
Elina GiounanliΗ Μαρία Κεχαγιόγλου είναι από τις ηθοποιούς που δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να σε πείσουν- αρκεί μια της εμφάνιση για να καταλάβεις ότι βρίσκεσαι μπροστά σε μια σπουδαία καλλιτέχνιδα! Mε χαμηλό προφίλ, αλλά με ευρέα εκφραστικά μέσα αντάξια της, ανήκει σε εκείνη τη σπάνια κατηγορία ηθοποιών που λαμπρύνουν με την παρουσία τους την ελληνική σκηνή και αφήνουν ανεξίτηλο αποτύπωμα σε κάθε τους ερμηνεία. Ηθοποιός ουσίας και ποιότητας, με βαθιά προσήλωση στην τέχνη και με αρχές που τη συνοδεύουν σε κάθε της βήμα, έχει υπηρετήσει σημαντικό και απαιτητικό ρεπερτόριο, παραδίδοντας ερμηνείες που μένουν στη μνήμη και στην ψυχή του θεατή. Δεν αναζητά την προβολή- η ίδια η τέχνη την αναζητά, βρίσκοντας στο πρόσωπο της μια αυθεντική εκφράστρια. Παράλληλα με το θέατρο αγαπά τον κινηματογράφο, ενώ το τηλεοπτικό κοινό θα είχε πολλά να αποκομίσει αν την έβλεπε σε τηλεοπτική σειρά. Στη μεστή και ουσιαστική πορεία της έκανε ένα ”άνοιγμα” με τη συμμετοχή της στη μουσικοθεατρική παράσταση ”Τα πήρες όλα και έφυγες” σε σκηνοθεσία του Βασίλη Μαυρογεωργίου, που παίζεται στο Radio City Theater. Εκεί η βαθιά καλλιτεχνική της αλήθεια και η αφοπλιστική της δύναμη στη σκηνή συναντούν την ουσία της θεατρικής δημιουργίας, χαρίζοντας στο κοινό μία εμπειρία μοναδική. Η Μαρία Κεχαγιόγλου είναι μια ηθοποιός μεγάλης αξίας που αποδεικνύει σε κάθε της εμφάνιση ότι το πραγματικό μεγαλείο κρύβεται στη σεμνότητα, στην ποιότητα και στην αλήθεια της Τέχνης.

– Έχεις ερμηνεύσει το πιο απαιτητικό ρεπερτόριο και ρόλους σε πολλούς από τους οποίους έχεις αφήσει το αποτύπωμά σου. Η συμμετοχή σου στη μουσικοθεατρική παράσταση ”Tα πήρες όλα και έφυγες” ήταν ένα καλλιτεχνικό άνοιγμα σε άλλου είδους θεάτρου ή ήθελες να αποφορτιστείς;
Η παράσταση είναι πράγματι κάτι καινούργιο για μένα. Αυτό λειτούργησε σαν πρόκληση περισσότερο, για έναν κόσμο που δεν γνώριζα. Και τώρα που ολοκληρώνει τον κύκλο της, μπορώ να πω ότι δεν το μετάνιωσα καθόλου. Όλοι οι συνεργάτες δουλέψαμε με μεράκι για αυτή τη δουλειά. Επιπλέον ο Μαυρογεωργίου έχει διαλέξει ανθρώπους που χαίρεσαι να δουλεύεις μαζί τους. Όλοι τους, άψογοι. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό!
– Πώς είναι ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ως σκηνοθέτης;
Χάρηκα πολύ που συναντήθηκα με τον Βασίλη. Άλλωστε, είναι ο κύριος λόγος που βρίσκομαι σε αυτή τη παράσταση. Είναι ένας έξυπνος, θετικός και ευαίσθητος άνθρωπος, που δεν ταλαιπωρεί το θίασο με θεωρίες και ναρκισσισμούς, είναι ευθύς, ξέρει τη δουλειά του, έχει αυτοέλεγχο και ψυχραιμία- κάτι που σπανίζει, καθώς επίσης, και μέτρο στη γενικότερη λειτουργία του.
– Ποια είναι η σχέση σου με το χρόνο;
Μαρτυρική σχέση. Τον κυνηγάω ενώ ξέρω ότι δεν τον φτάνω. Το άγχος του χρόνου είναι μεγάλη παγίδα. Πολλές είναι οι στιγμές που πιάνω τον εαυτό μου να μετράω ακόμη και τα δευτερόλεπτα. Γιατί συχνά βάζω να κάνω πιο πολλά πράγματα από αυτά που αντέχω και από αυτά που αντέχει ο ίδιος ο χρόνος. Τώρα το πώς περνάει ο χρόνος είναι άλλο ζήτημα. Πάντως, πιστεύω ότι έχω ένα είδος συνομιλίας με ό,τι πέρασε. Το παρόν είναι πάντα φευγαλέο. Για το μέλλον δεν έχει νόημα να πει κανείς τίποτα.
– Τους σκηνοθέτες σου τους εμπιστεύεσαι;
Όλα έχουν να κάνουν με την ανάγκη να εμπιστευτούμε και να μας εμπιστευτούν. Είναι αυτό που αποζητούμε νομίζω, σε όλες τις σχέσεις. Αν δεν υπάρχει επικοινωνία και εμπιστοσύνη ανάμεσα στον ηθοποιό και στο σκηνοθέτη είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Είναι όμως κι αυτό ένα ταλέντο. Να μην είσαι φοβισμένος και καχύποπτος απέναντι στην εξουσία του σκηνοθέτη.
– Υπάρχουν στιγμές που βαριέσαι ένα ρόλο;
Έχω περιέργεια για ό,τι συμβαίνει στην καθημερινότητα του θεάτρου. Ακόμη κι αν δεν είναι καλή μέρα ή κάτι μπορεί να φαίνεται αδιάφορο ή λάθος ή βαρετό, έρχεται κάτι άλλο που ανατρέπει αυτό που νομίζεις.
– Η σχέση του ηθοποιού με το κοινό επηρεάζει την παράσταση;
Η παράσταση είναι η σχέση αυτή. Είναι δύο πλευρές ζωντανές, από τη μια αυτό που γίνεται στη σκηνή και από την άλλη το κοινό και όταν οι δυο αυτές πλευρές ενώνονται δημιουργείται κάτι που το νιώθουμε αμφότεροι. Και όταν αποκλίνουμε, πάλι το νιώθουμε αμφότεροι…

