Είναι βαρετό να είσαι το μέλος του ζευγαριού που μένει στο σπίτι. Αυτό αισθανόταν η νοικοκυρά Κάντι Μονγτκόμερι το 1980 και θέλησε να «νοστιμίσει» λίγο την καθημερινότητα της δολοφονώντας την γειτόνισσά της και φίλη με τσεκούρι. 42 χρόνια μετά, η ιστορία αυτή έγινε η βάση για το σενάριο της νέας σειράς της Hulu, Candy (Φόνος στο Τέξας)
Η αγνώριστη Jessica Biel ενσαρκώνει την Κάντι και η ερμηνεία της είναι φανταστική. Δίπλα της η Melanie Lynskey ως Μπέτι Γκορ, ο Pablo Schreiber ως Άλαν Γκορ και ο Timothy Simons ως Πατ Μοντγκόμερι. Και εμείς, ως θεατές, προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς μια νοικοκυρά των προαστίων, έφτασε να δολοφονήσει την καλύτερη φίλη και γειτόνισσά της.
Ακολουθεί spoiler της σειράς, αν δεν την έχετε δει
Η σειρά όπως είπαμε, βασίζεται στην πραγματική ιστορία της δολοφονίας της Μπέτι Γκορ. Στις 13 Ιουνίου 1980, ο Άλαν Γκορ ήταν σε επαγγελματικό ταξίδι και ανησυχούσε επειδή δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με την σύζυγο του. Τηλεφώνησε στην γειτόνισσα του Κάντι, που κρατούσε το μεγαλύτερο παιδί του. Η Κάντι τον διαβεβαίωσε ότι η Μπέτι ήταν καλά, αλλά αυτός ζήτησε από έναν άλλο γείτονα να τσεκάρει. Όταν αυτός μπήκε στο σπίτι τους, ο μικρότερος γιος έκλαιγε σπαρακτικά στην κούνια και το νεκρό σώμα της Μπέτι κείτονταν χτυπημένο 41 φορές με τσεκούρι, πράξη για την οποία η αστυνομία συνέλαβε την καλύτερη φίλη και γειτόνισσα της, την Κάντι.
Η Κάντι γεννήθηκε το 1949, στο Κάνσας. Στα νιάτα της έζησε για λίγο ανεξάρτητη και δούλεψε σαν γραμματέας, πάντα όμως ονειρεύονταν να φτιάξει οικογένεια. Και το όνειρό της πραγματοποιήθηκε όταν το 1970 παντρεύτηκε τον Πατ Μοντγκόμερι, μηχανικό, που έβγαζε αρκετά λεφτά. Μετακόμισαν στο Γουάιλι του Τέξας, στο σπίτι των ονείρων τους και έκαναν δύο παιδιά. Επιφανειακά, ήταν μια αφοσιωμένη σύζυγος, τρυφερή μητέρα και πυλώνας της κοινότητας. Αλλά δεν ήταν χαρούμενη.
Βαριόταν, αισθάνονταν ανολοκλήρωτη, έψαχνε κάτι να την συγκινήσει. Κι έτσι άρχισε δεσμό με τον σύζυγο της φίλης της, τον Άλαν Γκορ, πατέρα δύο παιδιών επίσης. Παρέμεινε φίλη με την γυναίκα του την Μπέτι, δασκάλα στο επάγγελμα που εκείνη την περίοδο περνούσε πιθανόν επιλόχεια κατάθλιψη. Ο δεσμός τους κράτησε από το Δεκέμβριο του ’78 ως τον Οκτώβριο του ’79. Λέγεται ότι ήταν κοινή τους απόφαση να χωρίσουν και να συγκεντρωθεί ο καθένας στην οικογένεια του.
Μετά το φόνο της Μπέτι και αφού ο Άλαν παραδέχτηκε τη σχέση, η αστυνομία την συνέλαβε με την κατηγορία της δολοφονίας. Στην κατάθεση της η Κάντι υποστήριξε ότι βρισκόταν σε αυτοάμυνα, όταν η Μπέτι την κατηγόρησε για την απιστία του άντρα της και της επιτέθηκε με ένα τσεκούρι που η Κάντι κατάφερε να της πάρει από τα χέρια και με τη σειρά της χτύπησε την Μπέτι 41 φορές. Κατόπιν πλύθηκε στο σπίτι των γειτόνων της για να καθαρίσει το αίμα, εγκατέλειψε το μικρότερο παιδί στην κούνια του και πήρε μέρος σε δραστηριότητες της τοπική ενορίας.
Το συγκλονιστικό είναι ότι δεν εξέτισε χρόνο στη φυλακή γι’ αυτήν την πράξη καθώς το σώμα των ενόρκων την αθώωσε, βασισμένο σε νόμο της πολιτείας που υποστηρίζει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα. Το ζεύγος Μοντγκόμερι μετακόμισε μετά τη δίκη και μετά από μερικά χρόνια χώρισαν. Σήμερα, η Κάντι δουλεύει ως σύμβουλος ψυχικής υγείας. Ο σύζυγός της ξαναπαντρεύτηκε, αλλά έχασε την κηδεμονία των παιδιών τους στο δικαστήριο.
Η αθώωση της Κάντι άφησε πολλά ερωτηματικά. Γιατί επιτέθηκε στη φίλη της από τη στιγμή που της πήρε το τσεκούρι; Γιατί αρχικά υποστήριξε την αθωότητα της και προσπάθησε να καλύψει τα ίχνη της; Και δεν είναι υπερβολικά 41 χτυπήματα για να εξουδετερώσει κάποιος μία απειλή; Η Μπέτι στους 7 μήνες από τη διακοπή του δεσμού του άντρα με την φίλη της, δεν έδωσε κάποιο σημάδι ότι είχε αντιληφθεί τι έτρεχε. Τελικά η ιστορία της Κάντι, όπως μεταφέρθηκε στην οθόνη, εξερευνά την καταπίεση των Αμερικανίδων μέσα στα σπίτια τους, τη μοναξιά και τη θλίψη που αυτό δημιουργεί.
Σχόλια για αυτό το άρθρο