Ο Ανδρέας Φλουράκης γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε κινηματογράφο και θεατρική γραφή στην Αγγλία. Είναι ένας από τους πιο πολυγραφότατους, αγαπημένους πολυανεβασμένους, καθιερωμένους και πολυμεταφρασμένους σύγχρονους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς – κάτι όπως ο Μάρτιν ΜακΝτόνα για τους Άγγλους, αλλά με τελείως διαφορετικό ύφος- και αυτό γιατί το αξιόλογο, ιδιαίτερο, ρηξικέλευθο και ιδιοφυές τάλαντο του στη συγγραφή, έχει αναγνωριστεί όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές χώρες του εξωτερικού, όπου ανεβαίνουν πολλά έργα του , ιδιαίτερα στην Αγγλία! Έχει αποσπάσει πολλά βραβεία σε διαγωνισμούς και έχει καταλάβει την πρωτιά σε Φεστιβάλ της πατρίδας του αλλά και του εξωτερικού. Του απονεμήθηκε, μάλιστα η υποτροφία Fulbright, καθώς και πολλές περγαμηνές, διακρίσεις και, επανειλημμένα, πρώτα βραβεία , πανευρωπαϊκά! Έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά, ιταλικά, γερμανικά, τουρκικά, ρουμάνικα, πολωνικά, αλβανικά , ινδικά και φινλανδικά. Η αξία του αδιαφιλονίκητη και αδιαμφισβήτητη, είναι πρώτος μεταξύ των πρώτων! Το ύφος του, όπως υποστηρίζει ο ίδιος είναι άμεσο, λιτό, αντιρητορικό, με διάθεση παντρέματος του «υψηλού» με το «χαμηλό», του δραματικού με το κωμικό, του ονείρου με την πραγματικότητα, του λογικού με το παράλογο που μας περιβάλλει, αλλά αυτό δεν εμποδίζει τα έργα του να είναι εύληπτα και να ιντριγκάρουν το κοινό, σημειώνοντας τεράστια επιτυχία. Για αυτό κάθε χρόνο ανεβαίνουν τουλάχιστον δύο με τρία τον αριθμό, σε μεγάλες σκηνές, σε κρατικές, στο θέατρο Τέχνης, σε Δη.Πε.Θε, αλλά και σε ιδιωτικά θέατρα. Ο χαρισματικός, Ανδρέας Φλουράκης, διαθέτει μία ιδιόμορφη γραφή που την αναγνωρίζει κάποιος αμέσως αλλά, παράλληλα, αυτό είναι και το αποτύπωμά του που τον καθορίζει και δεν μπορεί να τον αντιγράψει κανένας. Χαίρομαι, ιδιαίτερα, που το θέατρο στο πρόσωπο του έχει βρει έναν τόσο αξιέπαινο και σημαντικό θεατρικό συγγραφέα, ο οποίος το κοσμεί και το λαμπρύνει, κρατώντας πάντα χαμηλούς τόνους. Και όπως μου εκμυστηρεύτηκε ο ίδιος, πολλές φορές, προτιμά να δίνει τα έργα τους σε νέους ανθρώπους που δημιουργούν τις δικές τους πολιτιστικές ομάδες, παρά στη λάμψη και την αδιάλειπτη προβολή που συνυπάρχουν σε γνωστά θέατρα, όταν ανεβαίνουν παραστάσεις. Αυτό αποδεικνύει ακράδαντα, και τον χαρακτήρα του, το μεγαλείο της ψυχής του αλλά και την αγάπη του στους νέους ανθρώπους που ” ψάχνονται” για να δώσουν καινούργια πράγματα στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι, στη δουλειά του και στον πολιτισμό. Συγχρόνως με τη θεατρική συγγραφή, έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές και δύο μυθιστορήματα. Ο άκρως δημιουργικός και παραγωγικός θεατρικός συγγραφέας- και όχι μόνο- Ανδρέας Φλουράκης σε αποκλειστική συνέντευξη.
– Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να θέλεις να ασχοληθείς με τη θεατρική συγγραφή;
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, δοκίμαζα τις συγγραφικές μου αντοχές κι όταν, μετά την έκδοση της ποιητικής μου συλλογής «Το Σώμα» το 1997 και του μυθιστορήματος «Η Ψυχή Των Ημερών» το 1998, άρχισα να γράφω θέατρο ένιωσα μεγάλη οικειότητα. Κατάλαβα από την αρχή πως το θέατρο θα με ακολουθούσε δια βίου.
– Από πού εμπνέεσαι και από που αντλείς ιδέες για τη συγγραφή των έργων σου;
Από την καθημερινότητα, την κοινωνία, τις σχέσεις εξουσίας σε όλα τα επίπεδα και τον αρχαιόθεμο κόσμο.
– Πώς θα χαρακτήριζες το συγγραφικό σου ύφος;
Άμεσο, λιτό, αντιρητορικό, με διάθεση παντρέματος του «υψηλού» με το «χαμηλό», του δραματικού με το κωμικό, του ονείρου με την πραγματικότητα, του λογικού με το παράλογο που μας περιβάλλει.