– Είσαι ιδιαίτερα σεμνή και κρατάς χαμηλό προφίλ. Αυτό επηρεάζει την αναγνωρισιμότητα σου; Μήπως φοβάσαι την υπερέκθεση;
Δεν είμαι σεμνή, αλλά όντως κρατώ χαμηλό προφίλ. Μου αρέσει να περνώ απαρατήρητη. Όταν έφυγα από την επαρχία και κατέβηκα στην Αθήνα χαιρόμουν πολύ που δεν με ήξερε κανείς. Ένιωθα ελεύθερη μέσα σ αυτή την ανωνυμία. Και αν καμιά φορά τώρα αισθάνομαι ότι κάποιος με αναγνωρίζει, από τη μια χαίρομαι, αλλά από την άλλη αισθάνομαι ένα είδος άγχους. Θέλω να πιστεύω ότι δεν είμαστε όλοι για όλα και ας κάνει ο καθένας αυτό που του ταιριάζει περισσότερο…
– Υπάρχει μια έκφραση που να αντιπροσωπεύει την ιδέα σου για τη ζωή;
Αχ αυτή η ζωή! Μεγάλο μυστήριο!
– Έχεις κάνει κακές επιλογές μέχρι τώρα στη μεστή και ουσιαστική σου καριέρα;
Υπάρχουν κάποιες δουλειές – θα έλεγα, λίγες – οι οποίες με ταλαιπώρησαν και δεν πήρα χαρά, γιατί ό,τι κάνουμε στο θέατρο είναι για τις στιγμές αυτές που, κάτι μας επιστρέφεται ως φως. Τότε είναι που μοιραζόμαστε τη χαρά της συνύπαρξης και της δημιουργίας.
– Για ποιες δουλειές σου είσαι υπερήφανη;
Είμαι περήφανη για τη δουλειά που κάνουμε εμείς οι ηθοποιοί. Είναι μια δουλειά ιδιαίτερη και συμπαθώ πολύ το σινάφι μας, με όλες τις αδυναμίες, τις ανασφάλειες και τις αντιφάσεις που έχουμε. Νιώθω ακόμη τη μαγεία αυτής της τέχνης και με συγκινεί πολύ ο κόπος του ηθοποιού!
– Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να κάνεις πολύ; Ένα έργο ή ένα ρόλο;
Θα ήθελα να κάνω πιο πολύ σινεμά.
– Γιατί δεν σε βλέπουμε στην τηλεόραση;
Μετά από τόσα χρόνια στο θέατρο έχω συνηθίσει σε άλλους χρόνους. Στο θέατρο υπάρχει ο χρόνος των προβών και είναι αλήθεια ότι με φοβίζει ο γρήγορος ρυθμός που έχει η τηλεόραση. Αν όμως μου προταθεί κάτι που να με ενδιαφέρει, θα το κάνω.
– Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σου;
Περιμένω με λαχτάρα να βγει στις αίθουσες η καινούργια ταινία του Γιάννη Οικονομίδη «Σπασμένη φλέβα», στην οποία συμμετέχω και είναι μια δουλειά που πιστεύω πολύ. Θέλω πολύ να έχει την ανταπόκριση που της αξίζει. Μαζί με την ταινία, που βγαίνει στις αίθουσες τέλη Νοέμβρη, θα κάνουμε πρεμιέρα στο νέο θέατρο του Βασίλη Μπισμπίκη με το έργο του Έντουαρντ Μποντ «Σωσμένος». Παράλληλα από φέτος θα διδάσκω υποκριτική στο τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ.











































Σχόλια για αυτό το άρθρο