραματουργίας – και μια ηρωϊδα, η Μάγκι, που δεν έχει όμοιό της.
Μίση: Πυκνά. Τα αντρικά είναι λίγο αφόρητα, ο Ουίλιαμς είναι αμείλικτος. Τουλάχιστον της Μάγκι και της Μέι, των δύο ηρωίδων που αντιμάχονται η μία την άλλη καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου για την κληρονομιά και για το φύλο τους, είναι εύθυμα. Η ίδια ηθοποιός, η Λίλα Βλαχοπούλου, ερμηνεύει μία από τις Μάγκι στην πρώτη πράξη, μία από τις Μέι στην τρίτη, φωτίζοντας πολλά για το θέμα αλλά και για την πρόσληψή μας.
Νεωτερισμοί: Πολλοί! Γιατί “make it new” που λέει κι ο Έζρα Πάουντ και γιατί αλλιώς δεν έχει πλάκα.
Ξένο ή ελληνικό ρεπερτόριο: Στο σινεμά και τα δύο γιατί το ελληνικό σινεμά τρέχει μέσα στην παγκόσμια γλώσσα. Στο θέατρο, ως προς τα κείμενα ξένο, με ελάχιστες αλλά υπέροχες εξαιρέσεις. Βρίσκω απωθητικές την αυτολύπηση και την κακομοιριά που διατρέχει μεγάλο αριθμό ελληνικών έργων, όπως και την τηλεοπτικής υφής υπαρξιακή χυδαιότητα που διατρέχει άλλα.
Ομοφοβία: Απροσδόκητα, το λέει πολύ ωραία, ο μεσοπολεμικής ρευστής σεξουαλικότητας Πατέρας του έργου: «Υπάρχει κάτι που σ’ ένα ωραίο πλατύ ανοιχτό μέρος αξίζει να το καλλιεργείς και να το κάνεις πιο μεγάλο απ’ όλα τα χωράφια με βαμβάκι, κι αυτό είναι να δέχεσαι ποια είναι η ζωή του άλλου. Το καλλιέργησα αυτό. Το φρόντισα.» Σ’ αυτό το έργο, όπως και στη ζωή, πάντα και σήμερα, όποιος προδίδει την ελευθερία του ή εμποδίζει την ελευθερία του άλλου, και εγκληματεί και το πληρώνει με αίμα.
Πάθη: Μεγάλα και χορταστικά. Γιατί η ‘’Λυσσασμένη Γάτα’’, δεν διστάζει να χτυπήσει λαμπερά και δυνατά τη χορδή του σπουδαίου αμερικάνικου μελοδράματος του ’50 και του ’60.
Ρεαλισμός: Ο Ουίλιαμς ζητά στις σκηνικές οδηγίες, οι σκηνοθέτες να αντιμάχονται τη ρεαλιστική υφή του έργου και του σκηνικού. Δηλαδή, λέει: «έγραψα εγώ το ρεαλισμό, φέρε τον ονειροχώρο». Υπάκουσα.
Σκηνοθεσία: Δείτε την αμέσως προηγούμενη απάντηση. Όπως και στο σινεμά, η δουλειά είναι η κατασκευή και η διαχείριση του κοινού ονειροχώρου.
Τενεσί Ουίλιαμς: Λέει η Στέλλα Άντλερ που τον ήξερε: «Είναι ο ποιητής της αποτυχίας. Τα έργα του, το ‘’Λεωφορείο ο Πόθος’’, ο ‘’Γυάλινος Κόσμος’’, η ‘’Λυσσασμένη Γάτα’’, είναι ατέλειωτα μπορντέλα ασχήμιας – είναι ο Ποιητής της Σκοτεινής Πλευράς της Ποίησης του Ανθρώπου.»
Υποκρισία: Λέει η Μάγκι: «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι προσποιούνται ότι είναι καλοί. Κανένας δεν είναι. Εγώ προτιμώ να είμαι ειλικρινής. Τουλάχιστον αναγνώρισέ μου αυτό.»
Φρίκη πολέμου: Σ’ ένα σημείο, ο Πατέρας μιλά για το πλιάτσικο στο οποίο επιδόθηκε μαζί με τη γυναίκα του σ’ ένα ταξίδι στην ερειπωμένη Ευρώπη αμέσως μετά τον πόλεμο. Ψώνισαν, λέει, «μια νεκροφόρα πράγματα μπιρ-παρά.» Αυτό έχει ιδιαίτερο νόημα και έχει ιδιαίτερο νόημα και σε πόλεις με ιστορία σαν αυτή της Θεσσαλονίκης. Ο πραγματικός πόλεμος όμως για τον οποίο μιλά διεξοδικά το έργο και η πραγματική φρίκη, είναι ο πόλεμος μεταξύ συγγενών.
Χαμερπής: Ένα από τα πράγματα που αγαπώ πάρα πολύ σ’ αυτό το έργο, είναι η προκλητική, μυώδης σύμπηξη που επιχειρεί στο διάλογο ανάμεσα στη χαμέρπεια και το ύψος. Μια εύθυμη, ανενδοίαστη, κελαριστή λαϊκότητα, ένας πεταμένος στο πάτωμα ρεαλισμός, σφιχτά αγκαλιασμένος με ποίηση που κόβει την ανάσα, και αιφνίδιο, σαιξπηρικό ύψος στη διείσδυση στην ανθρώπινη ψυχή. Είναι τόσο αληθινό στη ζωή και τόσο ζωογόνο στις τέχνες. Και έχει και τεράστια πολιτική σημασία.
Ψυχή: Λέει ο Πατέρας του έργου στον γιο του: «Εσένα όμως σ’ αγάπησα αληθινά. Σε δύο πράγματα αφιερώθηκα στη ζωή μου, σε σένα και στην αγάπη μου για τις καλλιέργειες. Σ’ όλα τ’ άλλα έζησα βουτηγμένος μέσα στο ψεύδος. Ψεύδος δικό μου όλα.»
Ωραίες παραστάσεις: Έτυχε ν’ αγαπήσω βαθιά τον ‘’Θείο Βάνια’’ του Βογιατζή που τον είδα παιδί, τον ‘’Αίαντα’’ του Παπαβασιλείου στο ΚΘΒΕ με τον Δημήτρη Κολοβό (που εδώ, πολλά χρόνια μετά, είναι ένας από τους δύο Μπρικ της παράστασης), τη ρωσική ‘’Ορέστεια’’ του Στάιν, τον ‘’Άμλετ’’ και την ‘’Ηλέκτρα’’ του Μαρμαρινού, τους ‘’Δαιμονισμένους’’ του Κάστορφ στη Volksbühne, την ‘’Κατερίνη’’ των blitz.
Σχόλια για αυτό το άρθρο