– Η επιτυχία μιας παράστασης σε ποιους παράγοντες και συντελεστές οφείλεται κυρίως;
Τόσο στις συγκυρίες όσο και στη χημεία και στο ταλέντο των συντελεστών. Σε όλες τις περιπτώσεις χρειάζεται ένα γερό θεατρικό κείμενο.
– Πόσα θεατρικά έργα έχεις γράψει μέχρι σήμερα; Ξεχωρίζεις κάποια από αυτά;
Γράφω συνεχόμενα την τελευταία εικοσαετία, και έχω την τύχη να δω επί σκηνής περισσότερα από εικοσιπέντε έργα μου. Το «Θέλω μια χώρα» είναι ένα έργο που ξεχωρίζω για πολλούς λόγους και κυρίως εξαιτίας της μεγάλης του ανταπόκρισης στην Ελλάδα, από δημοτικά σχολεία στην ελληνική επαρχεία ως ομάδες ΚΕΘΕΑ, αλλά και στο εξωτερικό, με παραγωγές από το Μεξικό ως την Ινδία.
– Έχεις αγαπημένους Έλληνες ή ξένους συγγραφείς πού βρίσκονται εν ζωή ή όχι; Έχεις επηρεαστεί από αυτούς;
Επηρεάζομαι από τα πάντα. Έχω πολλά αγαπημένα έργα από ξένους και Έλληνες συγγραφείς. Τα τελευταία χρόνια οι αγαπημένοι συγγραφείς μου θα έλεγα πως είναι οι μαθητές μου στα εργαστήρια γραφής που κάνω.
– Σε ιντριγκάρει να δίνεις τα έργα σου σε μεγάλες σκηνές ή σε μικρούς θεατρικούς πυρήνες;
Όταν νέοι καλλιτέχνες ζητούν να κάνουν ένα έργο μου νιώθω πάντα λίγο περισσότερο ενθουσιασμό.
– Μίλησέ μου για την τελευταία σου δουλειά με τίτλο” Μία χώρα, δύο αιώνες μετά”.
Το” Μία χώρα δύο αιώνες μετά” γράφτηκε με αφορμή τα διακόσια χρόνια από την επανάσταση, αλλά και με το τι συμβαίνει στη χώρα μας σήμερα, δύο αιώνες μετά. Το θέμα του έργου έχει να κάνει με το πώς οι σημερινοί Έλληνες δοκιμάζουν να διαχειριστούν τη νεότερη ιστορία τους, αλλά και πώς τη δημιουργούν. Ανήκει στην κατηγορία των πολυφωνικών έργων, στα οποία δοκιμάζω τη λειτουργικότητα και τα όρια του Χορού. Το έργο ευτύχησε να έχει μια όμορφη έκδοση από την ΚΑΠΑ εκδοτική, με εξώφυλλο φτιαγμένο ειδικά για το έργο από τους XSquare DesignLab και εισαγωγή από τον Πλάτωνα Μαυρομούστακο, καθώς και μια ευρηματική παράσταση, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε περιοδεία, σε σκηνοθεσία της Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη και πρωτότυπη μουσική του Θεόδωρου Λεμπέση.
-Μαζί με το «Μια χώρα δύο αιώνες μετά» εκδόθηκε και η ποιητική σου συλλογή «Δεύτερο Καλοκαίρι», είναι το δεύτερο καλοκαίρι της πανδημίας που διανύουμε;
Τα περισσότερα ποιήματα γράφτηκαν τον τελευταίο χρόνο και όλη αυτή η αντίξοη νέα πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να μην επιδράσει με τον τρόπο της στην γραφή τους.
-Ποιες τρεις παραστάσεις έργων σου περιμένεις περισσότερο;
Το «Μία Χώρα Δύο Αιώνες Μετά» στο ανοιχτό Θέατρο Παπάγου στις 30 Αυγούστου. «Τα Αγάλματα Περιμένουν» στο Ηρώδειο στις 4 Σεπτεμβρίου, μια παραγωγή του Θεσσαλικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία της Κυριακής Σπανού, Το «Ασκήσεις για Γερά Γόνατα» στις 19 Σεπτεμβρίου στο Teatro da Politécnica στη Λισαβόνα, σε πορτογαλική μετάφραση του José António Costa Ideias και σκηνοθεσία της Carla Bolito.
– Τι καινούργιο ετοιμάζεις;
Όπως κάθε καλοκαίρι τα τελευταία χρόνια, που χαλαρώνω και έρχομαι σε επαφή με την φύση, έχω νέες ιδέες για έργα, γράφω σκηνές, μεταφράζω και διασκευάζω για δική μου ευχαρίστηση και δοκιμάζω πράγματα. Δεν ξέρω, αν κάτι από αυτά θα φτάσει να ολοκληρωθεί και να γίνει παραστάσιμο έργο, έτσι κι αλλιώς αυτό δεν είναι ποτέ για εμένα αυτοσκοπός.
Σχόλια για αυτό το άρθρο