Ο ΤΑΖ βλέπει μια παράσταση στην οποία το τίποτα, σου προκαλεί ερωτήσεις για τα πάντα.
Η Γιασμίν Ρεζά που έχει γράψει το έργο (όπως και το «Θεό της Σφαγής») αποδεικνύεται πως είναι πανέξυπνα αυτοσαρκαζόμενη αστή που συλλέγει εικόνες και πληροφορίες και μετά τις κάνει θέατρο. Στα σαλόνια των γκαλερί μια από τις πιο συνηθισμένες κουβέντες είναι το τι είναι και τι δεν είναι τέχνη. Από τι ορίζεται η τέχνη; Από τα πόσα δολλάρια θα ρίξει ένας πατρόνος για να αγοράσει τον πίνακα ενός μελοντικού σταρ και να δει την τέχνη να μεταμορφώνεται σε σκουπιδιέρα χρημάτων;
Ένας από την παρέα των τριών φίλων (Θοδωρής Αθερίδης, Άλκις Κούρκουλος, Γιώργος Πυρπασσόπουλος) αγοράζει ένα λευκό πίνακα, εντελώς λευκό και προσπαθεί να πείσει τους υπόλοιπους ότι πάνω στο λευκό υπάρχουν αδιόρατες γκρι αποχρώσεις. Εννοείται πως όλοι προσπαθούν να καταλάβουν το παράλογο της υπόθεσης κι από κει και μετά οι γκρίζες ζώνες τοποθετούνται πάνω στην παρέα των τριών ηρώων σε έναν ζωηρό διάλογο που κρατιέται πάντα φρέσκος, χωρίς υστερία και σου φτιάχνει τη διάθεση ίσως επειδή αυτό που βλέπεις στο λευκό πίνακα είναι αντανάκλαση της δικής σου δήθεν παιδείας κολλεγίου που αν σε βρει συμμορία από το δίπλα σχολείο σε έχουν κάνει μαύρο από το ξύλο. Ο Αθερίδης που σκηνοθετεί ύπουλα και σαν πόντικας, παίρνει αποστάσεις ασφαλείας χωρίς ξεφωνητά και άλλες εφευρέσεις του τσίρκου και αφήνει τους ήρωες γυμνούς, να γεμίσουν το ρόλο τους. Και είναι πραγματικά αστείο το να βλέπεις τρεις καλλιτέχνες να τσακώνονται για το τι είναι τέχνη και όχι για το ποια είναι η γκρίζα ζώνη της φιλίας τους. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι θέατρο μέσα στο θεατρο γιατί η λογική των επιχειρημάτων του κάθε ένα, προκύπτει σαν θέατρο του παραλόγου. Μια απίστευτα διασκεδαστική βραδιά με τρεις στρουθοκαμήλιστικους τύπους να προσπαθούν να πείσουν ο ένας τον άλλο, ότι «αυτό δεν είναι ελέφαντας».
Με ευαισθησία, μέτρο και χιούμορ οι ερμηνείες και των τριών πρωταγωνιστών.
Yπέροχα σνομπίστικη η ερμηνεία του Άλκη, ήρεμη δύναμη ο Θοδωρής και αβανταδόρικος ο ρόλος του Πυρπασόπουλου ίσως γιατί αντανακλά πιο φανερά από τους άλλους την αμηχανία όλων μας απέναντι σε κάτι που μας επιβάλλεται να το δούμε σαν έργο τέχνης. Μου θυμίζει την απορία της μαμάς μου όταν στο MOMA νομίζω, είχαμε δει ως έκθεμα μια σκούπα Hoover. H μοντέρνα τέχνη μετά τον Γουόρχολ είναι έτοιμη να δεχτεί ως πρωτοποριακό το οτιδήποτε. Ακόμα κι ένα δόντι με κουφάλα από ένα λυκόσκυλο. Και μετά όλοι μαζί να συζητάμε τι συμβολισμό έχει αυτή κουφάλα.
Η Γιασμίν Ρεζά στο αποκαλύπτει μέσα από τη συζήτηση μιας παρέας που σίγουρα την έχεις κάνει κι εσύ προσπαθώντας να αποδείξεις το καλλιτεχνικό σου επίπεδο. Η τέχνη θέλει φίλους και όχι μπερδεμένους κοστουμάκηδες, χώρος στον οποίο η Ρεζά ζει και κινείται και ειρωνεύεται. Η τέχνη θέλει το μέγιστο της επιρροής της απέναντι της μέσα από την πιο απλή μορφή. Και ο Θοδωρής το ξέρει πολύ καλά αυτό. Ενορχηστρώνει και γράφει πάνω σε ένα ολόλευκο σκηνικό το άγραφο χαρτί της ψυχής μας που γεμίζει μόνο με μιμήσεις πιθήκου. Μία μίμηση και γλώσσα, που μολονότι θα γελάσεις πολύ μαζί της, ο Αθερίδης συγκρατεί το μαϊμούδι από το να φάει την μπανάνα. Του την κρατάει για επιβράβευση μετά. Με το κοινό, ο καθένας για το δικό του λόγο να παρασύρεται και να γελάει με την κατάσταση τουλάχιστον όπως την κεντάνε τρεις άνθρωποι πάνω σε ένα φαινομενικά απλό αλλά πολύ ύπουλο έργο που γελάει με τα μούτρα σου.
Σχόλια για αυτό το άρθρο