“Κούκλα μπορεί να μην είναι αλλά είναι σπουδαία ηθοποιός”. Αυτό ακούγονταν στον καλλιτεχνικό χώρο από την πρώτη στιγμή που έκανε την εμφάνισή της στο θέατρο. Κι όταν λίγα χρόνια μετά ανέβηκαν οι μετοχές της και στο σινεμά, όλοι ήξεραν το όνομά της. Μαίρη Χρονοπούλου…
Η Μαίρη Χρονοπούλου ήταν αυτοδίδακτη. Ερασιτεχνικά ήταν στο χορό του αρχαίου δράματος του Εθνικού Θεάτρου. Από εκεί την πήραν η Δέσπω Διαμαντίδου και ο Νίκος Καρζής. Έτσι πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή αντικαθιστώντας την Τζένη Καρέζη. Σε μια νύχτα έγινε πρωταγωνίστρια! Και τι δεν έπαιξε στο θέατρο: κωμωδία, μπουλβάρ, δράμα, επιθεώρηση, μιούζικαλ, Αριστοφάνη, Τσέχοφ, Γκόρκι, Κάφκα, Ουίλιαμς, Μομ, Σακελλάριο, Πρετεντέρη… ρεπερτόριο φουλ! Και σε όλα ήταν έξοχη. Τελευταία της θεατρική εμφάνιση ήταν το 1997 στην επιθεώρηση “Σκάι νύφη σκάι γαμπρός” στο θέατρο Μετροπόλιταν.
Η Μαίρη Χρονοπούλου ήταν η σικ Μαίρη του θεάτρου και του κινηματογράφου που είχε ταλέντο και καλλιτεχνικές ευαισθησίες. Στην εμφάνισή της δεν της άρεσε σχεδόν τίποτα, αν ξαναζούσε ήθελε να είναι μεγάλη χορεύτρια και πίστευε στο ρητό: Μηδέν άγαν. Της άρεσε η αστρολογία. “Είμαι ένας μη τυπικός Καρκίνος, γιατί το σουλούπι μου δεν είναι ενός τυπικού Καρκίνου. Και έχω πολλούς πλανήτες στο Λέοντα και στο Ζυγό”.
Η Μαίρη Χρονοπούλου ήταν η καινούργια έμπνευση του Γιάννη Δαλιανίδη μετά την Ζωή Λάσκαρη, σε άλλο στιλ βέβαια. “Ο Γιάννης Δαλιανίδης ήταν ο άνθρωπος που με απελευθέρωσε από όλα τα κόμπλεξ που είχα ως γυναίκα και από τα κόμπλεξ που είχα για την εμφάνισή μου”. Από ρόλους στις ταινίες της Φίνος Φιλμ, ξεχώριζε “Το παρελθόν μιας γυναίκας” και το “Όταν η πόλις πεθαίνει”. Ιδιαίτερη προτίμηση και λόγω εμπορικής απήχησης είχε στο “Μια κυρία στα μπουζούκια” αλλά και στο “Γοργόνες και μάγκες”. Αγαπούσε επίσης το ρόλο της στην ταινία “Ο φόβος” και όλες τις ταινίες που έκανε στο σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο.
Όταν πήγε στην Αμερική για την πρεμιέρα της ταινίας “Κόκκινα Φανάρια” είχε πει: “Για μια στιγμή αισθάνθηκα σαν μεγάλη σταρ. Χιλιάδες προβολείς στην είσοδο, λουλούδια, δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερς, φλας και πολύς κόσμος μπροστά στον κινηματογράφο. Δυστυχώς αυτά ήταν για μια βραδιά και μόνο… Γύρισα από την Αμερική όταν μου τηλεφώνησε ο Νίκος Κούρκουλος για “Το χώμα βάφτηκε κόκκινο”. Πήγαμε στα Τρίκαλα και ξεκινήσαμε γυρίσματα. Ήταν κουραστική ταινία”.
Η Μαίρη Χρονοπούλου ήταν η μόνη από τη γενιά της που έκανε ταινίες και στο σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο. Είχε από πολύ νωρίς συνειδητοποιήσει ότι είναι άλλο το σινεμά κι άλλο το θέατρο. “Το θέατρο είναι σαν να κοιτάς κανονικά με τα κιάλια και το παίξιμο του κινηματογράφου είναι σαν να κοιτάς με τα κιάλια ανάποδα” έλεγε. Αγαπούσε τον κινηματογράφο πιο πολύ από το θέατρο. “Είμαι της σχολής Χορν, που λέει ότι δεν υπάρχει πιο βάρβαρο πράγμα, από το να παίζεις εφτά μήνες το ίδιο έργο. Έπληττα αφάνταστα στο θέατρο, η επανάληψη μιας παράστασης με έκανε τρελή. Η παράσταση τελειώνει, πεθαίνει. Ενώ μια κινηματογραφική ταινία δεν τελειώνει ποτέ. Προτιμώ τα παιδιά μου να μην πεθαίνουν”. Ήταν από τις καλοπληρωμένες πρωταγωνίστριες του θεάτρου με μηνιαίες αποδοχές 120.000 δραχμές, όπως αναφέρουν δημοσιεύματα της εποχής.
Για τις ταινίες είχε πει: “Υπήρχε μεράκι και ταλέντο πολύ τότε. Και κυρίως, όχι ψώνιο. Διότι το ψώνιο είναι χειρότερο κι από την έλλειψη ταλέντου. Το ψώνιο είναι ο εχθρός της τέχνης”.
