Ο Άγιος Ελευθέριος γεννήθηκε το 2o αιώνα μ. Χ. στην Ελλάδα (κατά άλλους στη Ρώμη) από πλούσιους γονείς. Τότε αυτοκράτορας ήταν ο Κόμμοδος και ο Σεπτίνος Σεβήρος. Ορφανός από πατέρα, ανατράφηκε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου από την ευσεβέστατη και φιλάνθρωπη μητέρα του, Ανθία, η οποία έγινε χριστιανή ακούγοντας το κήρυγμα από μαθητές του Απ. Παύλου. Διακαής πόθος της Ανθίας ήταν να επισκεφτεί τη Ρώμη, που τα χώματά της είχαν βαφτεί με το αίμα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Κάποτε, λοιπόν, αποφάσισε και πήγε. Μαζί πήρε και το νεαρό γιο της Ελευθέριο. Ο επίσκοπος Ρώμης Ανίκητος, όταν είδε τον Ελευθέριο εκτιμώντας την πολλή νοημοσύνη του, τη θερμή πίστη και το αγνό ήθος του, τον έλαβε υπό την προστασία του.
Σε ηλικία 15 ετών χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο, διάκονος και έπειτα από τρία χρόνια χειροτονήθηκε ιερέας. Από τη θέση αυτή ο Ελευθέριος αγωνίστηκε με ζήλο για τη διδαχή του ποιμνίου του, και σε έργα φιλανθρωπίας. Αργότερα και σε ηλικία είκοσι ετών, με κοινή ψήφο κλήρου και λαού έγινε επίσκοπος Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.
Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου έγινε «κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στο Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν τη χριστιανική αλήθεια. Η φήμη της αρετής του Αγίου Ελευθερίου ήταν τόσο μεγάλη που έφτασε μέχρι τη Βρετανία. Έτσι, ο βασιλιάς της, Λούκιος, έγραψε επιστολή στον Ελευθέριο και του δήλωνε ότι αυτός και ο λαός του επιθυμούσαν να γίνουν χριστιανοί. Ο Ελευθέριος αμέσως ανταποκρίθηκε, στέλνοντας δύο εκπαιδευμένους στην πίστη άνδρες, που κατήχησαν και βάπτισαν χριστιανούς τον Λούκιο με το λαό του.
Όταν ο Σεπτίμιος Σεβήρος πληροφορήθηκε τη χριστιανική δράση του Ελευθερίου διέταξε την σύλληψή του. Ο αυτοκράτορας, μετά την ομολογία του Ελευθερίου, διέταξε να τον βάλουν σε ένα πυρωμένο χάλκινο κρεβάτι, κάτω από το οποίο διέταξε να ανάψουν φωτιά. Έπειτα τον έβαλαν σε ένα τεράστιο πυρωμένο τηγάνι γεμάτο με λάδι και λίπος. Όμως ο Άγιος διαφυλάχτηκε θαυματουργικά και στις δύο περιπτώσεις από τη Θεία Πρόνοια. Ο παριστάμενος έπαρχος Ιλλυρικού, Κορέμμων, βλέποντας τη θαυματουργή διάσωση του Ελευθερίου, πίστεψε στον Χριστό. Τότε ο Αδριανός διέταξε να τους οδηγήσουν και τους δύο μέσα σε αναμμένο φούρνο που είχε σούβλες και από τα δύο μέρη. Επειδή όμως, μετά από ώρα, οι μάρτυρες δεν έπαθαν τίποτε διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του Κορέμμονα, ενώ ο Ελευθέριος ρίχτηκε προσωρινά στη φυλακή.
Την επομένη δέθηκε σε κάρο και τραβιόταν από άγρια άλογα. Όμως λύθηκε θαυματουργικά και κατέφυγε σε ψηλό βουνό της περιοχής. Όταν ο Αδριανός έστειλε στρατιώτες, εκείνοι, συναντώντας τον Άγιο, κατηχήθηκαν στην πίστη των Χριστιανών και εν συνεχεία βαπτίσθηκαν. Εν τέλει συνελήφθη από άλλους στρατιώτες οι οποίοι με διαταγή του αυτοκράτορα τον φόνευσαν. Όταν η μητέρα του Αγίου, Ανθία, έμαθε για το τέλος του μοναχογιού της, ήρθε κοντά στο άψυχο σώμα του και το αγκάλιασε τρυφερά. Τότε ένας στρατιώτης την σκότωσε με το ξίφος του. Έτσι κι αυτή, μαζί με το γιο της, πήρε το στέφανο της αθλήσεως. Την 15η Δεκεμβρίου εορτάζεται η μνήμη και των δύο, μητρός και υιού. Ο Άγιος Ελευθέριος πέρασε «εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» δηλαδή στην ελευθερία της ένδοξης κατάστασης των παιδιών του Θεού.
Σχόλια για αυτό το άρθρο