Θα σας εξηγήσω γιατί θα προσπαθήσω μέχρι τη βραδιά της απονομής να μάθω να παίζω μπιρίμπα, για να περάσει λίγο πιο ευχάριστα η βραδιά. Aνήκω σε αυτούς που εμπιστεύονται τα Όσκαρ πολύ περισσότερο από τα φεστιβαλικά βραβεία τα οποία απονέμονται από μια χούφτα περίεργων συνήθως. Οι αριθμοί ως προς το τι είναι πιο σημαντικό, μιλάνε από μόνοι τους. Άλλο να ψηφίζουν περίπου 6000 άνθρωποι που εργάζονται στη βιομηχανία του σινεμά, όπως συμβαίνει με τα Όσκαρ και άλλο ένα παρεάκι από εφτά οχτώ “καλλιτέχνες”. Aυτό φυσικά και δε σημαίνει ότι τα Όσκαρ έχουν τη “βούλα του πάπα” ως προς τα βραβεία που απονέμουν. Είναι αυτό που λέω και για τη δημοκρατία. Μπορεί να είναι το πιο δίκαιο πολίτευμα, αυτό δεν το καθιστά όμως και το πιο σωστό. Η άποψη της πλειοψηφίας, δεν είναι πάντα και η πιο σωστή. Με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να χάνω όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον μου για αυτά. Φέτος ίσως περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά γιατί διακρίνω μια έντονη αίσθηση αμηχανίας. Μολονότι φίλοι μου έχουν πει, να περιμένω να δω το “Birdman” και το “Whiplash” πριν αρχίσω τους αφορισμούς.
Με το “Birdman” του Ιναρίτου θα ξεκινήσω γιατί βγήκαν και τα Critics Choise Award που τα απονέμουν οι κινηματογραφικοί συντάκτες των ραδιοτηλεοπτικών μέσων, και θεωρούνται ως τα πιο επιτυχημένα σαν πρόβλεψη για τα Όσκαρ. Eκεί λοιπόν ενώ τo “Birdman” μάζεψε τις περισσότερες βραβεύσεις, καλύτερη ταινία αλλά και σκηνοθεσία κέρδισε το “Boyhood”. Αυτά είναι τα φαβορί (με λίγο από “Whiplash” στη μέση και “Grand Budapest Hotel”) αλλού όμως είναι το πρόβλημα. Ότι όλη αυτή η ιστορία με τα Όσκαρ έχει αρχίζει να μου θυμίζει τα προεκλογικά γκάλοπ. Που ενώ ναι μεν, θες να ξέρεις ποιος θα νικήσει στις εκλογές κάποια στιγμή βαριέσαι τόσο πολύ που λες “μωρέ δεν πάει να βγει και η τρελή του χωριού;” Λογικά τα φετινά Όσκαρ θα έπρεπε να έχουν σασπένς γιατί δεν διέθεταν φαβορί. Αλλά τι να το κάνεις το σασπένς όταν οι 8 ταινίες στην υποψηφιότητα καλύτερης ταινίας, δεν έχουν το εκτόπισμα που χρειάζεται για να σε κολλήσουν στην καρέκλα σου. Προσωπικά είναι τεράστια η χαρά μoυ που το “Grand Budapest Hotel” ηγείται στην κούρσα με 9 υποψηφιότητες. Μαζί με το “Birdman” που δεν ξέρω, δεν απαντώ, αλλά ακούω πολύ καλά πράγματα. Το “Παιχνίδι της Μίμησης” ακολουθεί με 6 αλλά το βλέπω πλέον εκτός, το “Μεγαλώνοντας” με 6 και ότι γράψαμε παραπάνω, πάει για κορυφή κι από κει και πέρα ποιος νοιάστηκε για το “American Sniper”, το “Insterellar” με 5 (καθαρά τεχνικές υποψηφιότητες) κι άλλες 5 το “Foxcatcher” που κι αυτό μας το είχαν πλασάρει για αριστούργημα.
