Η χτεσινοβραδινή πρόβα generale στο «Παλλάς» ήταν ανοιχτή για το κοινό και η αλήθεια είναι πως έγινε ένας μικρός σκοτωμός μέχρι να τακτοποιηθούν όλοι στις θέσεις τους, καθώς ένα μεγάλο μέρος της πλατείας ήταν αποκλεισμένο, προφανώς για να γίνουν όλοι οι απαραίτητοι τεχνικοί έλεγχοι. Δίπλα μου, η κ.Βέρα Κρούσκα, που επέλεξε να δει την γενική δοκιμή, καθώς αποφεύγει όπως μου είπε τις πρεμιέρες με τις κάμερες και ..
τους φωτογράφους. Εξάλλου, έπρεπε να πει τη γνώμη της στον σπιστήθιο φίλο της Σταμάτη Φασουλή, που υπογράφει τη διασκευή και τη σκηνοθεσία.
Εκ πρώτης, το συγκεκριμένο θέατρο σε προδιαθέτει για ένα λαμπερό θέαμα. Και πράγματι, ο Σταμάτης Φασουλής κατάφερε να κρατήσει πολύ υψηλό το επίπεδο της παράστασης, έχοντας ως κύριο όπλο στα χέρια του, τους πρωταγωνιστές του. Η έμφαση δεν δόθηκε τόσο στα σκηνικά, τα οποία όμως ήταν καλόγουστα, λιτά και πολύ λειτουργικά (Γιώργος Γαβαλάς, Γιάννης Μουρίκης).
Οι χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού, κάποιες στιγμές παρέπεμπαν σε τηλεοπτικά θεάματα του παρελθόντος, άλλες πάλι ήταν πολύ κοντά στην ουσία του μιούζικαλ. Η μεγάλη δουλειά, όμως, έγινε από τη Σμαράγδα Καρύδη και την Τάνια Τρύπη. Η πρώτη, είναι ολοφάνερο πως δούλεψε πολύ τόσο με το σκηνοθέτη, αλλά και μόνη της. Τα μαθήματα φωνητικής και χορού που κάνει εδώ και τρία χρόνια ήρθαν και κούμπωσαν ιδανικά στο ρόλο της «Ρόξι Χαρτ». Εύπλαστη, με πολύ καλή κίνηση, όμορφα «σπασίματα» στον κορμό της και φυσικά – για να μην ξεχνιόμαστε – τόσο κούκλα! Η φωνή της έχει επίσης δουλευτεί αρκετά για να σταθεί στο ύψος των τραγουδιών της. Όσο για το χιούμορ της, πάντα εκεί, αφού οι ατάκες της ξεστομίζονταν με τόση άνεση και ευκολία, που ήθελες συνεχώς κι άλλο. Λαμπερό πλάσμα, τελεία και παύλα. Ο φίλος μου, Βασίλης Νάτσιος, μου είπε να της μεταβιβάσω πως ο επόμενος ρόλος της θα είναι το «Sweet Charity». Της το μετέφερα σήμερα το απόγευμα τηλεφωνικά και γέλασε με τη γνωστή της άνεση: «Α, δηλαδή θα γίνω η Ελληνίδα Σίρλεϊ Μακ Λέιν;», μου απάντησε.
Η Τάνια Τρύπη, τώρα, φωνητικά ήταν κορυφαία! Βάθος και εκφραστικότητα στη φωνή της, που σε κάνουν από το πρώτο πεντάλεπτο να πεις «εντάξει, το ‘χει η κοπέλα!». Να σκεφτεί κανείς ότι η «Βέλμα Κέλυ» έκανε οικονομία δυνάμεων χτες στη generale, αλλά ελάχιστοι το κατάλαβαν. Με χαρά επίσης διαπίστωσα πως η Τάνια Τρύπη «εγκατέλειψε» την αργόσυρτη, ελαφρώς μάγκικη, εκφορά του λόγου της, με την οποία «έντυσε» μέχρι σήμερα αρκετές από τις ηρωίδες που έχει ενσαρκώσει. Καλοδουλεμένη και η κίνησή της!
Ο «δικηγόρος» της υπόθεσης «Μπίλυ Φλιν» ήταν όμορφος, χαλαρός και μπριλάντε. Αν και «παραδόπιστος», ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης κατάφερε να τον κάνει συμπαθή και αγαπητό. Η εμπειρία του Κωνσταντίνου στη σκηνή είναι ολοφάνερη. Κινείται στο «Παλλάς» λες και βρίσκεται στο σπίτι του, περιμένοντας φίλους, ενώ στο ενδιάμεσο αλλάζει και ρούχα για να τους υποδεχτεί. Θα τον αγαπήσετε για ακόμη μία φορά, παρόλο που στην γενική δομική, εμείς δεν ακούσαμε το μάξιμουμ της φωνής του.
Δεν ξέρω πώς να «αγγίξω» τον μύθο της Μαρινέλλας, αλλά να θυμόσαστε πως όλοι έχουμε το δικαίωμα της γνώμης μας. Κάποιοι, ίσως να θεωρούν ιεροσυλία να μιλήσουν για τη Μεγάλη Κυρία του ελληνικού τραγουδιού, αλλά εγώ θα τολμήσω και ας «αποκληρωθώ». Ίσως η μόνη λάθος επιλογή του Σταμάτη Φασουλή, όχι γιατί η Μαρινέλλα δεν λάμπει επί σκηνής ή δεν σπάει «τοίχους» με την αναλλοίωτη φωνή της, αλλά γιατί δεν είδα τη «Μάμα Μόρτον», αλλά τη Μαρινέλλα. Ίσως η larger than life προσωπικότητά της, να αποδείχτηκε τελικά μεγαλύτερη από τη σκηνοθετική πειθώ του Σταμάτη Φασουλή. Και η φωνή της, παραμένει το αδάμαστο όπλο της, τόσο αδάμαστο μάλιστα, που μάλλον δεν θέλησε να «υποταχθεί» στο «Chicago», έχοντας διαγράψει μια τόσο λαμπρή πορεία στο ελληνικό τραγούδι.
Ο Αντώνης Λουδάρος ήταν εξαιρετικός για ακόμη μία φορά. Τόσο ακριβής, συμπαθής, με ταλέντο τεράστιο και φωνή power! Ό,τι κι αν κάνει ο Αντώνης, πάντα θα καταφέρνει με τον τρόπο του να κλέβει ένα κομμάτι της παράστασης. Ένα ιδιαίτερο «μπράβο» και στην καρατερίστα Νάντια Κοντογεώρη, η οποία από τις εμφανίσεις της στα standup comedy του «Pizza Pomodoro», μας προϊδέαζε ότι μια μέρα θα λάμψει. Και τα κατάφερε!
Τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη, κομψά χωρίς ίχνος κιτς πινελιάς, ενώ η μουσική διδασκαλία του μαέστρου Αλέξιου Πρίφτη έπιασε τόπο, αφού τόσο οι πρωταγωνιστές όσο και οι υπόλοιποι ηθοποιοί δεν στόναραν καθόλου, σε μια παράσταση που διαρκεί 2,5 ώρες περίπου.
Κύριε Φασουλή σας ευχαριστούμε για το θέαμα! Και ναι, όντως είμαστε τυχεροί που βλέπουμε ένα τέτοιο «Chicago» στο κέντρο της Αθήνας!
ΑΡΗΣ ΚΑΒΑΤΖΙΚΗΣ
Σχόλια για αυτό το άρθρο