Όταν είδε στον κινηματογράφο την ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου “Αναπαράσταση” συγκλονίστηκε: “Είχα επηρεαστεί τόσο από την ατμόσφαιρα της ταινίας που όταν είδα τη σκηνή με το γκρίζο πέτρινο σπίτι κι έβγαινε καπνός από την καμινάδα μου μύρισε καπνός μέσα στην αίθουσα. Αυτή η μαυρόασπρη ταινία, είναι η ταινία της καρδιάς μου”. Το Pretty Woman είναι μια ταινία που θα ήθελε να είχε παίξει “αν ήμουν νέα και όμορφη” έλεγε.
Το 1975, στην επιθεώρηση “(Εν τω μεταξύ, εν τω μεταξύ) Δεν υπάρχει δίφραγκο ούτε για ταξί” στο θέατρο Ακροπόλ, η Μαίρη Χρονοπούλου αποθεώνεται στο νούμερο με τον τίτλο “Ζ” όπου θυμόταν όλους αυτούς που δεν ήταν κοντά μας αλλά ζουν. Στην ίδια επιθεώρηση, ξεχώριζε και το νούμερο για την τότε αθηναϊκή πραγματικότητα “Δυο ζευγάρια σήμερα” με την Μαίρη, την Μπέτυ Μοσχονά, τον Χρόνη Εξαρχάκο και τον Τάκη Μηλιάδη.
“Στον έρωτα δεν τυφλώθηκα ποτέ. Μπορεί να έκανα λάθη αλλά ήξερα πάντα τι μου γινόταν. Ούτε τον εαυτό μου κορόιδεψα, ούτε με κορόιδεψε ποτέ κανείς. Ο έρωτας έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στη ζωή μου. Πιστεύω σε κάθε άνθρωπο είναι ένα βασικό πράγμα, δεν νομίζω πως είμαι εξαίρεση. Ο έρωτας είναι στοιχείο δημιουργίας. Αλλά και όταν δεν ζεις το μεγάλο έρωτα και απλά τον περιμένεις, τότε και αυτή η αναμονή γίνεται δημιουργία. Στους άντρες τα συγχωρώ όλα εκτός από την κοροϊδία και βασικά την έλλειψη ειλικρίνειας. Το πρώτο πράγμα που προσέχω πάνω τους είναι τα χέρια τους. Πολλές φορές αν είχα προσέξει τα χέρια ορισμένων ανθρώπων δεν θα τους είχα κάνει φίλους”.
Στην τηλεόραση εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1971, ως γκεστ στο πρώτο επεισόδιο της σειράς “13ο ανακριτικό γραφείο” με τον Γιώργο Τζώρτζη και την Αλεξάνδρα Λαδικού. Το 1973 παρουσίασε το τηλεπαιχνίδι “Η χρυσή βολή”. Το 1981 είχε τον πρώτο ρόλο στη φιλόδοξη σειρά της ΥΕΝΕΔ “Πρωταγωνιστές” με πλειάδα πρωταγωνιστών: Μιμή Ντενίση, Μαρία Ιωαννίδου, Ανδρέας Μπάρκουλης, Σοφία Ρούμπου, Χρήστος Πάρλας, Γιάννης Αργύρης, Νόνικα Γαληνέα, Γιάννης Φέρτης, Λευτέρης Βουρνάς κ.α. Η σειρά δεν βγήκε ποτέ στον αέρα και έμεινε στις αποθήκες του καναλιού. Το 1983 παρουσιάζει πάλι ένα τηλεπαιχνίδι “Το μπάσκετ των γνώσεων”. Θα περάσουν 10 χρόνια για να την δούμε βασική πρωταγωνίστρια σε σίριαλ. Η κωμική σειρά “Μάνα είναι μόνο μία” που γράφουν ο Νίκος Μουρατίδης και ο Σπύρος Μεταλληνός, προβάλλεται στο Μega το 1993 και για δύο σεζόν, οι τηλεθεατές γοητεύονται και γελούν με την “Μαίρη Μωϋσιάδου” και τις περιπέτειές της. Η τελευταία της τηλεοπτική εμφάνιση ήταν στο “Έτερος Εγώ” του Σωτήρη Τσαφούλια. To όνομά της είχε ακουστεί και για το “Ραντεβού στα τυφλά” για να αντικαταστήσει την Βάσια Τριφύλλη, κάτι που δεν έγινε τελικά.
“Τα γηρατειά δεν τα φοβάμαι. Φοβάμαι τα μοναχικά και τα στερημένα γηρατειά. Δεν νομίζω ότι θα πεθάνω μοναχικά γιατί έχω αποκτήσει πολλούς φίλους με τους οποίους θα πεθάνω πιστεύω μαζί. Γιατί πιστεύω ότι με τους φίλους μας πεθαίνουμε, η οικογένεια φεύγει, με τους φίλους μας γερνάμε και πεθαίνουμε. Δεν φοβάμαι λοιπόν ούτε τα γηρατειά ούτε το θάνατο. Θέλω να πεθάνω με μια ασθένεια 20 ημερών κι έχοντας πλήρη επίγνωση ότι φτάνει το τέλος”.
“Κατάφερα να έχω το δυσκολότερο πράγμα για μια γυναίκα ηθοποιό: να έχω ευτυχισμένη ωριμότητα. Πανευτυχή ωριμότητα και σαν καλλιτέχνις και σαν γυναίκα. Δόξα σοι ο Θεός”
Μαίρη Χρονοπούλου: Αναμνήσεις από το γάμο της -Σπάνιες φωτογραφίες-
Σχόλια για αυτό το άρθρο