Ποτέ ξανά οι υποψήφιες για καλύτερη ταινία, δεν ήταν τόσο ετερόκλητες, εκτός των στουντιακών στάνταρ αλλά ταυτόχρονα πολύ “μικρότερες” από ότι τα στούντιο και οι ειδικοί θέλουν να σε πείσουν ότι είναι σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Σαν τη γριά που θέλει να γίνει χίπστερ. Όσον αφορά τη mainstream παραγωγή του (που συντηρεί την alternative) το Χόλιγουντ φέτος απέτυχε παταγωδώς. Στέρεψε από αυτή τη μοναδική του ικανότητα να κάνει ταινίες καλλιτεχνικών αξιώσεων που να να μην απαξιώνουν το μεγάλο κοινό και να μην προκαλούν χασμουρητά μέσα στη σοβαροφάνειά τους. Σαν να βαρέθηκε όπως και ο Πίτερ Τζάκσον, που παρά το υπερθέαμα των “Χόμπιτ” έφαγε πόρτα ακόμα και από την κατηγορία των ειδικών εφέ. Δεύτερη μεγάλη αποτυχία τηρουμένων των προσδοκιών “To Koρίτσι που εξαφανίστηκε” που εξαφανίστηκε όχι αδίκως. Για “Exodus” και “Nώε”, τις μεγάλες δηλαδή παραγωγές, oύτε κουβέντα όπως ήταν αναμενόμενο και το αρχικά πολλά υποσχόμενο αλλά μέτριο “Interstellar” στον πάγο, μόνο με τεχνικές υποψηφιότητες. Όσο για την καλλιτεχνική αρτιότητα του βαρετού “O κύριος Τέρνερ” που μας τον φόρεσαν κι αυτό σαν αριστούργημα, πέρασε κι αυτός αλλά δεν ακούμπησε παίρνοντας μόνο υποψηφιότητες αισθητικής κατεύθυνσης. Πάνω κάτω αυτά σαν μια πρώτη ένδειξη γιατί τα μαγειρέματα και το πως θα μοιραστούν οι ψήφοι των μελών της Ακαδημίιας είναι πάντα μεγάλο μυστήριο. Κι εκεί συνήθως έχει πλάκα η βραδιά της απονομής, αλλά όταν οι ταινίες της σε ενδιαφέρουν. Όπως ξαναείπα όμως, πρόκειται, για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του θεσμού με τόσο εμφανή τρόπο, για μια κούρσα για την οποία κανείς δε φαίνεται να νοιάζεται. Μια αρνητική ένδειξη για το πως το σινεμά, κουβαλώντας ακόμα τον ξιπασμό της παλιάς γερασμένης σταρ δεν χαμπαριάζει ότι όλοι πλέον ασχολούνται με τις κινηματογραφικά φτιαγμένες τηλεοπτικές παραγωγές. Κι όταν ενδιαφέρεται το κάνει με κόμπλεξ και αμηχανία.
Ευνουχίζοντας και τα blockbuster του που συντηρούν το “ανεξάρτητο” κομμάτι του, αλλά και τις ενναλακτικές του προτάσεις που χάνονται στη μετάφραση των φεστιβάλ και των κριτικών ύμνων αλλά δεν έχουν αντίκρυσμα στον κόσμο. Μακάρι να κάνω λάθος και να είμαι εγώ ο άκυρος, αλλά καμία ταινία από αυτές που φιγουράρουν φέτος στις υποψηφιότητες (με εξαίρεση ότι δεν έχω δει) δεν μπορώ να το πω ταινία της καρδιάς μου. Είπα, μόνο το “Hotel Grand Budapest”. Και οι υπερθετικές αναφορές που λαμβάνω για το “Whiplash” και το “Birdman”. Όμως πραγματικά, δεν γνωρίζω πολλούς που θα τρέξουν να δουν μια σχεδόν τρίωρη ταινία, το “Boyhood” με έναν πιτσιρικά να μεγαλώνει σε μια περίδο 12 ετών. Και το θέμα είναι η ταινία που θα κερδίσει να δημιουργήσει και θέμα, να αποκτήσει και κοινό. Κι όχι απλώς να κερδίσει επειδή τα μέλη της Ακαδημίας ανακάλυψαν με καθυστέρηση το “ανεξάρτητο” και προσπαθούν να δείξουν προχωρημενιά. Κατ’ ανάγκη όπως έγραψα και στην αρχή, γιατί φέτος το mainstream ήταν απίστευτα βαρετό.
Το θέμα είναι ότι η καρδιά, η ψυχή και το μυαλό όσων αναζητούν την τέρψη στην τέχνη, χρειάζονται έναν μπούσουλα που φέτος στα Όσκαρ δεν υπάρχει. Με αποτέλεσμα όλοι και όλα να χάνουν την αξιοπιστία τους. Και όλοι να έχουν τη δική τους άποψη για τη θεωρία του χάους. Αυτό όμως δεν αφορά το φυσικό αποδέκτη, δηλαδή το θεατή, που ήδη όπως δείχνουν τα εισιτήρια και φοβάμαι και η τηλεθέαση της βραδιάς της απονομής, θα αντιδράσουν με το δικό τους τρόπο. Την αδιαφορία.
Σχόλια για αυτό το άρθρο